Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2022

Δημήτρης Χορν: Ένας ηθοποιός που ήταν φως

Ήταν 16 Ιανουαρίου του 1998. Ήταν η δέκατη μέρα που ο ηθοποιός, που το όνομα του έγινε συνώνυμο με το φως, νοσηλεύεται με γαστρορραγία και διαβητικό σοκ. Το άστρο του σβήνει… Δίπλα στον Δημήτρη Χόρν που αγαπήθηκε όσο λίγοι ηθοποιοί του ελληνικού κινηματογράφου βρίσκονται δύο - τρεις φίλοι οι οποίοι και ενημερώνουν αμέσως τον αδελφό του. Γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου του 1921 στην Αθήνα κι έφυγε σαν χθες το 1998.

Ένα βιογραφικό του σε α’ πρόσωπο

«Γεννήθηκα το 1921, στις 9 Μαρτίου, στην Αθήνα, Ο πατέρας μου λεγόταν Παντελής και η μητέρα μου Ευτέρπη. Έχω έναν αδελφό, τον Γιάννη, δέκα χρόνια μεγαλύτερό μου. Εγώ ήρθα στη ζωή μετά το θάνατο του μοναδικού κοριτσιού που είχαν οι γονείς μου, της Νανάς. Ο Γιάννης και η Νανά είχαν διαφορά ενός έτους. Όταν πέθανε η Νανά, σε ηλικία επτά ετών, ο πατέρας και η μητέρα θέλησαν να την αντικαταστήσουν. Περίμεναν, λοιπόν, ότι το παιδί που θα 'ρθει θα είναι κορίτσι. Δυστυχώς, δεν ήταν. Ήμουν εγώ!

Πολλοί με ρωτούν αν το Χορν είναι το πραγματικό μου όνομα ή αν είναι ψευδώνυμο. Ομολογώ ότι αυτή η ερώτηση μ' έχει πολύ ταλαιπωρήσει. Είναι, όμως φυσικό να γεννιέται αυτή απορία στους ανθρώπους, αφού το όνομα Χορν δε μοιάζει καθόλου ελληνικό, Ναι, η καταγωγή μου από τη μεριά του πατέρα μου δεν είναι ελληνική. Ο παππούς μου ήταν Αυστριακός. Οι Χορν δεν είμαστε από τους Βαυαρούς που ήρθαν με τον Όθωνα. Ο πατέρας του πατέρα μου ήρθε πολύ αργότερα στην Ελλάδα. Ερωτεύτηκε τη γιαγιά μου, βέρα Ελληνοπούλα, και την παντρεύτηκε. Τα πρώτα χρόνια μετά το γάμο τους έζησαν στην Τεργέστη, Εκεί γεννήθηκαν και οι πατέρας μου και ο αδελφός του».

Ο Δημήτρης Χορν γεννήθηκε σε ένα ξενοδοχείο στην οδό Σταδίου στο κέντρο της Αθήνας. Γιος του γνωστού θεατρικού συγγραφέα Παντελή Χορν και της Ευτέρπης Αποστολίδη, ο εθνικός μας πρωταγωνιστής μεγάλωσε σε ένα καλλιτεχνικό περιβάλλον με νονά του την Κυβέλη αλλά και δίπλα στην Μαρίκα Κοτοπούλη που ήταν στενή φίλη των γονιών του.

Παρά την αριστοκρατική του καταγωγή, έζησε φτωχικά παιδικά χρόνια. «Θυμάμαι ότι υπήρχε μια εποχή που τρυπούσαν τα παπούτσια μου και έβαζα χαρτόνια από τσιγάρα για να τα κλείσω. Πιστέψτε με, δε με έβλαψε σε τίποτα αυτό, είχε εξομολογηθεί σε μια από τις πολλές συνεντεύξεις που έδωσε.

Ο Δημήτρης Χορν, πρωτοεμφανίστηκε στην σκηνή, μωρό, στην αγκαλιά της νονάς του, Κυβέλης, στο έργο «Γειτόνισσες» σε σκηνοθεσία του πατέρα του.

Δεύτερη εμφάνιση για τον μικρό «Τάκη» θα γίνει σε ηλικία 4 ετών και πάλι με τη νονά του, στο έργο «Νόρα» του Ίψεν, όπου έπαιζε ένα από τα παιδιά της ηρωίδας.

Η τρίτη του εμφάνιση θα έρθει δέκα χρόνια αργότερα, σε ηλικία 14 ετών, στον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, στο θερινό θέατρο Παρκ, στην παράσταση «Μαμά Κολιμπρί» του Μπατάιγ.

«Όταν ήμουν δεκατεσσάρων χρονών (...), στο θερινό θέατρο Παρκ, της οδού Χέυδεν, όπου ήταν εγκατεστημένος ο θίασος της μεγάλης Μαρίκας, ανέβασαν τη “Μαμά Κολιμπρί” του Μπατάιγ. Το έργο ήθελε κι ένα νέο της τότε ηλικίας μου και πήγα. Αυτή μάλιστα η εμφάνισή μου ενίσχυσε αφάνταστα τη διάθεση που είχα ήδη αρχίσει να έχω αναφορικά με το θέατρο. Και θα μου μείνει αξέχαστη αυτή η πρώτη μου επικοινωνία από τη σκηνή με το κοινό», είχε πει ενθυμούμενος τα πρώτα του βήματα στο θεατρικό σανίδι.

Ο ηθοποιός που φώτισε τη θεατρική οδό των ονείρων

Και κάπως έτσι, το «αστεράκι» ετοιμάστηκε να γίνει «αστέρι», όταν το 1937 εισήχθη στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, δίνοντας εξετάσεις με το ποίημα του Βάρναλη, «Οι μοιραίοι».

Ο ίδιος είχε περιγράψει σε μία συνέντευξη του στην Ι. Παπαντωνίου εκείνη την μέρα: «Βγήκα στο θέατρο, γιατί μια μέρα τρώγαμε στο σπίτι μου κι ο πατέρας μου αγαπούσε πολύ τον μεσημεριανό του ύπνο. Μου λέει: “Αχ, αύριο το μεσημέρι δε θα κοιμηθώ. Πρέπει να πάω στη Δραματική Σχολή”. Ήταν Πρόεδρος της Επιτροπής Εισαγωγικών Εξετάσεων. “Μ’ έχουν βάλει Πρόεδρο στην Επιτροπή την Εξεταστική… Γι’ αυτούς που θέλουν να γίνουν ηθοποιοί”».

Αφού τον ρώτησε που είναι αυτό, ο Χορν πήγε να υποβάλει αίτηση. «Μια και δυο πηγαίνω εγώ, ήταν ο Συναδινός Διευθυντής στη σχολή, να υποβάλω μια αίτηση για να δώσω εισαγωγικές. Και μου λέει, έχει λήξει η προθεσμία, αλλά επειδή είσαι γιος του Παντελή θα κάνουμε μια εξαίρεση. Το είπα λοιπόν του πατέρα μου και μου λέει: “Σ’ ευχαριστώ παιδί μου. Δε θα χάσω το μεσημεριανό μου ύπνο, διότι δε θα πάω. Δεν μπορώ να είμαι Πρόεδρος της Επιτροπής και να δίνεις εσύ εξετάσεις”».

Για τη διαδικασία των εξετάσεων ο ίδιος ο Χορν είχε διηγηθεί πως δεν πρόλαβε να πει τέσσερις πέντε στίχους και τον διέκοψαν λέγοντάς του «καλά, καλά, αρκεί». Έτσι έφυγε απογοητευμένος, έχοντας τη γνώμη πως δεν πέρασε. Την επόμενη μέρα όμως είδε στην οδό Σταδίου τον Βεάκη με τη γυναίκα του και ο Βεάκης του είπε: «Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο μας δρόσισες μέσα σ’ αυτή την ανομβρία». Έτσι έμαθε ότι πέρασε.

τη διάρκεια της λαμπρής του καριέρας ο Δημήτρης Χορν είχε την ευκαιρία να συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα ονόματα που πέρασαν από την ελληνική θεατρική σκηνή και να παίξει σε μερικά από τα σπουδαιότερΔεν ήταν όμως οι μόνοι που ενοχλήθηκαν. Σε μία σκηνή της ταινίας ο Δημήτρης Χορν έπρεπε να φιλήσει τη συμπρωταγωνίστρια του Καίτη Πάνου. Το φλογερό φιλί του ανερχόμενου ζεν πρεμιέ μπορεί να ήταν άριστο υποκριτικά, αλλά δεν άρεσε καθόλου στον σκηνοθέτη που ήταν ερωτευμένος με την Καίτη Πάνου, κι ο οποίος επιτέθηκε στον Χορν με αποτέλεσμα να τους χωρίσουν λίγο πριν πιΑκολουθούν οι ταινίες «Κάλπικη λίρα» του Γιώργου Τζαβέλλα, το 1955 - η πρώτη μεγάλη ελληνική ταινία με διεθνή επιτυχία και πολλές διακρίσεις - και «Το κορίτσι με τα μαύρα» του ΜιχάληΠαντρεύτηκε δύο φορές. Την Ρίτα Φιλίππου και την Άννα Γουλανδρή (χήρα Παπάγου). Η δεύτερη γυναίκα του, ήταν και αυτή που τον σημάδεψε.

Μια ζωή την είχε και την γλέντησε

Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Δημήτρης Χορν ήταν ένας καλλιτέχνης αλλά πάνω από όλα ένας άνθρωπος με γοητεία, λάμψη και ταλέντο; Κακογιάννη, το 1956.αστούν στα χέρια.

Αλίμονο αν δεν αγάπαγε ο κινηματογράφος

Αυτή ήταν μόνο η αρχή. Το 1953 ο Χορν ζητάει από τον Μιχάλη Κακογιάννη να γράψει το σενάριο για μία ταινία στην οποία θα πρωταγωνιστεί ο ίδιος μαζί με τον Γιώργο Παππά και την Έλλη Λαμπέτη, με στόχο να διαφημίσει τον θίασο που είχαν δημιουργήσει. Έτσι στις 11 Ιανουαρίου του 1954 κάνει πρεμιέρα η πρώτη ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη με τίτλο «Κυριακάτικο ξύπνημα». Αξίζει να αναφερθεί, ότι τα εσωτερικά γυρίσματα γίνανε σε στούντιο της Αιγύπτου.

α έργα που γράφτηκαν ποτέ.

Και το ευτυχές 1962, ένα επίσης ευτυχές συναπάντημα, αυτό του Μάνου Χατζηδάκι με τον Δημήτρη Χόρν, δίδαξε το αθηναϊκό θεατρόφιλο κοινό γιατί «ηθοποιός… σημαίνει φως».

Η «Οδός Ονείρων» συστήθηκε στο αθηναϊκό κοινό σαν μία ιδιόρρυθμη μουσική παράσταση που είχε σχεδόν τα πάντα: εκλεκτούς πρωταγωνιστές, θεατρικά δρώμενα, χορευτικά μέρη, στίχους, τραγούδια, μουσική δια χειρός Χατζιδάκι, κινηματογραφικά στιγμιότυπα από ένα μικρού μήκους σατιρικό φιλμάκι με πρωταγωνιστή το συνθέτη και τη Ρένα Βλαχοπούλου. Αλλά κι ερμηνείες ψυχής, υπεροχη μουσική και ένα concept που παραπέμπει στις ευαισθησίες του νου και της ψυχής, στις κρυφές ελπίδες, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, τη χαμένη αθωότητα. Όλα αυτά μέσα από τους κατοικους μιας Αθηναικής γειτονιάς που διηγούνται τις ιστορίες και κάνουν τις ευχές τους πραγματικότητα μέσα από το φακό ενός περιπλανώμενου φωτογράφου. Του Δημήτρη Χορν.

«Όταν ήμουν μικρός κι έβλεπα επιθεωρήσεις, διασκέδαζα πάρα πολύ κι ονειρευόμουν να κάνω κι εγώ κάτι ανάλογο κάποτε. Ο Μάνος Χατζιδάκις, που τον θαυμάζω και ως μεγάλο ταλέντο και ως σπουδαίο μυαλό, μου 'δωσε αυτήν την ευκαιρία. Και διασκέδασα πραγματικά πάρα πολύ. Η "Οδός Ονείρων" είχε το στοιχείο της αναζητήσεως. Και ήταν αυτό πολύ σημαντικό. Αν γραφτεί ποτέ η ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου, ο ιστορικός πρέπει να σταθεί στην "Οδό Ονείρων”», είχε πει ο ίδιος ο Χορν.

Το κοινό κινηματογραφικό ντεμπούτο με τον Φίνο

Η σχέση του Δημήτρη Χορν με τον κινηματογράφο ξεκινάει το 1943 στην ταινία «Η φωνή της καρδιάς» του Δημήτρη Ιωαννόπουλου. Πρόκειται για την πρώτη ταινία που γυρίστηκε μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα, καθώς και η πρώτη παραγωγή της «Φίνος Φιλμ».

Το κοινό κινηματογραφικό ντεμπούτο με τον Φίνο

Η σχέση του Δημήτρη Χορν με τον κινηματογράφο ξεκινάει το 1943 στην ταινία «Η φωνή της καρδιάς» του Δημήτρη Ιωαννόπουλου. Πρόκειται για την πρώτη ταινία που γυρίστηκε μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα, καθώς και η πρώτη παραγωγή της «Φίνος Φιλμ».

\Το 1958 ο Δημήτρης Χορν, υποδύεται τον Κλέωνα, ένα φτωχό και δειλό υπάλληλο τραπέζης που ερωτεύεται την ερωμένη του αφεντικού, χωρίς ανταπόκριση. Ένα λογιστικό λάθος, όμως, φέρνει στα χέρια του 1.101.101,10 δραχμές κι έτσι καταφέρνει να κερδίσει την καρδιά της αγαπημένης του. Μιλάμε για την ρομαντική κωμωδία «Μια ζωή την έχουμε» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γιώργου Τζαβέλλα, ντυμένη με την υπέροχη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι.

Η κινηματογραφική επιτυχία του Χορν συνεχίζεται με την ταινία «Μια του κλέφτη» του Δημήτρη Ιωαννόπουλου το 1960 και, φυσικά, το 1961 με την ταινία «Αλίμονο στους νέους» σε σενάριο των Α. Σακελλάριου και Χρ. Γιαννακόπουλου. Η υπόθεση είναι μια παραλλαγή του μύθου του Φάουστ και ο Δημήτρης Χορν κερδίζει το βραβείο α’ αντρικού ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης την ίδια χρονιά.

Η Έλλη Λαμπέτη δεν ήταν η γυναίκα της ζωής του

Ο Δημήτρης Χορν υπήρξε ένας από τους πιο ερωτεύσιμους αλλά και ερωτευμένους άντρες της εποχής. Από το κρεβάτι του πέρασαν πολλές γυναίκες λίγες όμως, άφησαν χαραγμένο σημάδι στην καρδιά του.

«Aπό τα έξι χρόνια μου και μετά δεν μπορώ να θυμηθώ τον εαυτό μου να μην είναι ερωτευμένος, δηλαδή συγκινημένος με κάποιο πρόσωπο. Θα 'λεγα πως ήμουν ερωτευμένος με τον έρωτα... Eνώ δηλαδή ήμουν ένα πολύ κεφάτο παιδί, ξαφνικά, μελαγχολούσα φοβερά κι έγραφα θλιμμένα ποιήματα. Mε μελαγχολούσαν αυτοί οι έρωτες... Ή η ζωή», είχε δηλώσει για τη σχέση του με τον έρωτα.

Το φλογερό ειδύλλιο με την Έλλη Λαμπέτη, ήταν αυτό που έμεινε στην ιστορία του Τύπου της εποχής αλλά από ότι ο ίδιος είχε πει όχι αυτό που χάραξε την προσωπική του ζωή.

Οι δυο τους γνωρίστηκαν στη δραματική σχολή της Μαρίκας Κοτοπούλη. Φιλιόντουσαν για τις ανάγκες του έργου «Κάλπικη λίρα» που συμπρωταγωνιστούσαν και κάπως έτσι γεννήθηκε μια σχέση που κράτησε επτά ολόκληρα χρόνια. Ο σκηνοθέτης Μιχάλης Κακογιάννης είχε πει κάποτε, πως όταν οι δύο ηθοποιοί είχαν γύρισμα, προσπαθούσε να τους κρατήσει χωριστά τις νύχτες ώστε να μην είναι εξαντλημένοι την επόμενη μέρα στη δουλειά.

Μετά το 1959 που χώρισαν ο ένας δεν αναφέρθηκε σχεδόν ποτέ ξανά στον άλλον. Το μόνο που είχε πει ο Χορν ήταν το εξής: «Ήταν μια καλή ηθοποιός, ήταν χαρά να παίζεις μαζί της. Είχε την ικανότητα να κάνει τα ασήμαντα σημαντικά. Και αφόρητη ζηλιάρα. Δεν τολμούσα ούτε βλέμμα να ρίξω σε άλλη γυναίκα. Γινόταν χαλασμός. Ζήλευα κι εγώ ελεεινά. Ήμασταν μαζί επτά χρόνια. Όταν με άφησε, ήμουν ως ταύρος εν υαλοπωλείω. Πληγώθηκε ο εγωισμός μου. Δεν μπορώ να πω πως δεν την αγάπησα. Και τη θαύμαζα πολύ σαν ηθοποιό. Αλλά δεν ήταν η γυναίκα της ζωής μου».\


via








Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022

Συνέντευξη του πνευματικού μου πατερα Βασιλείου Χριστοδούλου στον ραδιοφωνικό σταθμό της Πειραϊκής Εκκλησίας


Την Δευτέρα 17/1 και ώρα 12:10 μ.μ. ο πνευματικός μου πατέρας Βασίλειος Χριστοδούλου θα δώσει συνέντευξη στον ραδιοφωνικό σταθμό της Πειραϊκής Εκκλησίας (91,2 fm) και συγκεκριμένα στην εκπομπή της Σοφίας Χατζή "Ραδιοπαραμυθία" σε σχέση με το καινούργιο του βιβλίο "Σημειώσεις από την ερημιά του Θεού" εκδ.: ΓΡΗΓΟΡΗ . Για διαδικτυακή ακρόαση εδώ.
ή και εδώ

Με μεγάλη χαρά σας παρουσιάζω το νέο καταπληκτικό βιβλίο του πνευματικού μου πατέρα Βασιλείου Χριστοδούλου που μόλις κυκλοφορησε από τις εκδόσεις Γρηγόρη.

"Δύο χιλιάδες χρόνια μετά τόν Μυστικό Δεῖπνο καί μᾶλλον δέν μποροῦμε ἀκόμα να ποῦμε τί εἶναι ἡ θεία Εὐχαριστία. Ἐξαντλήσαμε τόν Θεό στή λειτουργική ζωή ἐντός τῶν τειχῶν τοῦ ναοῦ καί τώρα πού λειτουργική ζωή δεν ὑπάρχει ὁ Θεός ἀρχίζει να μυρίζει σάν ἕνας νεκρός...

Δέν μᾶς ἔμαθε ποτέ ἡ Ἐκκλησία πῶς νά βαδίζουμε σέ μια ἔρημο, ὅταν αὐτή προκύψει. Πῶς νά ἑτοιμάσουμε, ἐμεῖς τώρα, μέσα στήν ἔρημο ἕνα δέντρο λόγων, ὕμνων, καί καρδιακῆς ἐγρήγορσης γιά την Περιστερά, νά ἔρθει καί να ξεκουραστεῖ, ὅταν ἡ θρησκευτική λογική μᾶς βεβαιώνει πώς πουλιά πιά δέν πετοῦν.
«ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος».
Ὁ σεισμός τοῦ κορωνοϊοῦ πού ταρακούνησε καί ἐξακολουθεῖ νά ταρακουνᾶ καί τό οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας ἔχει ἐγκαινιάσει μία περίοδο ἔντονων ζυμώσεων. Ἡ πανδημία λειτούργησε σάν μία ἄμπωτη πού ἀποκάλυψε τόν ἐκκλησιαστικό βυθό. Ἔφερε στήν ἐπιφάνεια μεγάλους πειρασμούς καί τεράστια προβλήματα πού σοβοῦν στό βάθος τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Πολλά τά γνωρίζαμε, ἐνίοτε τά κουκουλώναμε γιατί δεν θέλαμε νά τά δοῦμε, ἄλλα τά ὑποπτευόμασταν καί μερικά τελείως μᾶς ξάφνιασαν.
Εἶναι καιρός ὅμως νά τά ἀντιμετωπίσουμε – τουλάχιστον νά τά ἀναδείξουμε.
Τό βιβλίο αὐτό εἶναι μία κραυγή ἀγωνίας καί ἀσφυξίας μετά ἀπό 25 σχεδόν χρόνια ἀθόρυβης, ἱερατικῆς διακονίας σέ πολλούς τομεῖς ἀλλά καί προσωπικῆς σιωπῆς. Γιατί ὅμως να σπάσει τώρα ἡ σιωπή; Διότι πιστεύω ὅτι τώρα βιώνουμε το ἀντιστρόφως ἀνάλογο τῆς ἔκφρασης «πιάσαμε πάτο». Εἶναι ὁ πάτος τώρα πού ἔπιασε ἐπιφάνεια. Ἴσως λοιπόν καί γιά μᾶς τώρα, εἶναι ὁ καιρός πού πρέπει να μιλήσουμε, νά δράσουμε, νά μήν σιωπήσουμε, γιατί τό παράλογο καί ἡ ἐκτροπή ζητοῦν νομιμοποίηση. Ἀνέβηκαν πολύ ψηλά, βγῆκαν στήν ἐπιφάνεια καί ζητοῦν νά μᾶς πνίξουν."

για απόσπασμα από το βιβλίο κάντε κλικ εδώ

Το βιβλίο θα το βρείτε εδώ.

Επίσης ο πατέρας Βασίλειος Χριστοδούλου έχει γράψει το βιβλίο 

Σε λάθος ώρα νυχτώνει

Πάλη μέ τόν Θεό στό κενό τοῦ θανάτου για την πρόωρη κοίμηση της δεκάχρονης κόρης μας 

‘Η Μαρία Νεφέλη’ του Οδυσσέα Ελύτη

 

«Η Μαρία Νεφέλη λέει: Δεν έχω συγγενείς απ’ όλη μου τη ζωή προσπάθησα να φτιάξω μια πετρώδη νεότητα. Γέμισα τον έρωτα σταυρούς. Η Λύπη ομορφαίνει επειδή της μοιάζουμε» (Οδυσσέας Ελύτης, ‘Μαρία Νεφέλη).

Η 'Μαρία Νεφέλη΄ του Οδυσσέα Ελύτη (δημοσιεύθηκε το 1978), 'συνομιλεί' με την ιστορία, με τις πολλαπλές θεάσεις του γίγνεσθαι, αποδίδει το μύθο ως καταστροφή-δημιουργία, δομεί το πεδίο του προσπελάσιμου ανθρώπου εντός ποίησης.. Η διαρκής ώσμωση της Μαρίας Νεφέλης ( η κραταιά συνείδηση) και του Αντιφωνητή ( σύμβολο που 'ακροάται' & παραδίδει) προσλαμβάνει μία λογοθετική δυναμική η οποία εκβάλλει, φέρει το γνωστό & άγνωστο στοιχείο, το ορατό & το αόρατο..

Σε μία εναλλαγή ρόλων, η 'Μαρία Νεφέλη' και ο 'Αντιφωνητής' δεν αντιστρέφουν παρά διαμορφώνουν τα όρια της παρουσίας τους, κινούνται προς το ιστορικό προτσές με ρυθμούς γρήγορους, δίχως ταυτότητες, εμβαθύνουν στο βίωμα και στην 'γυμνή' παρατήρηση-παρέμβαση, μεταβάλλοντας: την ιστορία και τις χρήσεις της, τις διάστικτες πεποιθήσεις..

Ο ποιητής, ορμητικός, αισθαντικός, ερωτικός ενώπιον του πάθους της δημιουργίας, διαμεσολαβεί τις κανονικότητες του λόγου, των κάθε είδους εξουσιαστικών πρακτικών, (οι ιστορικές-πολιτικές  νύξεις είναι εδώ σαφείς, παραλληλίζονται σε έναν κύκλο ανθρώπινων ζωών που ενεργούν στην ιστορία) συγκροτεί δύο προσωπεία τα οποία και, μέσα από διάφορες ζωές και πολλούς θανάτους αποκαλύπτονται σαν αυτό που πρωτίστως δεν είναι.. Μοίρα και  μεταβλητές σε μία εξίσωση με προκαθορισμένα 'χαρτιά'..

Η κάθε λέξη συνιστά και την 'απόδραση' από την ιστορία του απλά εφικτού, επανεγγράφει την ανθρώπινη παρόρμηση και ως συμφέρον, διαλέγεται με τις νόρμες της τεχνοκρατικής επάρκειας & πειθάρχησης, ('Ε σεις Κύριοι της Τεχνοκρατίας', αναφωνεί η Μαρία Νεφέλη), λειτουργεί εντός του εκσυγχρονισμού και των πλαισιώσεων του.. Ο Οδυσσέας Ελύτης 'εξεγερτικοποιεί' έως το σημείο της πρωταρχικής εκκίνησης: 'άνοιξη' του ανθρώπινου πνεύματος, αντηχήσεις των ανθρώπινων υποκειμένων-σωμάτων που ερωτοτροπούν με το ατελές και την ατέλεια, σώματα τα οποία αναπαριστούν την εν κινήσει 'μαθητεία' στην ποίηση..

Η ποιητική συλλογή 'Μαρία Νεφέλη' διεισδύει στο πεδίο-περιβάλλον της 'νέας λιθίνης εποχής', ανασημασιοδοτεί τον ιστορικό καιρό που αναπαράγει φόβους, προτροπές (κάνε το), προσδιορισμούς και απαγορεύσεις, εδραζόμενη σε μία λογοθετική σχεσιακότητα που διεκδικεί να καταστεί 'ορατή' και να αφεθεί να 'ομιλήσει', στην τριβή των σωμάτων που, φέροντας την φθορά επιδιώκουν να αντισταθούν σε αυτήν, όπως και στις υψηλές προτεραιότητες της κάθε υψηλής πύλης..

Εντός του πολέμου και των ερειπίων που αφήνει πίσω του, ο Ελύτης παρουσιάζει τον άνθρωπο και το μαρτύριο του μέσα σε αυτόν, την ποίηση ως δομή ανάθεσης της ευθύνης, ως 'εργαλείο' ελεύθερης ηθικής ή μίας ηθικής που δίνει στην ποίηση το πρωτείο της ανάλυσης & της προσέγγισης..

«Η Μαρία Νεφέλη λέει: θέλει πήδημα μες στις ιδέες. Όσο υπάρχουνε Αχαιοί θα υπάρχει μία ωραία Ελένη και ας είναι αλλού το χέρι αλλού ο λαιμός Κάθε καιρός κι ο Τρωικός του πόλεμος. Μακριά μέσα στ’ απώτατα βάθη του Αμνού ο πόλεμος συνεχίζεται».[1]

Η Ελένη πάνω στο δικό της υψηλό βάθρο, διεκδικείται από όλους. Από φίλους και εχθρούς.. Ερωτικό υποκείμενο, που εξελίσσει και διευρύνει την ιστορία. Μέσα από την Ελένη του παρελθόντος και του παρόντος, ο άνθρωπος διαβλέπει τον εαυτό του, το αίμα που χάσκει ως εικόνα και ως μνήμη..

Οι ρόλοι αντιστρέφονται και κάλλιστα η ‘Μαρία Νεφέλη’ δύναται να είναι ο ‘Αντιφωνητής’, ο οποίος επικοινωνώντας με τις ίδιες τις καταλήξει της ποίησης, καθίσταται ο μνημειώδης άλλος: του εαυτού, της ιστορίας, της ποίησης. Η ‘Μαρία Νεφέλη’, σωματική, παράφορα ερωτική, ονοματοδοτεί πτυχές του ιστορικού-ανθρώπινου βίου, συγκροτεί το δυϊσμό: άρνηση και πάλι άρνηση, μέχρι να προκύψει κάτι νέο, κάτι καινούργιο, μέσα από την πρωταρχική ‘μήτρα’ και τις «πολύσημες» ωδίνες της ιστορίας.. Και ο «έρωτας» με την αντίστροφη λογική θα μπορούσε να είναι η απαρχή της ποίησης..

 Όπως αναφέρει ο ποιητής, μέσω του ‘Αντιφωνητή’: «Αν είσαι απ’ τους Ατρείδες άμε σ’ άλλα μέρη να ολολύξεις.. Πυρά τέτοια τον ήλιο δεν ανάβει εδώ που ανάτειλε η συνείδηση κι έλαβε σώμα Κόρης υπαρχτό με λάμψεις από την απέραντη πεδιάδα- Κοίταξε: πως η μνήμη δένει τα μαλλιά πίσω και αφήνει εμπρός να πέφτουν τα ματόκλαδα τρέμοντας απ’ την τόση αλήθεια· πως τσιτώνει το δέρμα στους ώμους στις λαγόνες· κάτι θαμπωτικό και όπου δε γίνεται ποτέ κανείς να’ ναι γενναίος και δυνατός. Να υπάρχει μόνον. Όπως το αίμα. Όπως τα σταφύλια. Ο μακρύς δρόμος του ανθρώπου από το δνοφερόν στο αείφωτον ψαύοντας δάχτυλο το δάχτυλο εωσότου ο κόλπος όλος ερευνηθεί και ανοίξει το αίνιγμα που σφιγμένο κρατούν οι ωραίοι μηροί· ο γυαλός ο αμύθητος από την υψηλή μασχάλη έως τα πέλματα».[2]

«Όπως το αίμα» & τα «σταφύλια» μένει η συγκρότηση του κόσμου εντός ποίησης, η «ανασυγκρότηση» του ανθρώπου που δρα, των συμβόλων και των συμβολισμών που δεικνύουν τις εξελίξεις.. Και με την παρομοίωση (ή και την παραπομπή) στον γυναικείο κόλπο, το γίγνεσθαι, ατελεύτητο όσο ο κόλπος, περιλαμβάνει τα ψηφιδωτά παρουσίας, εκεί όπου ο ποιητικός λόγος δύναται να ‘αμυνθεί’, να διευρύνει και να διευρυνθεί. Η ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη κατασκευάζει κάθε στιγμή το έλασσον και το μείζον, ‘φυσικοποιεί’ τον άνθρωπο, μένει ως έχει: πρωταρχικότητα της στιγμής και της καταγραφής της, της τοποθέτησης του υποκειμένου εντός στιγμής.

«Και ο Αντιφωνητής: ξορκίζουμε τις νύχτες όρθιοι κατάντικρυ της ταραγμένης θάλασσας ξέμπαρκοι ναυτικοί που εχάσαμε το θείο ναυάγιο για πάντα. «Φτασμένες οι προλήψεις σε μια καθαρότητα  μαθηματική θα μας βοηθούσανε να κατανοήσουμε τη βαθύτερη δομή του κόσμου».[3]

Και η «βαθύτερη δομή», στη ‘Μαρία Νεφέλη’ είναι το αθέατο βάθος-χάσμα που προσεγγίζεται διαμέσου του διαπερατού τραύματος.. Η ‘Μαρία Νεφέλη’ συνιστά ένα ταυτοτικό έργο του Οδυσσέα Ελύτη, το οποίο ταυτόχρονα επιδιώκει να εμβαθύνει στην περίληψη και στη συγκέντρωση του όλου, στην αναπαραγωγή «φτασμένων» μύθων, στην αποτύπωση της σύγχρονης ιστορίας  ως αντανακλαστική όψη του ανθρώπινου αίματος-θρήνου. Και μέσα από αυτές τις πτυχές δύναται να αναγνωστεί η ιστορία, οι απολήξεις της δικαιοσύνης, της ερωτικής και μη ισότητας, της προσδοκίας για το ίχνος του διαφορετικού.. Ο ποιητής προκαλεί τον ίδιο του τον εαυτό, τις λεκτικές του καταβολές: μίλα σαν να μην υπάρχει αύριο, ή σαν να αρχίζουν πάλι όλα από την αρχή. Το δικό του πένθος «κινεί», στοχάζεται επί των υπαρκτών ορίων, φαντασιακά προστρέχει και αναφέρει.. Και εμμένει η ποίηση ως ‘επιστήμη’ των αντιθέσεων να καταγράφει και να επιδιώκει να ερμηνεύσει, νοητικά..

Η ‘Μαρία Νεφέλη’ παραπέμπει σε μία ‘κοινότητα λέξεων’, στις διαστάσεις του όλου, στην  υποκρύπτουσα αθωότητα, στην κατάληξη που έχουν οι δύο πρωταγωνιστές, η ‘Μαρία Νεφέλη’ & ο ‘Αντιφωνητής’: να προβάλλουν το νόημα του λόγου που ειπώθηκε σε στιγμές απώλειας, ενώπιον μηχανών που ‘αλέθουν’.. Η εξέγερση του Οδυσσέα Ελύτη είναι η εξέγερση του πνεύματος που εισχωρεί στο πεδίο της ποίησης, εξέγερση που εγκολπώνεται ‘αφιερώσεις’ στο φαντασιακό και στο πραγματικό.. Όπως γράφει ο ποιητής Νίκος Καρούζος: «Ουρανός επί λέξει. Κι ακόμη διάφωνα στον αχερώνα του αιώνα. Το Σύμπαν έχει ασυνταξίες».[4]

Η ‘Μαρία Νεφέλη’ συνιστά την κουλτούρα της ποίησης που έμπρακτα αποϊεροποιεί, διαμορφώνει την δική την ‘αξία χρήσης’, καθίσταται ποίηση ρέουσα.. Και όπως ομιλεί ο ποιητής: «Η Μαρία Νεφέλη λέει: THROUGH THE MIRROR  Ψαρεύοντας έρχεται η θάλασσα κι είναι στη μυρωδιά της μέσα που το ψάρι αστράφτει μάταια μην ψάχνεις Κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη πρέπει να παράπεσε η αληθινή σου μέρα Υπερούσιος πας ενώ πάνω από το κεφάλι σου απλώνεται ο βυθός με τα χρωματιστά του βότσαλα σαν άστρα».[5]

Ο Οδυσσέας Ελύτης μετουσιώνει την αλήθεια, την δική του και των άλλων, σε συνθήκη, ιδεατή και μη.. Προστρέχει στα πρόσωπα που επικοινωνούν, ενέχουν τον λόγο ως ποίηση και την ποίηση ως λόγο, που εκτίθενται στις προβολές του χρόνου, στις πτυχώσεις μίας ποίησης, η οποία όσο φέρει το δυνητικό, το ακέραιο,   άλλο τόσο φέρει και το υπαρκτό θραύσμα. Και η ιδιαίτερη σημαντικότητα της έγκειται στις δυνατότητες ‘κατακερματισμού’ του προφανούς, στις όψεις ανάδυσης μίας δι-ιστορικής ανθρωπινότητας η οποία  διαλέγεται και διαμεσολαβείται από το όριο της ύπαρξης: την τομή..

Θα μπορούσαμε να πούμε πως  ο Οδυσσέας Ελύτης με την ‘Μαρία Νεφέλη’, συστηματοποιεί τον δυϊσμό ρητό-άρρητο, ενέχοντας παράλληλα μία ουσιαστική αναφορά: το ότι η ποίηση και ο ποιητικός λόγος (ως συγκροτούμενο συμβάν) δομούνται εντός μαρτυρικών εγκλήσεων, διάστικτων από «ορατές» και «αόρατες» κινήσεις. «Διότι η οδύνη είναι ζωή», αναφέρει ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι στους ‘Αδελφούς Καραμάζοφ».[6] Και η ποίηση δύναται να εμβαθύνει στους κανόνες της οδύνης, του ‘τραύματος’ που περιλαμβάνει την μνήμη. Ο ποιητής επιδιώκει να προσδιορίσει τις δυνατότητες που έχει το ‘τραύμα’ να καταστεί οικείο, να επανεγγράψει το απαγορευμένο..

Αναφέρει η Τζούντιθ Μπάτλερ: «Το γεγονός ότι βρισκόμαστε πάντα σε κοινότητες με άλλες μορφές ζωής, σε κοινωνικές σφαίρες συνυφασμένων και διαφορετικά ενσαρκωμένων σωμάτων, λειτουργεί εξαρχής ως ένας παράγοντας που κλονίζει τη φαντασίωση του αυτάρκους ανθρώπινου υποκειμένου».[7]  Η ποίηση της ΄Μαρίας Νεφέλης’ ή η ποίηση στη ‘Μαρία Νεφέλη’ τείνει να αποδομήσει την έννοια του «αυτάρκους», του οριζόμενου ως ‘διαλεκτικά κανονικού’, ανατρέποντας την σειρά των πραγμάτων και διηγούμενη αντεστραμμένα: από την αρχή, αλλά όχι προς το τέλος, αλλά προς μία αρχή που μένει να πραγματοποιηθεί.. Μία ζωή και πολλές ζωές.[8]

Θέτοντας το  με άλλους όρους, τα δύο μείζονα ποιητική υποκείμενα (Μαρία Νεφέλη & Αντιφωνητής) ακέραια στο ύψος της δομής, αίρονται μαζί με την ακεραιότητα, για να ακουστεί όχι η απλή αφήγηση, αλλά ο ποιητικός λόγος επί των πραγμάτων, των συμβάντων και των ερωτικών πλεύσεων.. Ο Οδυσσέας Ελύτης  επαναφέρει στο πεδίο την διαρκή προσπάθεια για την συγκρότηση του ΄μνημονικού’ υποκειμένου. Η ‘Μαρία’ Νεφέλη’ συνιστά την συνήχηση των καιρών, την απόδοση της ποιητικής μαρτυρίας που κλίνει το γόνυ στην οριστική ‘αμαρτία’..

 Με τα λόγια του Σουδανού ποιητή Αλ Σαντίκ αλ Ράντι: «Το σώμα ενός πουλιού σπαρταρά στο σώμα μου ψελλίζοντας τραγούδια. Τα μάτια του αντανακλούν φως σκληρό κι απογυμνωμένο. ‘Πρέπει να διαρρήξεις τον ορίζοντα έστω μια φορά, γιατί μόνο έτσι θα αφυπνιστείς. Να ανοίξεις ένα ένα τα παράθυρα να στηρίξεις εσύ τους τοίχους σου’».[9]

Η ‘Μαρία Νεφέλη’ είναι η παρουσία και η ταυτόχρονη απουσία του δικαίου, η ενσάρκωση της ‘λεπτής’ περιοδολόγησης του χρόνου, της ενίοτε ακανόνιστης αίσθησης της ψηλάφησης..

via

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2022

Ναζίμ Χικμέτ Τούρκος ποιητής, από τις σημαντικότερες φωνές της τουρκικής λογοτεχνίας τον 20ο αιώνα.

Ο Ναζίμ Χικμέτ, αριστοκρατικής καταγωγής, γεννήθηκε το 1902 στη Θεσσαλονίκη. Γρήγορα η οικογένειά του μετακόμισε στο Καντικιόι της Κωνσταντινούπολης. Το 1912 φοιτά σε ιδιωτικό σχολείο. Ο επόμενος όμως χρόνος τον βρίσκει σε δημόσιο σχολείο. Το 1917 μπαίνει στη σχολή αξιωματικών του ναυτικού και φοιτά ως δόκιμος. Μια επίμονη πλευρίτιδα του στερεί τη δυνατότητα να υπηρετήσει τη θητεία του ως αξιωματικός.

Το 1921 ο Χικμέτ αποφασίζει να ενταχθεί στον «Πόλεμο Ανεξαρτησίας» του Κεμάλ, στην Ανατολή. Στο δρόμο συναντιέται με Τούρκους Σπαρτακιστές φοιτητές, που είχαν απελαθεί από τη Γερμανία. Απ’ αυτούς μαθαίνει για τους Μαρξ, Ενγκελς κι έρχεται σε επαφή με την κομμουνιστική ιδεολογία. Στην πεζοπορία του προς την Αγκυρα γίνεται μάρτυρας της φτώχειας και δυστυχίας των αγροτών της Ανατολής και συνειδητοποιεί το μέγεθος των κοινωνικών προβλημάτων της χώρας.

Την ίδια στιγμή, η αστική επανάσταση του Κεμάλ δεν μπορεί να καταργήσει τις ταξικές διαφορές, πράγμα αντικειμενικό, κάτι που διαπιστώνει και ο ίδιος. Ενώ ζητά να σταλεί στο μέτωπο, τελικά στέλνεται ως δάσκαλος στην πόλη Μπολού. Εκεί ενημερώνεται για την Οχτωβριανή Επανάσταση και αποφασίζει να ταξιδέψει στην ΕΣΣΔ. Στο ταξίδι του πληροφορείται τη δολοφονία του ιδρυτή του Τουρκικού Κομμουνιστικού Κόμματος Μουσταφά Σουπχί και 14 συντρόφων του.

Το 1922 γίνεται μέλος του Κόμματος των Μπολσεβίκων – ΠΚΚ (μπ) και του Κομμουνιστικού Κόμματος Τουρκίας. Σπουδάζει στο Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των Εργατών της Ανατολής (ΚΟΥΤΒ). Γνωρίζεται με τον Μαγιακόφσκι, με φουτουριστές και κονστρουκτιβιστές καλλιτέχνες.

Το 1924 πεθαίνει ο Λένιν. Ο Ναζίμ στέκεται τιμητική φρουρά στο φέρετρο.

«Είμαι ένας κομμουνιστής ποιητής …»

Επιστρέφει στην Τουρκία και το 1925 συνεργάζεται με τα πολιτικά περιοδικά «Διαφώτιση» και «Σφυροδρέπανο», προσκείμενα στο ΤΚΚ. Κηρύσσεται στρατιωτικός νόμος, καταργείται η ελευθερία του Τύπου και διώκονται οι κομμουνιστές. Ο Ναζίμ διαφεύγει στη Σμύρνη. Αποστολή του η οργάνωση παράνομου κομματικού τυπογραφείου. Καταδικάζεται, ερήμην, σε 15 χρόνια φυλακή. Μεταμφιεσμένος και χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα δραπετεύει στην ΕΣΣΔ, όπου συνθέτει ποιήματα και πάνω από 30 θεατρικά, που όμως δε διασώζονται.

Στην Τουρκία ξεκινούν καινούργιες δίκες κομμουνιστών. Το 1928 καταδικάζεται, ερήμην, σε 3 μήνες φυλακή. Τον Ιούλη, επιστρέφοντας παράνομα στην Τουρκία, συλλαμβάνεται στα σύνορα και φυλακίζεται στην Αγκυρα απ’ όπου αποφυλακίζεται μετά από 7μηνη κράτηση.

Το 1929 κυκλοφορεί η πρώτη του ποιητική συλλογή σε λατινικό αλφάβητο «835 στίχοι». Η συλλογή περιλαμβάνει ποιήματα γραμμένα στην ΕΣΣΔ με έντονη τη σφραγίδα του κονστρουκτιβισμού. Σημειώνει μεγάλη επιτυχία για τις καινοτομίες που εισάγει στη μορφή και στο περιεχόμενο της τουρκικής ποίησης. Παρά την αναγνώρισή του, δεν βρίσκει δουλειά λόγω της κομμουνιστικής του στράτευσης.

Στο μακροσκελές του ποίημα «Η Τζοκόντα και ο Σι-Για-Ου» καλεί την Τέχνη να συμμετέχει στον επαναστατικό αγώνα. Το 1930 κυκλοφορεί δίσκος με τον ποιητή να διαβάζει ποιήματά του.
Για την ποιητική του συλλογή «Η πόλη που έχασε τη φωνή της», εμπνευσμένη από απεργία στα μέσα μεταφοράς, συλλαμβάνεται, αφήνεται όμως ελεύθερος λόγω πίεσης του μεγάλου λαϊκού ακροατηρίου της δίκης. Στην απολογία τουμ το 1931 ο Χικμέτ αναφέρει: «Είμαι ένας Κομμουνιστής ποιητής και κάθε μέρα προσπαθώ να γίνω καλύτερος Κομμουνιστής και καλύτερος ποιητής».

Το 1933 συλλαμβάνεται ξανά και απαγορεύεται η κυκλοφορία ποιητικής του συλλογής. Υπόδικος μεταφέρεται από την Κωνσταντινούπολη στις φυλακές της Προύσας, όπου ξεκινά τη συγγραφή του εξαιρετικού «Το έπος του Σεΐχη Μπεντρεντίν». Ο δημόσιος κατήγορος απαιτεί να καταδικαστεί σε θάνατο.

Τον Γενάρη 1934 καταδικάζεται σε 5 χρόνια φυλάκιση, τον Αύγουστο αποφυλακίζεται με γενική αμνηστία. Προσλαμβάνεται ως συντάκτης στις εφημερίδες «Απογευματινή» και «Αυγή» όπου υπογράφει με το ψευδώνυμο Ορχάν Σελίμ. Γράφει κινηματογραφικά σενάρια. Στα περισσότερα το όνομά του δεν αναφέρεται ή υπογράφει με ψευδώνυμο είτε για λόγους πολιτικούς, είτε γιατί το περιεχόμενό τους δεν τον εκφράζει.

Το 1935 δημοσιεύει το αφηγηματικό του ποίημα «Γράμματα στην Ταράντα – Μπαμπού», για την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας στην Αιθιοπία. Το 1936 στην μπροσούρα «Γερμανικός φασισμός και ρατσισμός» καταγγέλλει τη στενή σχέση φασισμού, καπιταλιστικών συμφερόντων και πολέμου. Στο «Επος του Σεΐχη Μπεντρεντίν» ο Χικμέτ ιστορικοποιεί την αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Δώδεκα χρόνια στη φυλακή

Στις 17 Γενάρη του 1938 συλλαμβάνεται ξανά στη βάση σκευωρίας και περνά Στρατοδικείο, κατηγορούμενος για υποκίνηση των δοκίμων σε ανταρσία. Καταδικάζεται σε 15 χρόνια φυλακή.
Το 1939 καταδικάζεται σε ακόμα 20 χρόνια φυλακή. Το 1940 οδηγείται στις φυλακές της Προύσας.

Η επαφή του με τους λαϊκούς ανθρώπους επιδρά στην ωρίμανση της γλώσσας και της ποίησής του, που γίνεται πιο μεστή και απλή. Ο Χικμέτ, ακολουθώντας τη διεθνή πρακτική των φυλακισμένων κομμουνιστών, μετατρέπει τη φυλακή σε ένα πραγματικό σχολείο για τους συγκρατούμενούς του με μαθήματα γλώσσας, λογοτεχνίας, Γαλλικών, αλλά και βασικών αρχών μαρξισμού.

Το 1941 ξεκινά τη συγγραφή του μνημειώδους έπους «Ανθρώπινα τοπία». Συνεχίζει τις μεταφράσεις, γράφει κινηματογραφικά σενάρια, φτιάχνει ξυλόγλυπτα και ζωγραφίζει πίνακες για βιοπορισμό. Υποφέρει από παθήσεις και αϋπνίες.

Το 1945 ξεκινά τη συγγραφή μιας σειράς ποιημάτων με τη μορφή επιστολών προς τη γυναίκα του, που ξεπερνούν τα όρια της προσωπικής σχέσης τους, με τον τίτλο «Ποιήματα των 9 και 10 μ.μ.». Συνεχίζει με τα «Ανθρώπινα τοπία», και παράλληλα με τα «Ρουμπαγιάτ» με παραδοσιακή μορφή περσικών τετράστιχων, αλλά με σύγχρονο διαλεκτικό – υλιστικό, κοινωνικό και επαναστατικό περιεχόμενο.

Το 1948 τα προβλήματα υγείας του επιδεινώνονται. Ξεσπά κύμα διεθνιστικής αλληλεγγύης για την απελευθέρωσή του. Διανοητές όπως οι Ελυάρ, Κιουρί, Νερούντα, Σαρτρ, Πικάσο ζητούν την απελευθέρωσή του. Το 1950, μετά από επαναλαμβανόμενες απεργίες πείνας, κατακτά την αποφυλάκισή του.

Το Νοέμβρη του ’50 τού απονέμεται στη Βαρσοβία το Παγκόσμιο Βραβείο Ειρήνης μαζί με τους Πικάσο, Ρόμπσον, Γουάντα Τζακουμπόσκα και Νερούντα. Στον ίδιο απαγορεύεται να παραβρεθεί στην τελετή.

«Πρεσβευτής» του σοσιαλισμού και της ειρήνης

Το 1951 ο Ναζίμ καλείται στην Αγκυρα για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία με στόχο να χαθεί κάπου στα βάθη της Ανατολής. Εγκαταλείπει την Τουρκία. Στα διεθνή ύδατα επιβιβάζεται σε ρουμάνικο πλοίο. Το τουρκικό Κοινοβούλιο τον ανακηρύσσει προδότη και του αφαιρεί την τουρκική υπηκοότητα. Μέσω Βουκουρεστίου φθάνει στη Μόσχα. Τον υποδέχεται με τιμές η Ενωση Συγγραφέων.

Στη Μόσχα δημοσιεύει έργα του, ανεβάζει θεατρικά και αρθρογραφεί στον Τύπο. Συμμετέχει στο Φεστιβάλ Νεολαίας στο Βερολίνο και στο Συνέδριο για την Ειρήνη στη Βιέννη.
Τον επόμενο χρόνο, στο Πεκίνο παθαίνει την πρώτη καρδιακή προσβολή που ακολουθείται από δεύτερη στο Βερολίνο, σε πορεία ενάντια στον πόλεμο της Κορέας.
Το 1953 συμμετέχει στο δεύτερο Παγκόσμιο Συνέδριο Ειρήνης. Συναντάται με τους Αραγκόν, Σαρτρ, Ριβέρα, Νερούντα.

Το 1954 τον βρίσκει να γράφει σειρά ποιημάτων με έντονη νοσταλγία για τα αγαπημένα πρόσωπα και τον τόπο του, αλλά και ποιήματα εμπνευσμένα από τα ιδανικά του σοσιαλισμού και της αντιιμπεριαλιστικής πάλης. Παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας ταξιδεύει και στηρίζει τους λαούς που υποφέρουν, που αγωνίζονται. Μόνο οι ΗΠΑ τού αρνούνται τη βίζα.

Γνωρίζεται με τον Γιάννη Ρίτσο. Το 1956 γράφει το θεατρικό «Υπήρξε ή όχι ο Ιβάν Ιβάνοβιτς;» Το 1958 συμμετέχει στο συνέδριο των Ανατολικών Συγγραφέων στην Τασκένδη. Το 1961 ταξιδεύει στην Κούβα της Επανάστασης και συνθέτει το «Ρεπορτάζ στην Αβάνα» και την «Αυτοβιογραφία».

Το 1962 ανακηρύσσεται Σοβιετικός πολίτης. Ξεκινά το μοναδικό του μυθιστόρημα με έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία «Η ζωή είναι ωραία, αδελφέ μου», που στην ΕΣΣΔ εκδόθηκε ως «Οι Ρομαντικοί».

Το 1963 συμμετέχει στο Συνέδριο Ασιατών και Αφρικανών συγγραφέων στην Τανζανία, γράφει το ποίημα «Ρεπορτάζ από την Τανγκανίκα» και ολοκληρώνει το μυθιστόρημα «Οι Ρομαντικοί».

Πεθαίνει από καρδιακή προσβολή στις 3 Ιούνη 1963, στη Μόσχα.

Αυτό Είναι

Είμαι μέσα στο φως που προχωρεί
Tα μάτια μου είναι πλημμυρισμένα από πόθους
Ειν’ ωραίος ο κόσμος
Ειν’ ωραίος ο κόσμος

Τα μάτια μου δεν κουράζονται να βλέπουνε τα δέντρα
Τα δέντρα τα τόσο γεμάτα από ελπίδα
Τα δέντρα τα τόσο πράσινα

Ένα μονοπάτι ηλιόλουστο τραβάει μέσα απ’ τις μουριές
είμαι στο παράθυρο του νοσοκομείου
Δε νιώθω τη μυρωδιά των γιατρικών
Κάπου πρέπει ν’ ανθίζουν τα γαρούφαλα
Δε νιώθω τη μυρωδιά των γιατρικών

Το ζήτημα δεν είναι να είσαι αιχμάλωτος
Το να μην παραδίνεσαι αυτό είναι

 via

Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2022

«Η αγκαλιά εκφράζει όσα δεν μπορείς να πεις»

 

Αγκαλιά. Κάτι τόσο απλό, τόσο καθημερινό, αλλά ταυτόχρονα τόσο πηγαίο, τόσο ρομαντικό μέσα στην λιτότητα του. Δυο χέρια μπορούν να κάνουν πολλά και ίσως το να αγκαλιάσουν είναι από τα πιο σημαντικά και σπουδαία, τα πιο ουσιαστικά.Υπάρχουν στιγμές που η κίνηση αυτή είναι απαραίτητη για να συμπληρώσει ένα αληθινό συναίσθημα. Μέσα σ’ αυτήn, ανακαλύπτεις έναν κόσμο αλλιώτικο, για δευτερόλεπτα απομονώνεσαι από την πολύβουη καθημερινότητα, είσαι απλά εκεί με την ανθρώπινη υπόστασή σου να λειτουργεί στο έπακρο, μόνο και μόνο γιατί κάνεις αυτό για το οποίο είσαι εκ φύσεως προορισμένος. Νιώθεις. Με όλα σου το είναι, την καρδιά, την ψυχή.Και τότε είναι που ξεκινάει ο διάλογος των δύο σωμάτων. Το ένα αφηγείται και το άλλο ακούει προσεκτικά. Και όσο πιο δυνατά μιλάει μια αγκαλιά, τόσο πιο δυνατά και γρήγορα χτυπάει και η καρδιά του ακροατή. Είναι περίεργο πώς κάτι τόσο μικρό είναι ταυτόχρονα και τόσο μεγάλο,τόσο σημαντικό.

Και δε μιλάω για εκείνες τις άδειες αγκαλιές, τις ανούσιες που περνάνε αδιάφορες. Μιλάω για εκείνες που κάνουν την καρδιά να βλέπει καθαρά. Ξέρεις, αυτές που γίνονται σε σταθμούς τραίνων, σε λιμάνια, σε αεροδρόμια, εκείνες που έγιναν μετά από καβγάδες, που έγιναν όταν αυτά που ήθελες να πεις ήταν τόσα που δεν μπορούσες διαφορετικά να τα εκφράσεις.

Όπως και να το πεις αλλιώς, η αγκαλιά είναι πράξη, γι’ αυτό μένει. Ακόμη και όταν τα σώματα φύγουν, εκείνη θα είναι ακόμη πίσω, στο ίδιο σημείο καλοφτιαγμένη και σφιχτή. Έχει κλείσει μέσα της όλα όσα ειπώθηκαν, τις μυρωδιές των δυο ατόμων, τα βλέμματά τους, τα συναισθήματά τους. Και αυτό συμβαίνει γιατί η διαδικασία της είναι πολύπλοκη. Ενεργοποιεί όλες τις αισθήσεις, αφήνει αναμνήσεις οι οποίες δεν έχουν να κάνουν μόνο με την αφή, την επαφή. Είναι η επικοινωνία του ψυχισμού, που για να γίνει σωστά και ολοκληρωμένα χρειάζεται την συσπείρωση όλων των υπολοίπων αισθήσεων.

Η επικοινωνία τελικά, δεν έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με την ομιλία. Δυο σώματα, μπορούν να επικοινωνήσουν, να συζητήσουν με μια δική τους και μόνο διάλεκτο, με τη σαρκική επαφή, με ό,τι μια αγκαλιά προσφέρει. Η αγκαλιά έχει τη δική της γλώσσα, μια γλώσσα που δε χρειάζεται πτυχία και διδασκαλία για να τη μάθεις. Είναι τόσο απλή, η ικανότητα να την εκφράσεις κρύβεται μέσα σου. Απλά χρειάζεται ένα ιδιαίτερο ερέθισμα, το οποίο συνήθως είναι εσωτερικό και καθαρά προσωπικό.

Είναι γεγονός πως συνηθίζουμε πια να είμαστε πιο εσωστρεφείς και να μην ανοιγόμαστε γι’ αυτά που νιώθουμε. Έλα όμως που τελικά υπάρχει κάτι που μπορεί να μαρτυρήσει ό,τι κρύβεις ή αποφεύγεις να πεις. Η αγκαλιά είναι έκφραση με ένα τεράστιο λεξιλόγιο και χιλιάδες αποχρώσεις από συναισθήματα. Καταφέρνει να προφέρει αγάπη, ειλικρίνεια, φόβο, έρωτα, πάθος μέχρι και αγωνία, ειρωνεία, στεναχώρια. Είναι φάρμακο και λύτρωση, ανακούφιση, συναίνεση, επιβεβαίωση. Είναι τα κρυφά πάθη και τα μυστικά σου, οι ανησυχίες σου και οι φόβοι σου που θωρακίζονται μέσα σ’ ένα ζευγάρι χέρια.

Είναι λόγια ανείπωτα οι αγκαλιές, γι’ αυτό μην τις σπαταλάς, ούτε να τις περιφρονείς. Ανοίγουν τα μάτια της ψυχής, που συνήθως βλέπουν καλύτερα από τα κανονικά, σε φέρνουν σε κοινή πορεία με έναν πολύπλοκο ψυχισμό παρόμοιο με το δικό σου. Στην τελική, σε κάνουν περισσότερο άνθρωπο στο χάος που ζεις, σ’ εξευγενίζουν, σε ηρεμούν.

Έλλη Β. Ζάχου

πηγή : pillowfights.gr

Πόσες φόρες μια αγκαλιά δεν εξέφρασε όσα εμείς δεν μπορέσαμε; Είναι αλήθεια, μπορεί να μιλήσει πιο πολύ από εμάς, να εκφράσει όλα εκείνα τα οποία εμείς κωλώσαμε να ομολογήσουμε όταν ήταν η κατάλληλη στιγμή. Όταν εμείς, σαν κλειστοί τύποι, εγωιστές, φοβητσιάριδες απέναντι στο συναίσθημά μας, σιωπήσαμε, η αγκαλιά μας μπόρεσε να πει το «σ’αγαπάω», το «σε θέλω», το «μου έλειψες», το «μη φύγεις», το «σ΄ευχαριστώ», το «συγγνώμη».Οι αγκαλιές επικοινωνούν με το δικό τους, ιδιαίτερο τρόπο. Τα σώματα πλησιάζουν σαν δυο αντίθετοι πόλοι, τα χέρια ανοίγουν, η ψυχή αφήνεται, χαλαρώνει.

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2022

Το Zatopek και η νέα μόδα των βιβλιοπωλείων-cafe-bar-resto

Zatopek, το νέο βιβλιοπωλείο-καφέ-μπαρ-ρεστό του Δημήτρη Ανανιάδη και της Εύη Γεροκώστα στην Καλλιθέα. Η νέα τάση: βιβλιοπωλεία που προσφέρουν καφέ, σνακ, ποτό. Παρασκευή βράδυ ημέρα εγκαινίων, κόσμος πολύς στα τραπεζάκια στον πεζόδρομο δίπλα στο πάρκο Ιλισού στην Καλλιθέα, μουσική, ευχές για μακροημέρευση, μαργαρίτες και πίτσες, ατμόσφαιρα γιορτής, κι όσο ωραία κι αν είναι έξω, μπαίνεις μέσα και δεν θέλεις να βγεις. Όπου και να κοιτάξεις, από τις πολυθρόνες και τα τραπέζια, μέχρι τους τίτλους των βιβλίων στα ράφια, όλα όμορφα και στη θέση τους.

Τετάρτη μεσημέρι, έχουμε έρθει να μάθουμε την ιστορία του καφέ-βιβλιοπωλείου με το παράξενο όνομα Zatopek. Καθόμαστε στο τραπέζι με τον Δημήτρη, θα έρθει και η Εύη, και όσο ξεκινάμε την κουβέντα επιμένουν να δοκιμάσουμε το σάντουιτς με μορταδέλα Δράμας, κατσικίσιο τυρί Γαλλίας, τσάτνεϊ ντομάτας και μία δροσιστική μπουκιά με δυόσμο, μαϊντανό, ντοματίνια στο φούρνο και γούστερσος.

Συζητάμε για τα σόσιαλ μίντια και πώς μαθαίνουμε να ζούμε στις φούσκες μας σαν αυτός να είναι ο κόσμος, αλλά και πόσο πολύτιμοι είναι οι φίλοι στο Facebook μια που μέσω αυτών μαθαίνεις για ωραία, καινούργια πράγματα. Ήμουν ένα από τα περίπου 250 αιτήματα φιλίας που μου λέει ότι έλαβε μετά τα εγκαίνια, «πολλοί φίλοι που ήρθαν έκαναν αναρτήσεις, μετά κοινοποιήθηκε και από ανθρώπους που δεν ήξερα, έψαχνα να βρω ποιοι έκαναν share να τους ευχαριστήσω, με συγκίνησε όλη αυτή η υποδοχή...».

Zatopek. Η νέα τάση, βιβλιοπωλεία που προσφέρουν καφέ, σνακ, ποτό

Δεν είναι μόνο ότι είναι τόσο όμορφος ο χώρος που αξίζει έτσι κι αλλιώς την προσοχή μας, έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον και αυτή η ιδέα που φέρνει, ότι πας σε ένα μέρος για καφέ ή ποτό, για να τσιμπήσεις κάτι (και μάλιστα γκουρμέ!), και μαζί για να διαβάσεις, να χαζέψεις ή να αγοράσεις βιβλία. Όπως μου λέει ο Δημήτρης «υπάρχουν μερικά ακόμα καφέ-βιβλιοπωλεία στην Αθήνα, το αγαπημένο Little Tree στο Κουκάκι (απ' όπου και οι ίδιοι ξεκίνησαν), τα δραστήρια Free Thinking Zone στο Κολωνάκι και Booktalks στο Φάληρο, το πανέμορφο Kafka στην Αλεξανδρούπολη, αλλά σαν κόνσεπτ δεν είναι ακόμα πολύ συνηθισμένο στην Ελλάδα».

Οι άνθρωποι έρχονται για να πάρουν βιβλία ή για να πιούν καφέ;

Έρχονται να πιοyν καφέ ή ποτό το βράδυ, και μπορεί να αγοράσουν ή απλώς να χαζέψουν τους τίτλους και να διαβάσουν τα οπισθόφυλλα, να περιηγηθούν στα ράφια. «Σε τέτοιου είδους χώρους το βιβλίο απομακρύνεται κάπως από το αυστηρό πλαίσιο του αμιγούς βιβλιοπωλείου –παρότι όλοι μας περάσαμε άπειρες ώρες στο υπόγειο του Βιβλιοπωλείου της Εστίας ή στην Πολιτεία στραβολαιμιάζοντας, είναι κι αυτή μία σχεδόν κατανυκτική αναζήτηση–, ωστόσο εδώ τα βιβλία αποκτούν μια εξωστρέφεια, συνδυάζονται με χαρούμενα πράγματα». 

Τα βιβλία κομμάτι της ζωής, ανάμεσα σε φίλους και παρέες. «Είναι πολύ ωραίο να βλέπεις να πιάνουν κουβέντα θαμώνες από διαφορετικά τραπέζια, ή να σηκώνονται, ας πούμε, δύο από μια παρέα για να χαζέψουν τα βιβλία, ίσως αγοράσουν κάτι ή και όχι, κουβεντιάζοντας για τίτλους και συγγραφείς, και μετά να συνεχίζουν το κρασί τους». Άσε που με ένα βιβλίο ανά χείρας, σε ένα καφέ-μπαρ, δημιουργείται η ευκαιρία για γνωριμίες/φλερτ (!), σχολιάζουμε γελώντας. Εξάλλου, ο χώρος είναι φιλικός και για ανθρώπους που προτιμούν τη μοναξιά τους, έναν ήσυχο καφέ συνοδεία κάποιου από τα βιβλία που θα βρουν στα ράφια. «Πολλοί το κάνουν», λέει η Εύη. «Στο Little Tree είχαμε κόσμο που ερχόταν και διάβαζε προσεχτικά και τέλειωνε το βιβλίο πίνοντας κάτι - δεν πειράζει, κι αυτό μας δίνει χαρά, αν δεν έχει τη δυνατότητα αγοράς ας το διαβάσει εκεί, αρκεί να αντιμετωπίσει το αντίτυπο με σεβασμό. Κάποιος, θυμάμαι, διάβασε τα άπαντα του Γκανά σε δύο καφέδες!» 

Μέσα, σε ένα τραπέζι, μια κοπέλα με το λάπτοπ της. «Σε λίγο θα αρχίσουν να έρχονται φοιτητές που κάνουν εργασίες, μεταπτυχιακά, διαβάζουν ή κάνουν τη δουλειά τους. Υπάρχει μια ησυχία που το επιτρέπει, η μουσική φροντίζουμε να είναι απαλή, θέλουμε το ήρεμο κλίμα να μεταφέρεται και από τους ανθρώπους που εργάζονται εδώ». 

Μια ευκαιρία που γεννήθηκε από την κρίση


Πες μας, Δημήτρη, για το Little Tree. «Κάποιος στο φμπ έφραψε πως με το Zatopek κάναμε το επόμενο βήμα, και μου άρεσε. Το ξεκινήσαμε πριν από 6 χρόνια με τρία φιλικά ζευγάρια, είναι κοινωνική συνεταιριστική επιχείρηση. Ο ίδιος χώρος, προηγουμένως, στέγαζε τις εκδόσεις Little Tree». Η ιστορία που μας διηγείται είναι μια ιστορία της πόλης και των ανθρώπων της στα χρόνια της κρίσης. Ο Δημήτρης εργάστηκε ως επιμελητής εκδόσεων, συγγραφέας Travel Guides και εκδότης των τουριστικών εκδόσεων Little Tree, μία προσπάθεια που, παρά την επιτυχία της σε πωλήσεις, έληξε άδοξα μετά τις διαδοχικές πτωχεύσεις μεγάλων αλυσίδων του χώρου. «Τότε ήρθε η ιδέα να το μετατρέψουμε, με μερικούς φίλους, σε καφέ-βιβλιοπωλείο». 


Το Little Tree ήταν μία από τις ευκαιρίες που γεννήθηκαν μέσα στην κρίση. Σήμερα, στο εξωτερικό ανοίγουν όλο και περισσότερα βιβλιοπωλεία-καφέ, είναι μία σχετικά νέα τάση. Σχολιάζουμε ότι σχετίζεται και με την επέλαση της εικόνας, μέσω Pinterest ή και Instagram, όταν άρχισε να δημιουργείται ένα ολόκληρο αισθητικό σύμπαν από βιβλιοθήκες και πολυθρόνες δίπλα σε ουίσκι και καφέδες που συνδύαζε τα βιβλία με μια comfort αίσθηση. 

H νέα τάση στα βιβλιοπωλεία θέλει εξωστρέφεια και σχέση με τον βιβλιοπώλη


O Δημήτρης ανοίγει τη συζήτηση λέγοντας ότι υπάρχει μια γενικότερη τάση στο εξωτερικό περιορισμού των τεράστιων αλυσίδων και ανόδου των ανεξάρτητων βιβλιοπωλείων. Εδώ η τάση αυτή δεν έχει φανεί ακόμα σε όλη της την έκταση, ωστόσο παρατηρείται και στην Ελλάδα, με ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία εξαιρετικής ποιότητας και αισθητικής, που αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά του βιβλίου. «Ενδεικτικό της νέας αυτής τάσης είναι και η εξαγορά των αλυσίδων Waterstones της Βρετανίας και Barnes & Noble της Αμερικής από μεγάλη επενδυτική εταιρεία, που σχεδιάζει τη μετατροπή των βιβλιοπωλείων τους από τις τεράστιες βιβλιοθήκες των δεκάδων χιλιάδων τίτλων σε μικρότερους χώρους, στη λογική της εκδοτικής πρότασης, της ανάπτυξης σχέσης με τους βιβλιοπώλες, της χαλαρότητας που μπορεί να προσφέρει ένα ζεστό ρόφημα ή ένα σνακ ανάμεσα στα ράφια. Ίσως η επιτυχία του e-shopping καθιστά τα μεγάλα βιβλιοπωλεία λιγότερο απαραίτητα, με τους σύγχρονους ρυθμούς ζωής πολλοί δυστυχώς θα προτιμήσουν να παραγγείλουν τα βιβλία τους από μία βόλτα στο βιβλιοπωλείο».


Το βιβλίο πρέπει, λοιπόν, να γίνει πιο ελκυστικό. Αυτό σημαίνει την επαναδημιουργία μιας σχέσης με τον βιβλιοπώλη, οι περισσότεροι χρειαζόμαστε καθοδήγηση, η περιέργεια δεν φτάνει. «Η προσωπική επαφή με τον βιβλιοπώλη θεωρείται ως ο πιο σημαντικός παράγοντας για την άνοδο των ανεξάρτητων βιβλιοπωλείων», λέει ο Δημήτρης. «Και έχουμε τέτοια μικρά βιβλιοπωλεία στις γειτονιές της Αθήνας που επιτρέπουν αυτή τη σχέση, όπως για παράδειγμα η Κουκκίδα στη Νέα Σμύρνη, το Λεμόνι στο Θησείο, οι Πλειάδες και το Λεξικοπωλείο στο Παγκράτι, ο Σπόρος στην Κηφισιά, το Επί Λέξει και ο Ναυτίλος και πολλά άλλα, και φυσικά η Πολιτεία, το πληρέστερο ανεξάρτητο βιβλιοπωλείο. Σε αυτούς τους χώρους εργάζονται άνθρωποι που αγαπούν το βιβλίο και το ξέρουν, που μπορείς να τους πεις αν σου άρεσε αυτό που σου πρότειναν ή να τους ρωτήσεις τι άλλο να διαβάσεις και πουγνωρίζουντις προτιμήσεις σου». Να και κάτι αισιόδοξο, μέσα από το χάος των κοινωνικών δικτύων και το απρόσωπο που μας περιβάλλει, μοιάζει να δημιουργείται εκ νέου η ανάγκη για επαφή και σχέση.


Σκανδιναβικές πολυθρόνες και προσωπική εργασία


Δεν γίνεται να μη μιλήσουμε για το ντιζάιν και τα έπιπλα του Zatopek –το ένα πιο όμορφο από το άλλο– που σε κάνουν να νιώθεις σαν στο σπίτι σου, ή σαν σε ένα ωραίο σπίτι, και όλως παραδόξως η συζήτηση προκύπτει από την ερώτηση: Οι δυσκολίες ποιες είναι; «Οι δυσκολίες είναι οικονομικές. Αν δεν έχεις αρκετά χρήματα είσαι αποκλεισμένος από τον τραπεζικό δανεισμό, οπότε πρέπει να βρεις κεφάλαια από το πουθενά, άρα γίνονται όλα με πολλή πίεση και άγχος, και με άπειρη προσωπική εργασία, σχεδόν αποκλειστικά, για να συμπιεστεί το κόστος».


Να μια ακόμα ωραία ιστορία. Ο Δημήτρης και η Εύη παρήγγειλαν τα υλικά και έστησαν τις βιβλιοθήκες, χρειάστηκε να γκρεμίσουν, να τρίψουν, να βάψουν και να βερνικώσουν, έκαναν τα βασικά υδραυλικά και ηλεκτρολογικά. Δεν μπορείς παρά να σκεφτείς πως είναι δύο πάρα πολύ ικανοί άνθρωποι. «Δεν γινόταν ωστόσο αλλιώς, ό,τι δεν ξέραμε χρειάστηκε να το μελετήσουμε στο Youtube, how to build... a bar, ατελείωτες ώρες προσωπικής εργασίας. Οπότε ό,τι μερεμέτια χρειάζεστε... αυτό είναι το plan b!» λέει ο Δημήτρης και γελάμε. Μετά από μήνες ελάχιστου ύπνου, «είμαστε πολύ χαρούμενοι, βγήκε ακριβώς όπως το θέλαμε και το είχαμε φανταστεί».


Και τα έπιπλα; Αυτές οι τέλειες σκανδιναβικές πολυθρόνες που χαζεύαμε το βράδυ των εγκαινίων; «Έχω ένα πάθος με τους παλιατζήδες και τα παζάρια από μικρός, έχω ήδη δύο αποθήκες γεμάτες κάδρα, λαμπατέρ, πολυθρόνες, χρησιμοποιήσαμε κάποια από αυτά, αγοράσαμε κι άλλα. Κάτι που μπορεί να στοιχίζει 200 ευρώ σε μία αντικερί μπορεί να το βρεις σε ένα παζάρι 10 ευρώ, μετά χρειάζεται τρίψιμο, βερνίκια... Τα τραπεζάκια τα πήραμε μεταχειρισμένα, τους αλλάξαμε καπάκια και χρώμα στη βάση, κάθε τι που βλέπεις χρειάστηκε πολλή δουλειά. Όσο για τα σκανδιναβικά, που λες, μου αρέσουν πολύ, έχουμε 3-4 κομμάτια, danish design έπιπλα που βρίσκεις πανάκριβα στο ebay, μας στοίχισαν ελάχιστα και αρκετή εργασία». Kαι ο τεράστιος, επιβλητικός φίκος άμστελ που δεσπόζει στο χώρο; «Πάντα ήθελα να έχω ένα δέντρο μέσα στο μαγαζί. Τον ήθελα οπωσδήποτε, είναι το πιο ακριβό από τα της διακόσμησης»


Zatopek: Κάτι πολύ νόστιμο να φας και τα καλύτερα κοκτέιλ της περιοχής! 


Το σάντουιτς που τρώμε όσο μιλάμε είναι φα-ντα-στι-κό, όπως και το Zatopek Breeze, ένα δροσιστικό απεριτίφ που μας προσφέρει ο Άγγελος Ταλεντζάκης ο οποίος κάθεται μαζί μας λίγο στο τραπέζι. Ο Άγγελος, μας λέει ο Δημήτρης, είναι σημαντική προσθήκη, έχει δουλέψει πολλά χρόνια στο χώρο της εστίασης, έχει σπουδάσει μόδα και φωτογραφία, αλλά επίσης αγαπάει πολύ αυτό που κάνει, για 11 χρόνια ζούσε και εργαζόταν στο Λονδίνο. «Είναι φίλος, έχει ενθουσιαστεί με το κόνσεπτ, και με τον Άγγελο στο μπαρ θα έχουμε σίγουρα τα καλύτερα ποτά και κοκτέιλ στην περιοχή, ενώ ο ίδιος έχει πάντα κάποιες ιδέες για τα πιάτα που τα απογειώνουν».


Στον κατάλογό τους έχουν 3-4 είδη σάντουιτς, μία τάρτα λαχανικών, πίτσες, μία σαλάτα, ποικιλία τυριών, όλα με υλικά από επιλεγμένους παραγωγούς, ένα εξαιρετικό ψωμί - λαδόψωμο ωρίμανσης με προζύμι, και επίσης κρουασάν, κέικ, μηλόπιτα για τον καφέ, γλυκά ημέρας. Σχεδιάζουν κυριακάτικο brunch, ίσως με κάποιο live, και στο μέλλον θέλουν να προσθέσουν και ένα δυο πιάτα ημέρας. Έχουν μεγαλόπνοα σχέδια, όλα όσα σκέφτονται αρχίζουν και τελειώνουν στον ενθουσιασμό και την αγάπη τους για αυτό που κάνουν.


Καλορίζικο, καλές δουλειές, τη Δευτέρα είστε κλειστά;


Δεν είπαμε για το όνομα! «Ο Ζatopek ήταν ένας Τσεχοσλοβάκος μαραθωνοδρόμος που έτρεχε από το ’48 έως το 50κάτι, πολύ ενδιαφέρουσα προσωπικότητα. Το χαρακτηριστικό του ήταν ότι έτρεχε πολύ άτσαλα, νόμιζες ότι θα πέσει, στους Ολυμπιακούς του 1952 πήρε τρία χρυσά στα 5, 10 χιλιόμετρα και στον Μαραθώνιο τρέχοντας με αυτό τον ετοιμόρροπο τρόπο του». Όσο μιλάμε κόσμος περνάει και τους απευθύνεται, κάποιοι μπαίνουν να δουν τον χώρο, «τι όμορφο! καλές δουλειές!», «καλορίζικο, τη Δευτέρα κλείνετε;». Προς το παρόν!


Θα μπορούσε να είναι πολύ ωραίο και χωρίς τα βιβλία, όμως ο Δημήτρης και η Εύη δεν ήθελαν να κάνουν ένα μπαρ-καφέ. Η προσδοκία τους είναι ο χαρακτήρας του βιβλιοπωλείου να είναι πιο έντονος, και για να γίνει αυτό δεν αρκεί να πουλάνε βιβλία στα ράφια, σκοπεύουν να το συνοδεύουν με μια βιβλιοφιλική εξωστρέφεια που θα φέρει και τον κόσμο. «Θα κάνουμε παρουσιάσεις βιβλίων, θα φέρνουμε συγγραφείς και εκδόσεις που αγαπάμε, ανθρώπους του χώρου, θα γίνονται συζητήσεις, δρώμενα, και ήδη συζητάμε για μουσικά live από τον Οκτώβριο».


Ο Δημήτρης πρέπει να φύγει, σε μία ώρα πιάνει απογευματινή βάρδια, κι όταν τους λέω «έχετε φτιάξει ένα χώρο με αγάπη και αυτό το εισπράττει αυτός που έρχεται, νιώθει οικεία και ζεστά από την πρώτη στιγμή» με ευχαριστούν με την ίδια ευγένεια και ειλικρίνεια που νιώθεις παντού γύρω. Όσο για μένα, προτού φύγω μπαίνω λίγο μέσα και κάθομαι σε ένα από τα τραπέζια, το μυαλό μου τρέχει στις πιο κρύες μέρες και νύχτες που έρχονται, τι ωραία που θα είναι να βλέπεις από τα μεγάλα παράθυρα έξω τα δέντρα, να ακούς αυτή την ωραία μουσική και με μια ωραία παρέα ή και μόνος/η να ξεφυλλίζεις ένα βιβλίο πίνοντας ένα ζεστό ρόφημα.


Ακούγεται ινσταγκράμαμπολ, ακόμα πιο πολύ, όμως, παρηγορητικό. 


Zatopek, Π. Τσαλδάρη 209, Καλλιθέα


via

20+1 σπουδαίες γυναίκες μίλησαν για τη γυναίκα

8 Μαρτίου σήμερα κι η μέρα έχει κλίμα εορταστικό και άρωμα γυναίκας. Κάθε γυναίκα γιορτάζει για τα δικαιώματά της, από το δικαίωμα ψήφου μ...