Ο Ερρίκος Σλήμαν γεννήθηκε στο Νοϋμπούκοφ τού Μεκλεμβούργου Σβερίν τής Γερμανίας. Διέκοψε τις σπουδές του για οικονομικούς λόγους. Δούλεψε στα καράβια και ως υπάλληλος σε εμπορικό οίκο και σιγά-σιγά απέκτησε χρήματα. Άρχισε τότε να μαθαίνει 22 ξένες γλώσσες, μεταξύ αυτών και Αρχαία και Νέα Ελληνικά. Γοητεύτηκε από την ποίηση τού Ομήρου και συνέλαβε την ιδέα να αποδείξει ότι ο κόσμος τού Ομήρου υπήρξε στην πραγματικότητα και δεν ήταν μυθικές διηγήσεις. Για να πετύχει τον σκοπό αυτό διέθεσε όλα του τα χρήματα. Τελικά κατάφερε να εντοπίσει αρχαιολογικά ευρήματα στην Τροία, στις Μυκήνες και στην Τίρυνθα και πήρε άδεια να ξεκινήσει ανασκαφές. Οι νεότεροι ερευνητές και αρχαιολόγοι άσκησαν δριμύτατη κριτική στο έργο του, κατηγορώντας τον ότι χρησιμοποίησε κατά τις ανασκαφές του αντιεπιστημονικές μεθόδους και προκάλεσε ζημιές στα μνημεία.
Το 1869 ο Ερρίκος Σλήμαν, μετά το διαζύγιό του από τη Ρωσίδα πρώτη σύζυγό του, θέλησε η δεύτερη σύζυγός του να είναι Ελληνίδα με αρχαιοελληνική ομορφιά, να λατρεύει τον Όμηρο και να γνωρίζει την «Ιλιάδα». Όπως απαιτούσαν λοιπόν οι κοινωνικές συνθήκες τής εποχής, επικοινώνησε με τον παλαιό του φίλο Θεόκλητο Βίμπο, Επίσκοπο Μαντινείας, και τού ζήτησε να του προξενέψει μία Ελληνίδα για να παντρευτεί. Μεταξύ των άλλων φωτογραφιών κοριτσιών που τού πρότεινε ο Βίμπος ήταν και τής αγαπημένης του ανιψιάς Σοφίας Εγκαστρωμένου. Για να τη γνωρίσει ο Σλήμαν χρησιμοποίησε την ιδιότητά του και επισκέφτηκε το Αρσάκειο για να παρακολουθήσει μάθημα Αρχαίων Ελληνικών. Εκεί άκουσε τη Σοφία να απαγγέλει με παλλόμενη φωνή στίχους τής «Ιλιάδας». Ο Σλήμαν ήταν τότε 48 χρονών και η Σοφία 17. Εντυπωσιάστηκε από την ομορφιά της και αποφάσισε να τη ζητήσει σε γάμο.
Η οικογένεια τής Σοφίας αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα και δεν αντέδρασε στον γάμο αυτό, αφού έτσι θα εξασφαλιζόταν το μέλλον τής κόρης τους. Η τελετή έγινε στην εκκλησία τού Αγίου Μελετίου στον Κολωνό, όπου ήταν και το εξοχικό σπίτι τής νύφης. Η νεαρή άβγαλτη απόφοιτος τού Αρσακείου έπρεπε να μάθει μια νέα κοσμοπολίτικη ζωή στο Παρίσι, με επισκέψεις σε θέατρα, όπερα, μουσεία, δεξιώσεις, επαφές με αρχηγούς κρατών. Ο πάμπλουτος Ερρίκος Σλήμαν τής επέβαλε να μάθει πολλές ξένες γλώσσες και νέους τρόπους συμπεριφοράς. Η Σοφία στήριξε τον σύζυγό της όταν πέθανε η κόρη του από τον πρώτο γάμο και με μεγάλη επιτυχία τον ακολούθησε στην πραγματοποίηση όλων των στόχων που ο ίδιος είχε θέσει στη ζωή του.
Η Σοφία ήταν αφοσιωμένη σύζυγος και μητέρα. Η ζωή της δίπλα στον Σλήμαν δεν ήταν εύκολη. Εκείνη όμως αριστοτεχνικά κράτησε το μέτρο στις διαφορές που παρουσιάστηκαν μεταξύ του συζύγου και της οικογενείας της. Φρόντισε για την ανατροφή και τη μόρφωση των παιδιών της. Η κόρη της Ανδρομάχη ήταν Αρσακειάς.
Ο Σλήμαν συνέχισε τη δράση του ώς το 1890. Επειδή επιδεινώθηκε η κατάσταση τής υγείας του πήγε στη Γερμανία για να χειρουργηθεί. Τα Χριστούγεννα τού 1890 όμως, επιστρέφοντας από το ταξίδι του, πέθανε πριν συμπληρώσει τα 69. Η κηδεία του έγινε στην Ελλάδα, με δημόσια δαπάνη, και την ακολούθησαν ο βασιλιάς, ο διάδοχος και πολλοί Αθηναίοι. Η Σοφία ήταν τότε 38 ετών.
Μετά τον θάνατο τού συζύγου της δεν ξαναπαντρεύτηκε. Χρηματοδότησε το έργο τού αρχαιολόγου Ντέρπφελντ στην Τροία. Συνεργάσθηκε με την Καλλιρρόη Παρρέν για τη δημιουργία τού γυναικείου κινήματος. Συμμετείχε στο Δ.Σ. τού «Εργαστηρίου Απόρων Γυναικών». Η μορφή της κοσμεί την είσοδο τού Νοσοκομείου «Σωτηρία», το οποίο ίδρυσε επί δημαρχίας Σπύρου Μερκούρη για την έρευνα και τη θεραπεία τής φυματίωσης. Έκανε δωρεές στον Ευαγγελισμό, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Αρχαιολογικό Μουσείο, στο Νομισματικό Μουσείο. Η κόρη της Ανδρομάχη παντρεύτηκε τον Λέοντα Μελά, αδελφό τού Παύλου Μελά και ο γιος της εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Η Σοφία πέθανε το 1932 και ετάφη δημοσίᾳ δαπάνῃ. Η μορφή της, από τη φωτογραφία της με τα κοσμήματα τής ωραίας Ελένης, αποτυπώθηκε από τον γλύπτη Γεώργιο Καστριώτη, απόγονο τής οικογένειάς της.
Όπως πολύ σωστά παρατηρεί η Ιουλία Σημαντήρα στο άρθρο της «Μια ζωή σαν παραμύθι», που δημοσιεύτηκε στην επετειακή έκδοση τού ΣΑΦΕ «ΣΑΦΕ 1933-2006», «Η Σοφία Σλήμαν υπήρξε η διαχρονική Ελληνίδα, η οποία σε μια εποχή, ιδίως στη χώρα μας, όπου η γυναίκα ήταν ακόμα η αφανής ηρωίδα, η σκιά, η προέκταση τού συζύγου της, μπόρεσε να ξεπεράσει τις δομές αυτές και να σταθεί επάξια στο ίδιο ύψος με τον άνδρα της, μοιραζόμενη τη δόξα και τους θριάμβους του, αλλά επίσης τα προβλήματά του, τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες».
- Το κείμενο βασίζεται σε πληροφορίες από το Λεύκωμα των 160 χρόνων της Φ.Ε., τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τη Wikipedia, το άρθρο της Ιουλίας Σημαντήρα "Μια ζωή σαν παραμύθι" από το λεύκωμα του ΣΑΦΕ 1933 - 2006
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου