Την ερχόμενη Κυριακή 16/12/18 και ώρα 18:00 θα πραγματοποιηθεί η Χριστουγεννιάτικη γιορτή των Νεανικών Κατηχητικών Συντροφιών της ενορίας του Ι.Ν. Μεταμόρφωσης Σωτήρος Καλλιθέας.
Παράλληλα με τη γιορτή θα λειτουργήσει και Χριστουγεννιάτικη Δωροέκθεση με κατασκευές και δημιουργίες των παιδιών, βιβλία και πολλά άλλα δώρα για μικρούς και μεγάλους, σε όμορφες συσκευασίες δώρου.
Η Χριστουγεννιάτικη Δωροέκθεση θα λειτουργήσει την Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2018 στις 18:00 στην αίθουσα εκδηλώσεων του 3ου Δημοτικού σχολείου Καλλιθέας πίσω από τον Ναό.
Η Δωροέκθεση εκτός από την Κυριακή 16/12 το απόγευμα θα λειτουργήσει και την Κυριακή το πρωί, μετά την Θεία Λειτουργία, 10:00-13:00.
Όλοι μας αξίζει αυτήν την Κυριακή 16 Δεκεμβρίου να περιηγηθούμε και στην Χριστουγεννιάτικη Δωροέκθεση των νεανικών συντροφιών του ιερού Ναού Μεταμόμορφωσης Σωτήρος Καλλιθέας, αποτελούμενη από στολίδια, εορταστικές συνθέσεις, δώρα, κατασκευές και δημιουργίες που τα παιδιά μαζί με νέους της ενορίας εδώ και ένα μήνα δούλευαν, αλλά και με βιβλία και μουσικά c.d. ορθόδοξης πνευματικότητας.
Αρχική σελίδα του Ι.Ν. Μεταμορφώσεως Σωτήρος Καλλιθέας κάντε κλικ εδώ . Πληροφορίες και χάρτης για την μετάβασή σας κάντε κλικ εδώ
Η συνέντευξη που δόθηκε από τον π. Βασίλειο Χριστοδούλου, εφημέριο του Ι. Ναού Μεταμόρφωσης του Σωτήρος Καλλιθέας στην ραδιοφωνική εκπομπή της Σοφίας Χατζή, Ραδιό -παραμυθία στην Πειραϊκή Εκκλησία (91,2 FM) με αφορμή το νέο, εξαιρετικό βιβλίο του "Καί ὁ κλῆρος ἔπεσε στά δάκρυα" Ὁ κινηματογράφος τῆς ἀπουσίας τοῦ Θεοῦ σέ θεολογική παρακολούθηση από τις εκδόσεις Γρηγόρη πού συνομιλεί θεολογικά με τον κινηματογράφο πάνω σ’ ένα θέμα που βασανίζει τόν άνθρωπο διαιώνια, εκείνο της ἀπουσίας καί σιωπής του Θεου.
Τό συγκεκριμένο βιβλίο συνιστᾶ μία ἐκδοτική πρωτοτυπία, ἀφοῦ γιά πρώτη φορά στήν ἑλληνική βιβλιογραφία ἐπιχειρεῖται μία ἑκτενής θεολογική ἀνάλυση κινηματογραφικῶν ἔργων.
Τό θέμα πάνω στό ὁποῖο τό βιβλίο στοχάζεται - τῆς ἀπουσίας καί σιωπῆς τοῦ Θεοῦ - συνιστᾶ ἐναγώνια ἀναζήτηση καί πάλη τοῦ συγγραφέα καί ὄχι ἀποτέλεσμα λογοτεχνικοῦ στοχασμοῦ.
Επίσης, την Τρίτη, την Τετάρτη και την Πέμπτη, 11,12 και 13 Δεκεμβρίου ο Γιώργος Μπάρλας θα διαβάσει αποσπάσματα από του βιβλίο Καί ὁ κλῆρος ἔπεσε στά δάκρυα (συγκεκριμένα το "δείπνο της Μπαμπέτ" στις εκπομπές του στον ραδιοφωνικό σταθμό της Πειραϊκής Εκκλησία (91,2 FM) . Η εκπομπή αρχίζει στις 16:10.
Αυτό που μπορώ μόνο να πω με βεβαιότητα, είναι πώς είναι ένα απλά υπέροχο βιβλίο που αξίζει να διαβάσουμε όλοι μας γιατί θα μας προσφέρει απλόχερα μια εναλλακτική και βαθιά φιλοσοφημένη ενατένιση της ίδιας μας της ύπαρξης και πορείας σε αυτήν εδώ, την ζωή.
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας ελέφαντας που όλη μέρα καθόταν και δεν έκανε τίποτα. Ζούσε μόνος του σ’ ένα σπιτάκι πέρα ψηλά στην κορφή ενός στριφογυριστού δρόμου.
Από το σπίτι του ελέφαντα, ο στριφογυριστός δρόμος κατέβαινε, όλο κατέβαινε γεμάτος στροφές κι έφτανε σε μία πράσινη κοιλάδα, όπου ήταν ένα άλλο σπιτάκι. Στο σπιτάκι εκείνο ζούσε μία πεταλούδα.
Μια μέρα, εκεί που ο ελέφαντας καθόταν στο σπιτάκι του πλάι στο παράθυρο και κοίταζε έξω και δεν έκανε τίποτα (κι ήταν πολύ χαρούμενος, γιατί αυτό ακριβώς του άρεσε να κάνει περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο), είδε κάποιον ν’ ανεβαίνει, ολοένα ν’ ανεβαίνει το στριφογυριστό δρόμο κατά το σπιτάκι του∙ κι άνοιξε διάπλατα τα μάτια του και σάστισε πολύ. «Ποιος να ‘ναι αυτός που ανεβαίνει κι ολοένα κι ανεβαίνει το στριφογυριστό δρόμο κατά το σπιτάκι μου;» αναρωτήθηκε ο ελέφαντας.
Και μια στιγμή αργότερα, είδε πως ήταν μία πεταλούδα που πετάριζε χαρούμενα στο στριφογυριστό δρόμο∙ κι ο ελέφαντας είπε: «Απίστευτο! Θα περάσει άραγε απ’ το σπιτάκι μου να μου κάνει επίσκεψη;» Όσο πλησίαζε η πεταλούδα, τόσο η αγωνία του ελέφαντα μεγάλωνε – ώσπου η πεταλούδα ανέβηκε τα σκαλιά του μικρού σπιτιού και χτύπησε πολύ απαλά με το φτερό της την πόρτα. «Είναι κανείς εδώ;» ρώτησε.
Ο ελέφαντας ήταν ενθουσιασμένος, μα δεν είπε λέξη.
Η πεταλούδα χτύπησε ακόμη μια φορά με το φτερό της, λίγο πιο δυνατά αλλά πάλι πολύ απαλά, και είπε: «Μένει κανείς σ’ αυτό το σπίτι;»
Ούτε και τότε ο ελέφαντας είπε τίποτα, γιατί απ’ τη χαρά του δεν μπορούσε να μιλήσει.
Την τρίτη φορά η πεταλούδα χτύπησε την πόρτα αρκετά δυνατά και ρώτησε: «Είναι κανείς μέσα;» Αυτήν τη φορά ο ελέφαντας είπε με φωνή που έτρεμε: «Εγώ». Η πεταλούδα κοίταξε δειλά απ’ τη μισάνοιχτη πόρτα και είπε: «Ποιος είσαι εσύ που ζεις σ’ αυτό το σπιτάκι;» Κι ο ελέφαντας κοίταξε δειλά από τη μισάνοιχτη πόρτα και είπε: «Είμαι ο ελέφαντας που δεν κάνει τίποτα όλη μέρα». «Ω» είπε η πεταλούδα. «Να περάσω;» «Κόπιασε» είπε ο ελέφαντας μ’ ένα μεγάλο χαμόγελο, γιατί ήταν τρισευτυχισμένος. Η πεταλούδα έσπρωξε απαλά την πόρτα με το φτερό της, την άνοιξε και μπήκε.
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν εφτά δέντρα που ζούσαν πλάι στο στριφογυριστό δρόμο. Κι όταν η πεταλούδα έσπρωξε την πόρτα με το φτερό της και μπήκε στο σπιτάκι του ελέφαντα, ένα από τα δέντρα είπε σ’ ένα από τα δέντρα: «Μου φαίνεται πως θα βρέξει».
«Ο στριφογυριστός δρόμος θα γίνει μούσκεμα και θα μοσχοβολάει», είπε ένα άλλο δέντρο σ’ ένα άλλο δέντρο.
Ένα από τ’ άλλα δέντρα είπε τότε σ’ ένα από τ’ άλλα δέντρα: «Τι τυχερή που είναι η πεταλούδα που είναι ασφαλής στο σπιτάκι του ελέφαντα. Έτσι δεν θα πάθει τίποτα απ’ τη βροχή».
Μα το μικρότερο απ’ τα δέντρα είπε: «Άρχισε κιόλας να βρέχει, το νιώθω». Και πράγματι, την ώρα που η πεταλούδα κι ο ελέφαντας συζητούσαν μες στο σπιτάκι του ελέφαντα, πάνω ψηλά στην κορφή του στριφογυριστού δρόμου, άρχισε παντού να πέφτει μια απαλή βροχή∙ κι η πεταλούδα με τον ελέφαντα κάθισαν μαζί πλάι στο παράθυρο και κοίταζαν έξω κι ένιωθαν ασφαλείς και χαρούμενοι, ενώ ο στριφογυριστός δρόμος είχε μουσκέψει κι είχε αρχίσει να μοσχοβολάει, όπως ακριβώς είχε πει το τρίτο δέντρο.
Δεν πέρασε πολλή ώρα κι η βροχή σταμάτησε. Ο ελέφαντας αγκάλιασε πολύ απαλά τη μικρή πεταλούδα και είπε: «Μ’ αγαπάς λιγάκι;»
Κι η πεταλούδα χαμογέλασε και είπε: «Όχι, σ’ αγαπώ πάρα πολύ».
Ο ελέφαντας τότε είπε: «Είμαι πολύ χαρούμενος, νομίζω πως πρέπει να πάμε να κάνουμε μια βόλτα μαζί εσύ κι εγώ: η βροχή σταμάτησε πια κι ο στριφογυριστός δρόμος μοσχοβολάει».
Η πεταλούδα είπε: «Ναι, αλλά πού να πάμε εσύ κι εγώ;»
Ας κατεβούμε το στριφογυριστό δρόμο κι ας πάμε πέρα μακριά, εκεί που δεν έχω πάει ποτέ» είπε ο ελέφαντας στη μικρή πεταλούδα. Κι η πεταλούδα χαμογέλασε και είπε: «Πολύ θέλω να κατεβώ μαζί σου το στριφογυριστό δρόμο και να πάμε πέρα μακριά – ας βγούμε απ’ την πορτούλα του σπιτιού σου κι ας κατεβούμε τα σκαλιά μαζί – τι λες;»
Βγήκαν λοιπόν μαζί απ’ το σπιτάκι, και το χέρι του ελέφαντα αγκάλιαζε πολύ απαλά την πεταλούδα. Το μικρότερο απ’ τα δέντρα είπε τότε στους έξι φίλους του: «Μου φαίνεται πως η πεταλούδα αγαπάει τον ελέφαντα όσο κι ο ελέφαντας αγαπάει την πεταλούδα, και χαίρομαι πάρα πολύ, γιατί θα μείνουν αγαπημένοι για πάντα».
Στο δρόμο τα λουλούδια μοσχοβολούσαν.
Ένα πουλί άρχισε να τραγουδάει σ’ ένα θάμνο και τα σύννεφα χάθηκαν απ’ τον ουρανό κι ήταν παντού Άνοιξη.
Όταν έφτασαν στο σπίτι της πεταλούδας κάτω στην πράσινη κοιλάδα, που ήταν πράσινη όσο ποτέ, ο ελέφαντας είπε: «Αυτό είναι το σπίτι σου;»
Κι η πεταλούδα είπε: «Ναι, αυτό είναι».
«Να περάσω;» είπε ο ελέφαντας.
«Ναι» είπε η πεταλούδα. Ο ελέφαντας λοιπόν έσπρωξε ελαφρά την πόρτα με την προβοσκίδα του και μπήκαν στο σπίτι της πεταλούδας. Τότε ο ελέφαντας φίλησε την πεταλούδα πολύ απαλά κι η πεταλούδα είπε: «Γιατί δεν είχες έρθει ποτέ μέχρι τώρα εδώ κάτω στην κοιλάδα που μένω;» Κι ο ελέφαντας απάντησε: «Γιατί δεν έκανα τίποτα όλη μέρα. Τώρα όμως που ξέρω πού μένεις, θα κατεβαίνω κάθε μέρα το στριφογυριστό δρόμο για να σε βλέπω, αν δεν σε πειράζει – σε πειράζει;» Τότε η πεταλούδα φίλησε τον ελέφαντα και είπε: «Σ’ αγαπώ και θέλω πολύ να έρχεσαι».
Κι από τότε ο ελέφαντας κατέβαινε κάθε μέρα το στριφογυριστό δρόμο που μοσχοβολούσε (περνώντας πλάι απ’ τα εφτά δέντρα και το πουλί που κελαηδούσε μες στο θάμνο) για να πάει στη μικρή του φίλη την πεταλούδα.
Ἕνα πραγματικά εξαιρετικό βιβλίο από τον πολυαγαπημένο και δικαίως από το συγγραφικό κοινό πρωτοπρεσβύτερο Βασίλειο Χριστοδούλου πού συνομιλεῖ θεολογικά μέ τόν κινηματογράφο πάνω σ’ ἕνα θέμα πού βασανίζει τόν ἄνθρωπο διαιώνια, ἐκεῖνο τῆς ἀπουσίας καί σιωπῆς τοῦ Θεοῦ μόλις κυκλοφόρησε απο τις εκδόσεις Γρηγόρη.
Τό συγκεκριμένο βιβλίο συνιστᾶ μία ἐκδοτική πρωτοτυπία, ἀφοῦ γιά πρώτη φορά στήν ἑλληνική βιβλιογραφία ἐπιχειρεῖται μία ἑκτενής θεολογική ἀνάλυση κινηματογραφικῶν ἔργων.
Ένα από τα βιβλία που μόλις το πάρεις στα χέρια σου και το ανοίξεις θέλεις να το διαβάσεις όλο γιατί κάθε σελίδα του μας ωθεί σε μια βαθιά ενδοσκόπηση και εσωτερική αναζήτηση του βαθύτερου λόγου της ύπαρξής μας...
«Έχω μάθει ότι το να τελειώνεις ένα μαραθώνιο δεν είναι απλά μία αθλητική επιτυχία. Είναι μία απόδειξη ότι τίποτα δεν είναι αδύνατο»έγραφε ο συγγραφέας Τζον Χανκ.
Οι «Κουζουλοί δρομείς» , ένα αμάλγαμα τριών διαφορετικών προσωπικοτήτων, μια απερίγραπτη μίξη ίδιων υλικών σε τρία ξεχωριστά πρόσωπα, πιστοί στο ρητό του Χανκ, παρακαλούν όσους πιστεύουν ότι κάτι «δεν γίνεται» , να μην διακόπτουν εκείνους που το κάνουν πράξη!
Ο μαραθωνοδρόμος Τζεφ Γκάλογουεϊ τονίζει πως «το να τερματίσεις, θα σου αφήσει ένα συναίσθημα σαν να είσαι πρωταθλητής και θα αλλάξει θετικά τη ζωή σου».
Οι «Κουζουλοί δρομείς», δηλαδή ο Γιώργος Γαλανόπουλος, ο Πάρης Κάρτας και ο Μάνος Χατζηγιάννης, στις 11 Νοεμβρίου τρέχουν και τερματίζουν τον Αυθεντικό Μαραθώνιο της Αθήνας όχι για να αισθανθούν οι ίδιοι πρωταθλητές, αλλά για να αφιερώσουν τον αγώνα τους μετατρέποντας κάθε στάλα ιδρώτα, κάθε χιλιόμετρο, κάθε ανάσα, σε ευρώ για τους πραγματικούς πρωταθλητές της ζωής.
Οι τρεις Έλληνες φίλοι αντάμωσαν πριν από τρια χρόνια σε ένα εθελοντικό πρότζεκτ κι από τότε βάλθηκαν να αποδείξουν πως μετά το ρήμα «αγαπώ», το «βοηθώ» είναι το πιο ωραίο ρήμα στον κόσμο.Με την συμμετοχή τους στον Αυθεντικό Μαραθώνιο της Αθήνας σε λίγες ημέρες και την προσφορά χρημάτων για παιδιά της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «Κιβωτού του Κόσμου«, η οποία εδρεύει στην Αθήνα, αλλά δραστηριοποιείται και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, θέλουν να αποδείξουν πως το τρέξιμο είναι η μεγαλύτερη μεταφορά της ζωής, διότι παίρνεις από αυτό ό,τι δίνεις!
Δεν χρειάζεται να τρέξεις μαζί τους 42χλμ για να βοηθήσεις. Μπορείς να το κάνεις από το γραφείο σου ή το κινητό σου τηλέφωνο. Και η πιο μικρή δωρεά κάνει την διαφορά, γιατί όπως στο τρέξιμο κάθε χιλιόμετρο που περνάς μικραίνει την διαδρομή έτσι και κάθε προσφορά αμβλύνει τον πόνο των συνανθρώπων μας.
Οι τρείς φίλοι έχουν ανάγκη τον καθενα μας για να αποδείξουν πως : Όλοι μαζί μπορούμε!
Υπάρχει λένε μια μεγάλη περιπέτεια για τον καθένα μας, αλλά που θα την βρούμε;
Προς το παρόν ξεφυλλίζουμε τα παλιά ημερολόγια μήπως και σώσουμε κάτι απ’ τα χρόνια…
Αλήθεια τι συμβαίνει στην πραγματικότητα, ποιός θυμάται τι έγινε χτες, όλα θολά συγκεχυμένα…
Το πρωί περπατάω πάνω στα ερείπια δύο πολέμων για να πάω στην κουζίνα για καφέ.
Οι αλήτες κοιτάζουν τα τραίνα που φεύγουν και τα μάτια τους για μια στιγμή μένουν ορφανά και πάνω στις τζαμαρίες των σταθμών,
δεν είναι η βροχή αλλά τα απραγματοποίητα ταξίδια που κλαίνε.
Οι μεθυσμένοι τρικλίζουν κάτω απ’ το βάρος της απεραντοσύνης, έξω απ’ τα ορφανοτροφεία,
σωπαίνουν τα διωγμένα παραμύθια κι η γυναίκα στο παράθυρο τόσο θλιμμένη,
που είναι έτοιμη να φύγει για τον ουρανό.
Όλα θολά συγκεχυμένα… Οι άλλοι φτιάχνουν από μας ένα πρόσωπο για δική τους χρήση… ποιοί είμαστε; …
άγνωστο… και μόνο καμιά φορά μέσα στους εφιάλτες μας βρίσκουμε κάτι απ’ τον αληθινό εαυτό μας.
Χέρια που γκρεμίστηκαν σε αδέξιες χειρονομίες, μενεξεδένια ευσπλαχνία του δειλινού που σκορπίζει λίγες βασιλικές δαντέλες στα γηροκομεία.
Το θεϊκό δικαίωμα των φτωχών πάνω στα υπάρχοντα των άλλων, τα μοναχικά βήματα του περαστικού που σου θυμίζουν όλη τη ζωή σου
κι ο πατέρας μου πεθαμένος εδώ και τόσα χρόνια έρχεται κάθε βράδυ και με συμβουλεύει στον ύπνο μου… μα πατέρα του λέω, ξεχνάς ότι τώρα είμαστε συνομήλικοι;
Ω γενιά μου χαμένη πήραμε μεγάλους δρόμους… μείναμε στη μέση… η ώρα του θανάτου μας είναι γραμμένη σ’ όλα τα ρολόγια.
Φίλοι παιδικοί που είστε; με ποιούς θα συνεχίσω τώρα την περιπλάνησή μου στο άπειρο;
Οι μεγάλοι κάθονται στα καφενεία, οι γρύλοι τα βράδια προσπαθούν να συλλαβίσουν το ανείπωτο,
η μητέρα άνοιγε τα γράμματα με τη φουρκέτα της…
Η ζωή μας είναι ένα μυστήριο που δεν μπορούμε να το μοιραστούμε…
μια θλίψη τ’ απογεύματα σαν άρωμα από παλιά βιβλία και κάθε φορά που προσπερνάμε ένα διαβάτη,
είναι σαν να λέμε αντίο σ’ όλη τη ζωή.
Θυμάσαι τις ερωτικές στιγμές μας Άννα; Το φύλο σου σαν ένα μισανοιγμένο όστρακο που τ’ ακούμπησε εκεί μια μακρινή τρικυμία,
τα στήθη σου δύο μικρά ηλιοτρόπια μες τ’ αλησμόνητο πρωινό.
Οι επαναστάτες είναι ανήσυχοι για το μέλλον, οι εραστές για το παρελθόν, οι ποιητές έχουν επωμιστεί και τα δύο.
Κάποτε θα αυτοκτονήσω μ’ έναν τρόπο συνταρακτικό, με χαμηλόφωνα λόγια από παλιές συνωμοτικές μέρες…
Α ζωή, μια χειραψία με το άπειρο πριν χαθείς για πάντα…
Τα παιδιά ξέρουν καλά ότι το αδύνατο είναι η πιο ωραία λύση…
ενώ στο βάθος του δειλινού οι δύο οργανοπαίχτες με τ’ ακορντεόν παίζανε τώρα για την τύχη και τα καπέλα τους επιπλέανε ναυαγισμένα στη μουσική…
(Τάσος Λειβαδίτης, Τα μοναχικά βήματα)
ΜΝΗΜΕΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΛΛΗΝΙΔΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΝΤΑΙ ΣΕ ΜΙΑ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Στο επίκεντρο της έκθεσης είναι προσωπικά αντικείμενα, επιστολές και δημοσιεύματα από τη ζωή και το έργο της Αγγελικής Χατζημιχάλη 21 Οκτωβρίου 2018 - 13 Ιανουαρίου 2019
Μνήμες αποτυπωμένες στο χαρτί, εικόνες, αλλά και οι σχέσεις της μεγάλης Ελληνίδας λαογράφου Αγγελικής Χατζημιχάλη με τη γενιά του ’30 σε συνδυασμό με μια λογοτεχνική περιπλάνηση στο αρχοντικό της, στοιχειοθετούν την έκθεση «Αγγελική Χατζημιχάλη (1895-1965), Γραπτές μνήμες και εικόνες – Η γενιά του ’30 στο αρχοντικό Χατζημιχάλη με την εικαστική ματιά της Κατερίνας Χατζή», που παρουσιάζει ο Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας δήμου Αθηναίων από 21 Οκτωβρίου 2018 έως 13 Ιανουαρίου 2019 στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης και Παράδοσης «Αγγελική Χατζημιχάλη».
Στο επίκεντρο της έκθεσης είναι χειρόγραφα, επιστολές και δημοσιεύματα από τη ζωή και το έργο της Αγγελικής Χατζημιχάλη, καθώς και προσωπικά αντικείμενα και αναφορές στις σχέσεις της με τους ανθρώπους του πνεύματος και των γραμμάτων, κυρίως της γενιάς του ΄30. Όλους εκείνους, που επηρέασαν την πορεία της και καθόρισαν την σκέψη της, με έμφαση στο ζεύγος Άγγελου και Εύας Σικελιανού με τους οποίους συμπορεύτηκε στην υλοποίηση του οράματος της Δελφικής Ιδέας και της πνευματικής αναγέννησης της χώρας κατά την περίοδο του μεσοπολέμου. Γραπτές μνήμες με τα λόγια όσων την γνώρισαν και αναγνώρισαν σε εκείνη το πάθος της για την ανάδειξη της ποιότητας και αξίας του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού ως βάση ανάπτυξης της νεότερης ελληνικής τέχνης.
Συνδυαστικά, η ψυχαναλύτρια και ζωγράφος Κατερίνα Χατζή θα «αφηγηθεί» με τα εικαστικά έργα της μια λογοτεχνική επίσκεψη στο αρχοντικό Χατζημιχάλη. Προσωπογραφίες λογοτεχνών, που καθόρισαν την πορεία του ελληνικού πνεύματος. Εικόνες που θα αγγίξουν τις αισθήσεις του επισκέπτη και θα τονίσουν την αξία του συνεργατικού πνεύματος στην ανάπτυξη όλων των εκφάνσεων του πολιτισμού.
Την έκθεση επιμελείται η Σταυρούλα Πισιμίση, λαογράφος του Μουσείου Λαϊκής Τέχνης και Παράδοσης «Αγγελική Χατζημιχάλη».
Ο Βασίλης Σαμπράκος επισκέφθηκε τα κρατητήρια της “Κομαντατούρ” στο κέντρο της Αθήνας, και αναρωτιέται πώς γίνεται να επιμένει να ζει σήμερα η Ελλάδα χωρίς Μουσείο Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Σε μια στιγμή ποδοσφαιρικής ηρεμίας, προτού αρχίσει να βρέχει ελληνικό και ξένο ποδόσφαιρο, από το ερχόμενο Σάββατο, και με πάρει μαζί του, θέλησα να μοιραστώ μαζί σας μια σημερινή εμπειρία μου. Ανάμεσα στον εορτασμό για την συμπλήρωση 74 χρόνων από την απελευθέρωση της Αθήνας, δηλαδή από την 12η Οκτωβρίου 1944, και τον εορτασμό της Επετείου του “Οχι”, θέλησα να βρεθώ στις φυλακές των υπογείων της “Κομαντατούρ” στην Κοραή 4. Κι επειδή εκτός από συναισθήματα έχω πλημμυριστεί και από ερωτήσεις, για τις οποίες δεν βρήκα απάντηση σε μια πρόχειρη έρευνα, είπα να τα μοιραστώ όλα αυτά μαζί σας. Και τα συναισθήματα και τις ερωτήσεις.
Ξεκινώ με τα απλά, τα βασικά: Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει με τις υπόλοιπες χώρες που έζησαν την Κατοχή, η Ελλάδα δεν γιορτάζει την απελευθέρωση, αλλά μόνο την έναρξη του πολέμου, την 28η Οκτωβρίου, και έχει επιλέξει να την περνά την ημερομηνία της απελευθέρωσης σχετικά απαρατήρητη. “Ζορίστηκα” για να βρω μια σειρά από “ήσυχες” εκδηλώσεις, οι οποίες λαμβάνουν αυτές τις μέρες χώρα στην Αθήνα, για τον εορτασμό της απελευθέρωσής της. Γιατί; Γιατί δεν θέλουμε να τη θυμόμαστε αυτή την ημερομηνία; Δεν μας δίνει χαρά η ανάμνησή της; Δεν είμαστε περήφανοι για αυτήν;
Μου τρώει πολύ περισσότερο το μυαλό και την ψυχή όμως η ερώτηση σχετικά με την επιλογή μας να ζούμε χωρίς Μουσείο Β' Παγκοσμίου Πολέμου, με εξαίρεση την Εκθεση στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης. Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε όλες τις υπόλοιπες, η Ελλάδα είναι η μόνη από τις “νικήτριες” και “ηττημένες” χώρες που δεν έχει κεντρικό μουσείο για τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και την Εθνική της Αντίσταση. Υπάρχουν μουσεία (ναι, πληθυντικός) στο Βερολίνο και δεν υπάρχει μουσείο στην Αθήνα. Πώς μας συνέβη αυτό; Και γιατί το αφήνουμε να συμβαίνει;
Ετυχε να διαβάσω ότι σε ένα γκάλοπ που πραγματοποίησε μια δημοσιογράφος του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων στην Κοραή, στις καφετέριες που βρίσκονται δίπλα στην είσοδο του σταθμού “Πανεπιστήμιο” του Μετρό, όλοι όσοι απάντησαν στην σχετική ερώτηση δεν γνώριζαν ότι έπιναν καφέ δίπλα στο αρχηγείο και τα κρατητήρια της “Κομαντατούρ”, εκεί όπου είχαν φυλακιστεί, βασανιστεί, αλλά και εκτελεστεί άνθρωποι. Γιατί; Επειδή ο “ Χώρος Ιστορικής Μνήμης 1941 – 1944”, όπως γράφει η σχετική πινακίδα στην είσοδο του υπογείου, είναι ακριβώς αυτό: ένας ... χώρος, ο οποίος μάλιστα δεν ανήκει στο Κράτος αλλά στην “Εθνική Ασφαλιστική”. Κι αν αύριο η “Εθνική Ασφαλιστική” πωληθεί σε μια κάποια ... Gongbao, η οποία θελήσει να τα μετατρέψει τα υπόγεια σε music club, ή να τα μετατρέψει σε αυτό για το οποίο αρχικώς είχαν κατασκευαστεί, δηλαδή σε καταφύγιο, τι θα γίνει; Πώς είναι δυνατόν η Ελλάδα να αφήνει στην “Εθνική Ασφαλιστική” ένα μνημείο που θα έπρεπε να έχει εδώ και δεκαετίες αναγάγει σε βασικό προορισμό όλων των Ελλήνων, από την παιδική τους ηλικία, προκειμένου να μάθουν και – κυρίως αυτό – να νιώσουν τι συνέβαινε στα δύο υπόγεια επί 1264 ημέρες πριν από 74 χρόνια;
Οσα μελέτησα πριν και μετά από την επίσκεψή μου με οδήγησαν στην επιβεβαίωση ότι ακόμη και σήμερα γνωρίζουμε λίγα ή ελάχιστα πράγματα για τη χρήση του κτηρίου στην Κατοχή, εκτός από το ότι το υπόγειο αντιαεροπορικό καταφύγιο μετατράπηκε σε κρατητήρια της Kommandatur. Οι ναζί δεν άφησαν αρχεία και η σύνθεση της ιστορίας γίνεται, με πολύ μεγάλη προσπάθεια των επιστημόνων που μετέχουν σε αυτό το έργο, μέσα από τις επιγραφές που σώθηκαν, από μικροαντικείμενα, προσωπικές σημειώσεις, σελίδες από γερμανικά ημερολόγια που βρέθηκαν και μαρτυρίες κάποιων ανθρώπων που είχαν οδηγηθεί εκεί από τους Γερμανούς. Οι επιβεβαιωμένοι κρατούμενοι είναι μόνο 239, διότι αυτά τα ονόματα ήταν καταγεγραμμένα στους τοίχους. Μόνο που οι τοίχοι λένε ένα μικρό μέρος της αλήθειας του 1944, διότι οι Γερμανοί έβαφαν κατά διαστήματα τους τοίχους προκειμένου να εξαφανίζουν τις επιγραφές. Φαίνεται πως όταν έχασαν τον πόλεμο και έφυγαν εσπευσμένα, δεν πρόλαβαν να ξαναβάψουν το δεύτερο υπόγειο κι έτσι έμειναν οι χαραγμένες επιγραφές του 1944 στους τοίχους. Για να σε συγκλονίζουν.
«24 ώρες χωρίς φαΐ και νερό. Μόνο μυρίζοντας γιασεμί», «Ποινή Θανάτου», «Είσοδος 8/4/44. Κατηγορηθείς για λάστιχα και ποδήλατα του Άξονος. Συλληφθείς από τους τσολιάδες. Αχ Βαχ. Και κάνω Πάσχα στα σίδερα αυτά, στον υγρό αυτόν τάφο. Κάτοικος συνοικίας Μεταξουργείου, Δεληγιώργη 47. Αχ Βαχ», «Μαυρίκιος Ν. Μαλευρής, τελειόφοιτος Ιατρικής, κρατούμαι ως όμηρος, αδίκως φυλακισθείς, είσοδος 15-12-42, έξοδος 10-1-43 δια Αβέρωφ, μαρτύρια Ιεράς Εξέτασης», Να με τουφεκίσουνε και να ζήσει ο αδερφός μου ο Μιχάλης», «Φωνάξτε για νερό, αλλιώς θα πεθάνετε εδώ».
Διαβάζεις, κοιτάς, φέρνεις τον εαυτό σου στη θέση τους, νιώθεις την αγωνία, τον φόβο, την απόγνωση, την θλίψη, κάθε μορφής φρικιαστικό συναίσθημα. Αυτή η επίσκεψη σε ταράζει ασύγκριτα περισσότερο από μια επίσκεψη σε απλές φυλακές, διότι σκέφτεσαι διαρκώς ότι στα υπόγεια της Κομαντατούρ βρέθηκαν αθώοι, που βασανίστηκαν από τους ναζί. Και μετά αναλογίζεσαι πόσοι βρέθηκαν εκεί, αναρωτιέσαι τι απέγιναν, πόσοι χάθηκαν αλλά και πόσων η ζωή επηρεάστηκε. Κι ύστερα σκέφτεσαι ότι ο πατέρας σου ήταν παιδί 10 ετών τον καιρό εκείνο, κι είχε μάλλον σταθεί τυχερό που δεν βρέθηκε στα κελιά διότι κι εκείνο έκλεβε φαγητό από τους Γερμανούς. Και κάπου εκεί συνειδητοποιείς ότι υπάρχεις από τύχη, ότι ήρθες στον κόσμο απλώς επειδή δεν του έτυχε του πατέρα σου αυτό που του έτυχε του Κωνσταντίνου Καμπενά και των άλλων 79 συγκρατουμένων του: “«Μας έπιασαν οι γερμανοί, διότι είμεθα αναρριχώμενοι επί των θυρών των τραμ της ΗΕΜ ( Ηλεκτρική Εταιρεία Μεταφορών). Εδώ είμεθα 80 κρατηθένετες επί 24ωρο».
Θα μπορούσα να γράψω πάρα πολλά ακόμη. Θα περιοριστώ όμως στην βασική μου σκέψη: πόσο καλύτερη θα ήταν η σημερινή ελληνική κοινωνία αν σε αυτό το κτήριο είχε στεγαστεί το Εθνικό Μουσείο Β' Παγκοσμίου Πολέμου, κι είχε αυτό ενταχθεί στις “υποχρεωτικές” εκδρομές των δημοτικών και των γυμνασίων; Πόσα και πόσο λιγότερο χαλασμένα μυαλά θα κυκλοφορούσαν εκεί έξω ανάμεσά μας; Μια χώρα που επιμένει πεισματικά να αφήνει την ιστορία της δεκαετίας του '40 έξω από την διδακτέα ύλη του σχολείου και μιλά για αυτήν μόνο στο πανεπιστήμιο, πώς είναι δυνατόν να μην κάνει ούτε το ελάχιστο, να φτιάξει ένα μουσείο προκειμένου να δίνει παραστάσεις και ερεθίσματα στα παιδιά της από την πρώτη περίοδο της ζωής τους; Αυτός ο χώρος πρωτοάνοιξε για το κοινό το 1991, και έκλεισε το 1995, για συντήρηση, όπως διάβασα. Μέχρι το 2008 η είσοδος επιτρεπόταν μόνο σε σχολεία και δημοσιογράφους, κατόπιν αδείας. Σήμερα ευτυχώς έχεις την ευκαιρία να τον επισκεφθείς, δωρεάν, από Τρίτη έως Σάββατο, από τις 09.00 έως τις 14.00, διότι αυτό είναι που μπορεί να κάνει η “Εθνική Ασφαλιστική”. Το κτίριο ανήκει στην “Εθνική Ασφαλιστική”, αυτή ορίζει το ωράριο επισκέψεως και τον υπάλληλο του χώρου που τελεί υπό την εποπτεία του υπουργείου Πολιτισμού.
Εντελώς τυχαία έπεσα πάνω στην προσπάθεια του συγγραφέα Αλέξανδρου Ασωνίτη να συλλέξει υπογραφές σε ένα αίτημα για την ίδρυση μουσείου. Και έχει συγκεντρώσει 456 υπογραφές. Ενώ αν ρωτούσε “να φύγει ο Τάκης Ομορφούλης ή η Σόνια Κολώνη από το Survivor;”, θα μετρούσε ήδη χιλιάδες υπογραφές. Αυτοί είμαστε ή αυτό μας έχουν καταντήσει;
Στον δρόμο της επιστροφής στο γραφείο ένιωθα πολύ άσχημα που έχω αρθρογραφήσει τόσες φορές περί της ανάγκης δημιουργίας ενός μουσείου ελληνικού ποδοσφαίρου. Οταν δεν έχεις μουσείο για τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, δηλαδή όταν δεν έχεις φροντίσει να δώσεις στα παιδιά την ευκαιρία να μάθουν και να νιώσουν την Ιστορία ώστε να μην παπαγαλίζουν την κάθε κατευθυνόμενη βλακεία που τους φυτεύουν στο κεφάλι οι νεοναζί, πώς να μιλήσεις για ποδόσφαιρο;
Ποδόσφαιρο, πάντως, υπάρχει και στα υπόγεια κελιά της “Κομαντατούρ”. Τα αρχικά της ΑΕΚ κι ένας δικέφαλος αετός. Στους τοίχους οι κρατούμενοι ζωγράφιζαν, χάραζαν εικόνες από τον έξω κόσμο, για να βλέπουν εικόνες, να νιώθουν ότι ζουν, να παίρνουν ζωή. Σκέψου να ζει αυτός που είχε χαράξει το “ΑΕΚ” το 1944 στα 15 του χρόνια, διότι ναι, στα κελιά βρέθηκαν και παιδιά, και σήμερα, στα 89 του χρόνια να ακούει από τα εγγόνια του ότι κυκλοφορούν ακροδεξιοί στις κερκίδες των γηπέδων.
ΥΓ. Αν ζεις μακριά από την Αθήνα και θέλεις να πάρεις μια ιδέα, μπορείς να δεις το ντοκιμαντέρ “Μόνο μυρίζοντας γιασεμί” του Γιάννη Οικονομίδη.
Το ημίωρο φιλμ σε σκηνοθεσία Γιάννη Οικονομίδη και σενάριο Μιχάλη Γκανά ”Μόνο μυρίζοντας γιασεμί” (Just by smelling Jasmine, 1994) αποτυπώνει την ιστορία του άγνωστου σε πολλούς χώρου και τα τραυματικά βιώματα του ανθρώπου αποδίδοντας το ανθρώπινο δράμα της κράτησης και της εξαθλίωσης. Στην αφήγηση ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης.
Το έργο φρίκης που κράτησε τρία χρόνια σε σκηνοθεσία, σενάριο και παραγωγή της Γερμανικής Komandatur άφησε πίσω ερειπωμένους ανθρώπους και τόπους.
«Η ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ» ΙΡΙΣ ΤΟΥ ΓΛΥΠΤΗ SAM JINKS ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΠΕΝΑΚΗ
Με έμπνευση από το άγαλμα της θεάς Ίριδος που κάποτε κοσμούσε το δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα
11 Οκτωβρίου - 11 Νοεμβρίου 2018
«Ο Αυστραλός γλύπτης Sam Jinks αντλεί την έμπνευσή του για την καινούργια του δουλειά από το άγαλμα της θεάς Ίριδος που κάποτε κοσμούσε το δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα. Η Ίρις ήταν η θεά του γοργού αγγελιοφόρου με την ικανότητα να επικοινωνεί ανάμεσα στους θεούς και τους ανθρώπους. Κινείτο πέρα από το βασίλειο των ζωντανών και μεταφερόταν ελεύθερα στον Κάτω Κόσμο.
Η Ίρις, η θεά που κινείται μεταξύ δύο τόπων, είναι για τον Jinks μια μεταφορά για τον τρόπο που εμείς παρατηρούμε τα γλυπτά του Παρθενώνα. Ενώ απέχουμε περισσότερα από 2000 χρόνια από τους δημιουργούς τους, αν εστιάσουμε σε λεπτομέρειες- στα περιγράμματα του μαρμάρου, στις λεπτές κινήσεις του γλύπτη, στην απαλή φροντίδα που περιβάλει τη διαμόρφωση των σωμάτων και στην αντίσταση των εργαλείων πάνω στην μαρμάρινη επιφάνεια- το χάσμα ανάμεσα στο σύγχρονο και το αρχαίο περιορίζεται. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσαμε να προσπαθήσουμε να αποκρυπτογραφήσουμε το νόημα και το συναίσθημα που αφήνουν πίσω τους οι αρχαίοι γλύπτες, για τους οποίους τα έργα υπήρξαν ένας ύμνος στη δύναμη και το μεγαλείο των θεών.
Το έργο του Jinks είναι αλληγορικό και λειτουργεί σε πολλαπλά επίπεδα. Η μορφή της Ίριδος να ατενίζει την Στύγα είναι παρόμοια με την δική μας άποψη για την ιστορία – κοιτάζοντας από μακριά μέσα από τον φακό του μύθου και της μνήμης. Το γλυπτό παίζει το ρόλο του αγγελιοφόρου, προσκαλώντας μας να κινηθούμε πίσω από την αυλαία και να εισχωρήσουμε σε έναν απομακρυσμένο, αλλά και παράξενα οικείο κόσμο. Όπως η αρχαία τέχνη φωτίζει το μοντέρνο, έτσι και η μοντέρνα τέχνη διαφωτίζει το αρχαίο.
Δημιουργώντας ένα έργο με τις ρίζες του στην κλασική γλυπτική και τη μυθολογία, ο Jinks αναζητά τη σύνδεση με μία αρχαία παράδοση, καθοδηγούμενος από τις σύγχρονες ευαισθησίες και χρησιμοποιώντας τα εργαλεία ενός σύγχρονου γλύπτη.»
Φοιτητές Άτομα άνω των 65 ετών Εκπαιδευτικοί Αρχαιολόγοι Συντηρητές αρχαιοτήτων Μέλη του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Κάτοχοι κάρτας του ΥΠΠΟ Κάτοχοι Ευρωπαϊκής Κάρτας Νέων
Ελεύθερη είσοδος
Μέλη του Μουσείου Μπενάκη Κάτοχοι κάρτας ανεργίας Νέοι κάτω των 22 ετών Άτομα με ειδικές ανάγκες Ξεναγοί Μέλη του ICOM Φίλοι του Μουσείου Μπενάκη
Λιώνετε την κουβερτούρα σε φούρνο μικρογευμάτων ή σε μπεν μαρί. Xτυπάτε στο μίξερ τη μαργαρίνη με τη ζάχαρη. Προσθέτετε ένα-ένα τα αυγά και ρίχνετε την κουβερτούρα. Στο τέλος βάζετε το αλεύρι. Bουτυρώνετε και αλευρώνετε καλά τη φόρμα του κέικ, που πρέπει να είναι διαμέτρου 30 εκατοστών. Ψήνετε το κέικ στους 200 βαθμούς για 45 λεπτά.
Τρεις μέρες πριν το τέλος των εκθέσεων George Condo at Cycladic και Paul Chan | Odysseus and the Bathers του Οργανισμού ΝΕΟΝ στις 14 Οκτωβρίου, το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης διοργανώνει Cycladic Late Night την Πέμπτη 11 Οκτωβρίου, από τις 21:00 ως τις 24:00, όπου οι επισκέπτες θα μπορούν να περιηγηθούν και στις δύο εκθέσεις με μειωμένο εισιτήριο 5€!
Παράλληλα, τρεις μουσικοί της εγχώριας πειραματικής σκηνής οι PANOS ALEXIADIS, BILL ANAGNOS & ΚΟSTADIS παίζουν ζωντανά στο νέο χώρο στο -1 του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. Τρία διαφορετικά acts συνθέτουν ένα εσωστρεφές ηχητικό περιβάλλον ψηφιακών και αναλογικών ήχων.
Πάνος Αλεξιάδης
Ο Πάνος Αλεξιάδης είναι ηχητικός καλλιτέχνης και μουσικός που εστιάζει στη σύγχρονη ηλεκτρονική- ηλεκτροακουστική σύνθεση. Κατά τη διάρκεια των ζωντανών του εμφανίσεων, εξερευνά ένα εσωστρεφές ηχητικό περιβάλλον που εξελίσσεται στα όρια μεταξύ σύνθεσης και αυτοσχεδιασμού. Έχει συμμετάσχει σε πάνω από 40 κυκλοφορίες ενώ έχει δώσει πολλές συναυλίες σε Ελλάδα και Ευρώπη. Τους τελευταίους μήνες γράφει για εκκλησιαστικό όργανο, ενώ παράλληλα συνεχίζει την συνεργασία του με τον κομίστα Στάθη Τσεμπερλίδη στη δημιουργία πειραματικών ταινιών επιστημονικής φαντασίας.
Bill Anagnos
Ο Ευθύμης Θεοδόσης, ενεργό μέλος της πειραματικής και σύγχρονης μουσικής από το 2001, έχει παίξει σε σημαντικά φεστιβάλ στην Ελλάδα (Video dance, Synch Festival, Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, Φεστιβάλ Βωβούσας, Documenta14) με το πειραματικό δίδυμο
Free Piece of Tape με τον Γιώργο Αξιώτη. Από το 2015, εμφανίζεται επίσης με το προσωπικό του project Bill Anagnos.
Ο Bill Anagnos είναι ένας φανταστικός ήρωας με άριστες ικανότητες στο χειρισμό οχημάτων.
Γι’ αυτό και μεταφόρτωσε σε αυτόν τον ήρωα παιδικά metadata όπως η απομίμηση του ήχου της εξάτμισης του αυτοκινήτου με το οποίο παίζουν τα παιδιά. Στη μουσική του, το βασικό υλικό που χρησιμοποιεί είναι οι δίσκοι βινυλίου και τα ποτενσιόμετρα μέσα από τα οποία “μεταφράζει” τις εμπειρίες του από προ-ηχογραφημένο υλικό.
Kostadis
Ο Κωσταντής είναι αυτοδίδακτος πολυοργανίστας, μηχανικός του ήχου και project architect στο οπτικοακουστικό project ‘Two Thousand Places’. Είναι ενεργό μέλος των Wham Jam και των Lost Bodies και έχει κυκλοφορήσει και δύο προσωπικές δουλειές: το UNLEASH, στην Phase! Records το 2016 και το SLUMBER – 3 Ways to Calm & Sleep Peacefully, mini album το 2017. Επίσης το 2017 κυκλοφόρησε από την Sweetohm recordings το καινούριο του άλμπουμ, με τίτλο FRAGMENTS.
Οι ζωντανές εμφανίσεις του KOSTADIS, βασιζόμενες εξ ολοκλήρου στον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό και τη διερεύνηση της διαταραγμένης ψυχικής ηρεμίας, συνθέτουν κάθε φορά ένα διαφορετικό εμμονικό μπλέξιμο σκέψεων, εμπειριών, απομονωμένων ήχων και συναισθημάτων του μήνα, της εβδομάδας, της ημέρας, της στιγμής.
Στις πρόσφατες performances του KOSTADIS περιλαμβάνονται το ‘634 minutes inside a volcano’ το 2016 το οποίο απέκτησε διεθνή δημοσιότητα, η συνεργασία του με τον sound designer Παύλο Γκούσιο στην live μουσική επένδυση ενός μεγάλης κλίμακας video installation με τίτλο “1095°C” στο atrium του Μουσείου Μπενάκη και η συνεργασία του με την light designer Στέλλα Κάλτσου για την παρουσίαση μίας ζωντανής ηχητικής και φωτιστικής εγκατάστασης στη σειρά ‘Microclimata‘ στο SNFCC.
Η έκθεση Odysseus and the Bathers του Αμερικανού καλλιτέχνη Paul Chan που παρουσιάζει ο Οργανισμός ΝΕΟΝ περιλαμβάνει νέα και πρόσφατα έργα που ονομάζει ‘Breathers’ και ‘Bathers’. Όπως λέει ο ίδιος, πρόκειται για έργα τέχνης που αναπνέουν και λειτουργούν ως τρισδιάστατες κινούμενες εικόνες που υπερβαίνουν τη λογική του «καρέ».
Η έκθεση, σε επιμέλεια Sam Thorne, Διευθυντή του Nottingham Contemporary, αντλεί το θέμα και τον τίτλο της από το δοκίμιο του Chan Odysseus as Artist (2017), το οποίο περιστρέφεται γύρω από τον όρο πολύτροπος, δίνοντας στον όρο αυτό έννοιες όπως επινοητικότητα τρόπων ή υπεκφυγή ή διαρκής κίνηση· η έκθεση του Paul Chan είναι μια έκθεση σε κίνηση.
Η έκθεση George Condo At Cycladic, η πρώτη μεγάλη μουσειακή έκθεση του Αμερικανού καλλιτέχνη, περιλαμβάνει 30 έργα- ζωγραφικά, γλυπτά και σχέδια- που καλύπτουν τα τελευταία 20 χρόνια της πορείας του.
H έκθεση εστιάζει στην ανάδειξη αντιπροσωπευτικών έργων του George Condo που επιχειρούν να εξερευνήσουν την ανθρώπινη μορφή, κεντρικό θέμα του σύγχρονου εκθεσιακού προγράμματος του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. Ο Condo –μαζί με τον Jean-Michel Basquiat, τον Keith Haring και τον Jeff Koons– συνέβαλε καταλυτικά στην αναβίωση της αναπαραστατικής ζωγραφικής στην Αμερική τη δεκαετία του ’80 και θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς γλύπτες και αναπαραστατικούς ζωγράφους μέχρι σήμερα.
Εισιτήρια
Γενική είσοδος: 5€
Φίλοι ΜΚΤ: είσοδος ελεύθερη
To εισιτήριο στηρίζει το έργο του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης