Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2022

Αλέκος Φασιανός – Η ζωή και το έργο του σπουδαίου ζωγράφου

 

Η ζωή και το έργο του Αλέκου Φασιανού

Ο Αλέκος Φασιανός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Σπούδασε βιολί στο Ωδείο Αθηνών και ζωγραφική στην ΑΣΚΤ (1955-1960) με τον Γιάννη Μόραλη. Λίγο μετά την πρώτη του ατομική έκθεση στην Αθήνα (1960, γκαλερί Α23), πήγε στο Παρίσι με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα λιθογραφίας στην Ecole des Βeaux-Αrts, κοντά στους Clairin και Dayez (1962-64). Τελικά εγκαταστάθηκε πιο μόνιμα στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου έζησε επί 35 χρόνια, κρατώντας πάντως μια στενή και τακτική σχέση με την Ελλάδα.

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τέχνης του διαμορφώθηκαν βαθμιαία, στη διάρκεια της διαμονής του στο Παρίσι, όπου είχε την ευκαιρία να εξοικειωθεί, μεταξύ άλλων, με τις μοντέρνες τάσεις της δεκαετίας του 1960.

Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλους έλληνες καλλιτέχνες της γενιάς του, δεν συντάχθηκε εμφανώς με τα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά ρεύματα της εποχής. Παρέμεινε πιστός στην παραστατική ζωγραφική και στις ελληνικές καταβολές του, διατηρώντας μέχρι τέλους το σεβασμό του για κάποια διδάγματα της γενιάς του 30, την αγάπη του για την ελληνική τέχνη (αρχαία, βυζαντινή, λαϊκή), και τους ισχυρούς δεσμούς του με τη βιωμένη εμπειρία του ελληνικού χώρου.

Στα θέματά του κυριαρχεί η ανθρώπινη φιγούρα, η οποία αποδίδεται αρχικά με μια ηθελημένη απλοϊκότητα, αλλά με τον καιρό εξελίσσεται και αποκτά μια κυρίαρχη παρουσία στο χώρο. Σχεδιάζεται σχηματοποιημένα, με λιτά και καθαρά περιγράμματα, σε συνθέσεις επίπεδες με ελάχιστη φωτοσκίαση. Συχνά το χρώμα απλώνεται έντονο και εννιαίο σε όλη την επιφάνεια της μορφής, δίνοντας μια εντυπωσιακή μνημειακότητα στην εικόνα, η οποία λειτουργεί κυρίως ποιητικά και όχι ρεαλιστικά.

Τα μοτίβα που κατά καιρούς εμφανίζονται στη ζωγραφική του, τόσο τα καθαρώς ανθρωποκεντρικά (ποδηλάτες, καπνιστές, ερωτικά ζευγάρια, κ.ά) όσο και εκείνα που περιγράφουν αντικείμενα ή χώρους, προέρχονται καταρχήν από μια οικεία καθημερινότητα, η οποία όμως παίρνει μια μυθική διάσταση, ιδίως όταν υπάρχουν και άμεσες αναφορές σε πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας.

Είχε ασχοληθεί με την εικονογράφηση βιβλίων γνωστών ποιητών και συγγραφέων στην Ελλάδα και τη Γαλλία (των Ελύτη, Ταχτσή, Καβάφη, Aragon, Apollinaire κ.ά.). Είχε επίσης σχεδιάσει αφίσες και γραμματόσημα. Ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν και άλλους θιάσους, σε παραστάσεις αρχαίου δράματος και σύγχρονων έργων.


Ο Αλέκος Φασιανός είχε εκδόσει δικά του κείμενα, πεζά και ποιητικά. Το 2000 φιλοτέχνησε έργα για το Σταθμό Μεταξουργείο του αθηναϊκού Μετρό. Έχουν γυριστεί τέσσερις ταινίες για το έργο του, από την ελληνική και τη γαλλική τηλεόραση, ενώ κυκλοφορούν αρκετές μονογραφίες του. Το 1999 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών και το 2010 τιμήθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση με το παράσημο της Legion d’Honneur (Officier des Lettres et des Arts).

Παρουσίασε το έργο του σε περισσότερες από 70 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Η τελευταία αναδρομική του έκθεση έγινε στην Εθνική Πινακοθήκη (2004), με τίτλο Φασιανός, Μυθολογίες του καθημερινού. Συμμετείχε επανειλημμένα σε ομαδικές εκθέσεις και διεθνείς διοργανώσεις στην Ελλάδα και σε άλλα μέρη του κόσμου (Μπιενάλε Sao Paulo 1971, Μπιενάλε Βενετίας 1972, Ευρωπάλια, Βρυξέλλες 1982, Μπιενάλε Γραφιστικής Μπάντεν – Μπάντεν 1985, κ. ά.).







via



Tαΐστρα για πουλιά με ανακυκλωμένα υλικά

 

Βοηθήστε τα παιδιά να μάθουν για τους φτερωτούς φίλους μας αυτό το χειμώνα, φτιάχνοντας μία ταΐστρα που θα κρεμάσετε στο παράθυρο.

Πως θα την κατασκευάσετε:
Καλύψτε ένα καθαρό χαρτοκιβώτιο (μεσαίο μέγεθος) με πολύχρωμες λωρίδες από κολλητική ταινία.
Χρησιμοποιώντας ένα κοπίδι (μόνο για ενήλικες), κόψτε μεγάλα ανοίγματα στις δύο αντίθετες πλευρές, όπως φαίνεται στη φωτογραφία.
Κάντε δύο τομές σχήματος Χ στην επάνω πλευρά για να την κρεμάστρα.

  • Περάστε ανθεκτικό καλώδιο μέσα από τις τρύπες και δέστε τα δύο άκρα.
  • Κάντε μία θηλιά και κόμπο για το κρέμασμα.
  • Κρεμάστε την ταΐστρα σε ένα γάντζο έξω από το παράθυρο.
  • Τώρα γεμίστε τη με φαγητό για τα πουλάκια.
  • Μπορεί να περιμένετε μία δύο ημέρες μέχρι να έρθουν τα πουλιά για φαγητό.
  • Αν όμως δείτε ότι δεν έχετε επισκέψεις, τότε ίσως πρέπει να αλλάξετε την ποικιλία των σπόρων
Βοηθήστε και ενθαρρύνετε τα παιδιά να μάθουν περισσότερα πράγματα για την ορνιθολογία.
Πείτε τους να κρατήσουν ένα ημερολόγιο με τις παρατηρήσεις τους, πόσες επισκέψεις έχετε και ότι άλλο τους έκανε εντύπωση.
Η δεξιότητα αυτή οικοδομεί, την επιστήμη της φύσης, την ταξινόμηση, την παρατήρηση.

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2022

Οδός ονείρων, αδιέξοδος: μια φωτογραφία, ένα ποίημα της Κικής Δημουλά

Μια φωτογραφία, μια ιστορία” και αυτή τη φορά η φωτογραφία μας είναι “ντυμένη” με την εξαιρετική ποιήση της Κικής Δημουλά.

Φωτογραφία: στη Νέα Ηράκλεια.

“Φυσικά και ονειρεύομαι.
Ζει κανείς μόνο με ένα ξερό μισθό;
Πόσο συχνά;
Κάθε που εγκαταλείπουν συχνότατα όλοι.

Επηρεάζουν τους απόντες τα όνειρά σας;
Βέβαια. Το ξανασκέφτονται καλά
και μάλλον μετανιώνουν οριστικά τους όλοι.

via

Δημήτρης Χορν: Ένας ηθοποιός που ήταν φως

Ήταν 16 Ιανουαρίου του 1998. Ήταν η δέκατη μέρα που ο ηθοποιός, που το όνομα του έγινε συνώνυμο με το φως, νοσηλεύεται με γαστρορραγία και διαβητικό σοκ. Το άστρο του σβήνει… Δίπλα στον Δημήτρη Χόρν που αγαπήθηκε όσο λίγοι ηθοποιοί του ελληνικού κινηματογράφου βρίσκονται δύο - τρεις φίλοι οι οποίοι και ενημερώνουν αμέσως τον αδελφό του. Γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου του 1921 στην Αθήνα κι έφυγε σαν χθες το 1998.

Ένα βιογραφικό του σε α’ πρόσωπο

«Γεννήθηκα το 1921, στις 9 Μαρτίου, στην Αθήνα, Ο πατέρας μου λεγόταν Παντελής και η μητέρα μου Ευτέρπη. Έχω έναν αδελφό, τον Γιάννη, δέκα χρόνια μεγαλύτερό μου. Εγώ ήρθα στη ζωή μετά το θάνατο του μοναδικού κοριτσιού που είχαν οι γονείς μου, της Νανάς. Ο Γιάννης και η Νανά είχαν διαφορά ενός έτους. Όταν πέθανε η Νανά, σε ηλικία επτά ετών, ο πατέρας και η μητέρα θέλησαν να την αντικαταστήσουν. Περίμεναν, λοιπόν, ότι το παιδί που θα 'ρθει θα είναι κορίτσι. Δυστυχώς, δεν ήταν. Ήμουν εγώ!

Πολλοί με ρωτούν αν το Χορν είναι το πραγματικό μου όνομα ή αν είναι ψευδώνυμο. Ομολογώ ότι αυτή η ερώτηση μ' έχει πολύ ταλαιπωρήσει. Είναι, όμως φυσικό να γεννιέται αυτή απορία στους ανθρώπους, αφού το όνομα Χορν δε μοιάζει καθόλου ελληνικό, Ναι, η καταγωγή μου από τη μεριά του πατέρα μου δεν είναι ελληνική. Ο παππούς μου ήταν Αυστριακός. Οι Χορν δεν είμαστε από τους Βαυαρούς που ήρθαν με τον Όθωνα. Ο πατέρας του πατέρα μου ήρθε πολύ αργότερα στην Ελλάδα. Ερωτεύτηκε τη γιαγιά μου, βέρα Ελληνοπούλα, και την παντρεύτηκε. Τα πρώτα χρόνια μετά το γάμο τους έζησαν στην Τεργέστη, Εκεί γεννήθηκαν και οι πατέρας μου και ο αδελφός του».

Ο Δημήτρης Χορν γεννήθηκε σε ένα ξενοδοχείο στην οδό Σταδίου στο κέντρο της Αθήνας. Γιος του γνωστού θεατρικού συγγραφέα Παντελή Χορν και της Ευτέρπης Αποστολίδη, ο εθνικός μας πρωταγωνιστής μεγάλωσε σε ένα καλλιτεχνικό περιβάλλον με νονά του την Κυβέλη αλλά και δίπλα στην Μαρίκα Κοτοπούλη που ήταν στενή φίλη των γονιών του.

Παρά την αριστοκρατική του καταγωγή, έζησε φτωχικά παιδικά χρόνια. «Θυμάμαι ότι υπήρχε μια εποχή που τρυπούσαν τα παπούτσια μου και έβαζα χαρτόνια από τσιγάρα για να τα κλείσω. Πιστέψτε με, δε με έβλαψε σε τίποτα αυτό, είχε εξομολογηθεί σε μια από τις πολλές συνεντεύξεις που έδωσε.

Ο Δημήτρης Χορν, πρωτοεμφανίστηκε στην σκηνή, μωρό, στην αγκαλιά της νονάς του, Κυβέλης, στο έργο «Γειτόνισσες» σε σκηνοθεσία του πατέρα του.

Δεύτερη εμφάνιση για τον μικρό «Τάκη» θα γίνει σε ηλικία 4 ετών και πάλι με τη νονά του, στο έργο «Νόρα» του Ίψεν, όπου έπαιζε ένα από τα παιδιά της ηρωίδας.

Η τρίτη του εμφάνιση θα έρθει δέκα χρόνια αργότερα, σε ηλικία 14 ετών, στον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, στο θερινό θέατρο Παρκ, στην παράσταση «Μαμά Κολιμπρί» του Μπατάιγ.

«Όταν ήμουν δεκατεσσάρων χρονών (...), στο θερινό θέατρο Παρκ, της οδού Χέυδεν, όπου ήταν εγκατεστημένος ο θίασος της μεγάλης Μαρίκας, ανέβασαν τη “Μαμά Κολιμπρί” του Μπατάιγ. Το έργο ήθελε κι ένα νέο της τότε ηλικίας μου και πήγα. Αυτή μάλιστα η εμφάνισή μου ενίσχυσε αφάνταστα τη διάθεση που είχα ήδη αρχίσει να έχω αναφορικά με το θέατρο. Και θα μου μείνει αξέχαστη αυτή η πρώτη μου επικοινωνία από τη σκηνή με το κοινό», είχε πει ενθυμούμενος τα πρώτα του βήματα στο θεατρικό σανίδι.

Ο ηθοποιός που φώτισε τη θεατρική οδό των ονείρων

Και κάπως έτσι, το «αστεράκι» ετοιμάστηκε να γίνει «αστέρι», όταν το 1937 εισήχθη στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, δίνοντας εξετάσεις με το ποίημα του Βάρναλη, «Οι μοιραίοι».

Ο ίδιος είχε περιγράψει σε μία συνέντευξη του στην Ι. Παπαντωνίου εκείνη την μέρα: «Βγήκα στο θέατρο, γιατί μια μέρα τρώγαμε στο σπίτι μου κι ο πατέρας μου αγαπούσε πολύ τον μεσημεριανό του ύπνο. Μου λέει: “Αχ, αύριο το μεσημέρι δε θα κοιμηθώ. Πρέπει να πάω στη Δραματική Σχολή”. Ήταν Πρόεδρος της Επιτροπής Εισαγωγικών Εξετάσεων. “Μ’ έχουν βάλει Πρόεδρο στην Επιτροπή την Εξεταστική… Γι’ αυτούς που θέλουν να γίνουν ηθοποιοί”».

Αφού τον ρώτησε που είναι αυτό, ο Χορν πήγε να υποβάλει αίτηση. «Μια και δυο πηγαίνω εγώ, ήταν ο Συναδινός Διευθυντής στη σχολή, να υποβάλω μια αίτηση για να δώσω εισαγωγικές. Και μου λέει, έχει λήξει η προθεσμία, αλλά επειδή είσαι γιος του Παντελή θα κάνουμε μια εξαίρεση. Το είπα λοιπόν του πατέρα μου και μου λέει: “Σ’ ευχαριστώ παιδί μου. Δε θα χάσω το μεσημεριανό μου ύπνο, διότι δε θα πάω. Δεν μπορώ να είμαι Πρόεδρος της Επιτροπής και να δίνεις εσύ εξετάσεις”».

Για τη διαδικασία των εξετάσεων ο ίδιος ο Χορν είχε διηγηθεί πως δεν πρόλαβε να πει τέσσερις πέντε στίχους και τον διέκοψαν λέγοντάς του «καλά, καλά, αρκεί». Έτσι έφυγε απογοητευμένος, έχοντας τη γνώμη πως δεν πέρασε. Την επόμενη μέρα όμως είδε στην οδό Σταδίου τον Βεάκη με τη γυναίκα του και ο Βεάκης του είπε: «Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο μας δρόσισες μέσα σ’ αυτή την ανομβρία». Έτσι έμαθε ότι πέρασε.

τη διάρκεια της λαμπρής του καριέρας ο Δημήτρης Χορν είχε την ευκαιρία να συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα ονόματα που πέρασαν από την ελληνική θεατρική σκηνή και να παίξει σε μερικά από τα σπουδαιότερΔεν ήταν όμως οι μόνοι που ενοχλήθηκαν. Σε μία σκηνή της ταινίας ο Δημήτρης Χορν έπρεπε να φιλήσει τη συμπρωταγωνίστρια του Καίτη Πάνου. Το φλογερό φιλί του ανερχόμενου ζεν πρεμιέ μπορεί να ήταν άριστο υποκριτικά, αλλά δεν άρεσε καθόλου στον σκηνοθέτη που ήταν ερωτευμένος με την Καίτη Πάνου, κι ο οποίος επιτέθηκε στον Χορν με αποτέλεσμα να τους χωρίσουν λίγο πριν πιΑκολουθούν οι ταινίες «Κάλπικη λίρα» του Γιώργου Τζαβέλλα, το 1955 - η πρώτη μεγάλη ελληνική ταινία με διεθνή επιτυχία και πολλές διακρίσεις - και «Το κορίτσι με τα μαύρα» του ΜιχάληΠαντρεύτηκε δύο φορές. Την Ρίτα Φιλίππου και την Άννα Γουλανδρή (χήρα Παπάγου). Η δεύτερη γυναίκα του, ήταν και αυτή που τον σημάδεψε.

Μια ζωή την είχε και την γλέντησε

Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Δημήτρης Χορν ήταν ένας καλλιτέχνης αλλά πάνω από όλα ένας άνθρωπος με γοητεία, λάμψη και ταλέντο; Κακογιάννη, το 1956.αστούν στα χέρια.

Αλίμονο αν δεν αγάπαγε ο κινηματογράφος

Αυτή ήταν μόνο η αρχή. Το 1953 ο Χορν ζητάει από τον Μιχάλη Κακογιάννη να γράψει το σενάριο για μία ταινία στην οποία θα πρωταγωνιστεί ο ίδιος μαζί με τον Γιώργο Παππά και την Έλλη Λαμπέτη, με στόχο να διαφημίσει τον θίασο που είχαν δημιουργήσει. Έτσι στις 11 Ιανουαρίου του 1954 κάνει πρεμιέρα η πρώτη ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη με τίτλο «Κυριακάτικο ξύπνημα». Αξίζει να αναφερθεί, ότι τα εσωτερικά γυρίσματα γίνανε σε στούντιο της Αιγύπτου.

α έργα που γράφτηκαν ποτέ.

Και το ευτυχές 1962, ένα επίσης ευτυχές συναπάντημα, αυτό του Μάνου Χατζηδάκι με τον Δημήτρη Χόρν, δίδαξε το αθηναϊκό θεατρόφιλο κοινό γιατί «ηθοποιός… σημαίνει φως».

Η «Οδός Ονείρων» συστήθηκε στο αθηναϊκό κοινό σαν μία ιδιόρρυθμη μουσική παράσταση που είχε σχεδόν τα πάντα: εκλεκτούς πρωταγωνιστές, θεατρικά δρώμενα, χορευτικά μέρη, στίχους, τραγούδια, μουσική δια χειρός Χατζιδάκι, κινηματογραφικά στιγμιότυπα από ένα μικρού μήκους σατιρικό φιλμάκι με πρωταγωνιστή το συνθέτη και τη Ρένα Βλαχοπούλου. Αλλά κι ερμηνείες ψυχής, υπεροχη μουσική και ένα concept που παραπέμπει στις ευαισθησίες του νου και της ψυχής, στις κρυφές ελπίδες, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, τη χαμένη αθωότητα. Όλα αυτά μέσα από τους κατοικους μιας Αθηναικής γειτονιάς που διηγούνται τις ιστορίες και κάνουν τις ευχές τους πραγματικότητα μέσα από το φακό ενός περιπλανώμενου φωτογράφου. Του Δημήτρη Χορν.

«Όταν ήμουν μικρός κι έβλεπα επιθεωρήσεις, διασκέδαζα πάρα πολύ κι ονειρευόμουν να κάνω κι εγώ κάτι ανάλογο κάποτε. Ο Μάνος Χατζιδάκις, που τον θαυμάζω και ως μεγάλο ταλέντο και ως σπουδαίο μυαλό, μου 'δωσε αυτήν την ευκαιρία. Και διασκέδασα πραγματικά πάρα πολύ. Η "Οδός Ονείρων" είχε το στοιχείο της αναζητήσεως. Και ήταν αυτό πολύ σημαντικό. Αν γραφτεί ποτέ η ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου, ο ιστορικός πρέπει να σταθεί στην "Οδό Ονείρων”», είχε πει ο ίδιος ο Χορν.

Το κοινό κινηματογραφικό ντεμπούτο με τον Φίνο

Η σχέση του Δημήτρη Χορν με τον κινηματογράφο ξεκινάει το 1943 στην ταινία «Η φωνή της καρδιάς» του Δημήτρη Ιωαννόπουλου. Πρόκειται για την πρώτη ταινία που γυρίστηκε μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα, καθώς και η πρώτη παραγωγή της «Φίνος Φιλμ».

Το κοινό κινηματογραφικό ντεμπούτο με τον Φίνο

Η σχέση του Δημήτρη Χορν με τον κινηματογράφο ξεκινάει το 1943 στην ταινία «Η φωνή της καρδιάς» του Δημήτρη Ιωαννόπουλου. Πρόκειται για την πρώτη ταινία που γυρίστηκε μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα, καθώς και η πρώτη παραγωγή της «Φίνος Φιλμ».

\Το 1958 ο Δημήτρης Χορν, υποδύεται τον Κλέωνα, ένα φτωχό και δειλό υπάλληλο τραπέζης που ερωτεύεται την ερωμένη του αφεντικού, χωρίς ανταπόκριση. Ένα λογιστικό λάθος, όμως, φέρνει στα χέρια του 1.101.101,10 δραχμές κι έτσι καταφέρνει να κερδίσει την καρδιά της αγαπημένης του. Μιλάμε για την ρομαντική κωμωδία «Μια ζωή την έχουμε» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γιώργου Τζαβέλλα, ντυμένη με την υπέροχη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι.

Η κινηματογραφική επιτυχία του Χορν συνεχίζεται με την ταινία «Μια του κλέφτη» του Δημήτρη Ιωαννόπουλου το 1960 και, φυσικά, το 1961 με την ταινία «Αλίμονο στους νέους» σε σενάριο των Α. Σακελλάριου και Χρ. Γιαννακόπουλου. Η υπόθεση είναι μια παραλλαγή του μύθου του Φάουστ και ο Δημήτρης Χορν κερδίζει το βραβείο α’ αντρικού ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης την ίδια χρονιά.

Η Έλλη Λαμπέτη δεν ήταν η γυναίκα της ζωής του

Ο Δημήτρης Χορν υπήρξε ένας από τους πιο ερωτεύσιμους αλλά και ερωτευμένους άντρες της εποχής. Από το κρεβάτι του πέρασαν πολλές γυναίκες λίγες όμως, άφησαν χαραγμένο σημάδι στην καρδιά του.

«Aπό τα έξι χρόνια μου και μετά δεν μπορώ να θυμηθώ τον εαυτό μου να μην είναι ερωτευμένος, δηλαδή συγκινημένος με κάποιο πρόσωπο. Θα 'λεγα πως ήμουν ερωτευμένος με τον έρωτα... Eνώ δηλαδή ήμουν ένα πολύ κεφάτο παιδί, ξαφνικά, μελαγχολούσα φοβερά κι έγραφα θλιμμένα ποιήματα. Mε μελαγχολούσαν αυτοί οι έρωτες... Ή η ζωή», είχε δηλώσει για τη σχέση του με τον έρωτα.

Το φλογερό ειδύλλιο με την Έλλη Λαμπέτη, ήταν αυτό που έμεινε στην ιστορία του Τύπου της εποχής αλλά από ότι ο ίδιος είχε πει όχι αυτό που χάραξε την προσωπική του ζωή.

Οι δυο τους γνωρίστηκαν στη δραματική σχολή της Μαρίκας Κοτοπούλη. Φιλιόντουσαν για τις ανάγκες του έργου «Κάλπικη λίρα» που συμπρωταγωνιστούσαν και κάπως έτσι γεννήθηκε μια σχέση που κράτησε επτά ολόκληρα χρόνια. Ο σκηνοθέτης Μιχάλης Κακογιάννης είχε πει κάποτε, πως όταν οι δύο ηθοποιοί είχαν γύρισμα, προσπαθούσε να τους κρατήσει χωριστά τις νύχτες ώστε να μην είναι εξαντλημένοι την επόμενη μέρα στη δουλειά.

Μετά το 1959 που χώρισαν ο ένας δεν αναφέρθηκε σχεδόν ποτέ ξανά στον άλλον. Το μόνο που είχε πει ο Χορν ήταν το εξής: «Ήταν μια καλή ηθοποιός, ήταν χαρά να παίζεις μαζί της. Είχε την ικανότητα να κάνει τα ασήμαντα σημαντικά. Και αφόρητη ζηλιάρα. Δεν τολμούσα ούτε βλέμμα να ρίξω σε άλλη γυναίκα. Γινόταν χαλασμός. Ζήλευα κι εγώ ελεεινά. Ήμασταν μαζί επτά χρόνια. Όταν με άφησε, ήμουν ως ταύρος εν υαλοπωλείω. Πληγώθηκε ο εγωισμός μου. Δεν μπορώ να πω πως δεν την αγάπησα. Και τη θαύμαζα πολύ σαν ηθοποιό. Αλλά δεν ήταν η γυναίκα της ζωής μου».\


via








Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022

Συνέντευξη του πνευματικού μου πατερα Βασιλείου Χριστοδούλου στον ραδιοφωνικό σταθμό της Πειραϊκής Εκκλησίας


Την Δευτέρα 17/1 και ώρα 12:10 μ.μ. ο πνευματικός μου πατέρας Βασίλειος Χριστοδούλου θα δώσει συνέντευξη στον ραδιοφωνικό σταθμό της Πειραϊκής Εκκλησίας (91,2 fm) και συγκεκριμένα στην εκπομπή της Σοφίας Χατζή "Ραδιοπαραμυθία" σε σχέση με το καινούργιο του βιβλίο "Σημειώσεις από την ερημιά του Θεού" εκδ.: ΓΡΗΓΟΡΗ . Για διαδικτυακή ακρόαση εδώ.
ή και εδώ

Με μεγάλη χαρά σας παρουσιάζω το νέο καταπληκτικό βιβλίο του πνευματικού μου πατέρα Βασιλείου Χριστοδούλου που μόλις κυκλοφορησε από τις εκδόσεις Γρηγόρη.

"Δύο χιλιάδες χρόνια μετά τόν Μυστικό Δεῖπνο καί μᾶλλον δέν μποροῦμε ἀκόμα να ποῦμε τί εἶναι ἡ θεία Εὐχαριστία. Ἐξαντλήσαμε τόν Θεό στή λειτουργική ζωή ἐντός τῶν τειχῶν τοῦ ναοῦ καί τώρα πού λειτουργική ζωή δεν ὑπάρχει ὁ Θεός ἀρχίζει να μυρίζει σάν ἕνας νεκρός...

Δέν μᾶς ἔμαθε ποτέ ἡ Ἐκκλησία πῶς νά βαδίζουμε σέ μια ἔρημο, ὅταν αὐτή προκύψει. Πῶς νά ἑτοιμάσουμε, ἐμεῖς τώρα, μέσα στήν ἔρημο ἕνα δέντρο λόγων, ὕμνων, καί καρδιακῆς ἐγρήγορσης γιά την Περιστερά, νά ἔρθει καί να ξεκουραστεῖ, ὅταν ἡ θρησκευτική λογική μᾶς βεβαιώνει πώς πουλιά πιά δέν πετοῦν.
«ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος».
Ὁ σεισμός τοῦ κορωνοϊοῦ πού ταρακούνησε καί ἐξακολουθεῖ νά ταρακουνᾶ καί τό οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας ἔχει ἐγκαινιάσει μία περίοδο ἔντονων ζυμώσεων. Ἡ πανδημία λειτούργησε σάν μία ἄμπωτη πού ἀποκάλυψε τόν ἐκκλησιαστικό βυθό. Ἔφερε στήν ἐπιφάνεια μεγάλους πειρασμούς καί τεράστια προβλήματα πού σοβοῦν στό βάθος τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Πολλά τά γνωρίζαμε, ἐνίοτε τά κουκουλώναμε γιατί δεν θέλαμε νά τά δοῦμε, ἄλλα τά ὑποπτευόμασταν καί μερικά τελείως μᾶς ξάφνιασαν.
Εἶναι καιρός ὅμως νά τά ἀντιμετωπίσουμε – τουλάχιστον νά τά ἀναδείξουμε.
Τό βιβλίο αὐτό εἶναι μία κραυγή ἀγωνίας καί ἀσφυξίας μετά ἀπό 25 σχεδόν χρόνια ἀθόρυβης, ἱερατικῆς διακονίας σέ πολλούς τομεῖς ἀλλά καί προσωπικῆς σιωπῆς. Γιατί ὅμως να σπάσει τώρα ἡ σιωπή; Διότι πιστεύω ὅτι τώρα βιώνουμε το ἀντιστρόφως ἀνάλογο τῆς ἔκφρασης «πιάσαμε πάτο». Εἶναι ὁ πάτος τώρα πού ἔπιασε ἐπιφάνεια. Ἴσως λοιπόν καί γιά μᾶς τώρα, εἶναι ὁ καιρός πού πρέπει να μιλήσουμε, νά δράσουμε, νά μήν σιωπήσουμε, γιατί τό παράλογο καί ἡ ἐκτροπή ζητοῦν νομιμοποίηση. Ἀνέβηκαν πολύ ψηλά, βγῆκαν στήν ἐπιφάνεια καί ζητοῦν νά μᾶς πνίξουν."

για απόσπασμα από το βιβλίο κάντε κλικ εδώ

Το βιβλίο θα το βρείτε εδώ.

Επίσης ο πατέρας Βασίλειος Χριστοδούλου έχει γράψει το βιβλίο 

Σε λάθος ώρα νυχτώνει

Πάλη μέ τόν Θεό στό κενό τοῦ θανάτου για την πρόωρη κοίμηση της δεκάχρονης κόρης μας 

‘Η Μαρία Νεφέλη’ του Οδυσσέα Ελύτη

 

«Η Μαρία Νεφέλη λέει: Δεν έχω συγγενείς απ’ όλη μου τη ζωή προσπάθησα να φτιάξω μια πετρώδη νεότητα. Γέμισα τον έρωτα σταυρούς. Η Λύπη ομορφαίνει επειδή της μοιάζουμε» (Οδυσσέας Ελύτης, ‘Μαρία Νεφέλη).

Η 'Μαρία Νεφέλη΄ του Οδυσσέα Ελύτη (δημοσιεύθηκε το 1978), 'συνομιλεί' με την ιστορία, με τις πολλαπλές θεάσεις του γίγνεσθαι, αποδίδει το μύθο ως καταστροφή-δημιουργία, δομεί το πεδίο του προσπελάσιμου ανθρώπου εντός ποίησης.. Η διαρκής ώσμωση της Μαρίας Νεφέλης ( η κραταιά συνείδηση) και του Αντιφωνητή ( σύμβολο που 'ακροάται' & παραδίδει) προσλαμβάνει μία λογοθετική δυναμική η οποία εκβάλλει, φέρει το γνωστό & άγνωστο στοιχείο, το ορατό & το αόρατο..

Σε μία εναλλαγή ρόλων, η 'Μαρία Νεφέλη' και ο 'Αντιφωνητής' δεν αντιστρέφουν παρά διαμορφώνουν τα όρια της παρουσίας τους, κινούνται προς το ιστορικό προτσές με ρυθμούς γρήγορους, δίχως ταυτότητες, εμβαθύνουν στο βίωμα και στην 'γυμνή' παρατήρηση-παρέμβαση, μεταβάλλοντας: την ιστορία και τις χρήσεις της, τις διάστικτες πεποιθήσεις..

Ο ποιητής, ορμητικός, αισθαντικός, ερωτικός ενώπιον του πάθους της δημιουργίας, διαμεσολαβεί τις κανονικότητες του λόγου, των κάθε είδους εξουσιαστικών πρακτικών, (οι ιστορικές-πολιτικές  νύξεις είναι εδώ σαφείς, παραλληλίζονται σε έναν κύκλο ανθρώπινων ζωών που ενεργούν στην ιστορία) συγκροτεί δύο προσωπεία τα οποία και, μέσα από διάφορες ζωές και πολλούς θανάτους αποκαλύπτονται σαν αυτό που πρωτίστως δεν είναι.. Μοίρα και  μεταβλητές σε μία εξίσωση με προκαθορισμένα 'χαρτιά'..

Η κάθε λέξη συνιστά και την 'απόδραση' από την ιστορία του απλά εφικτού, επανεγγράφει την ανθρώπινη παρόρμηση και ως συμφέρον, διαλέγεται με τις νόρμες της τεχνοκρατικής επάρκειας & πειθάρχησης, ('Ε σεις Κύριοι της Τεχνοκρατίας', αναφωνεί η Μαρία Νεφέλη), λειτουργεί εντός του εκσυγχρονισμού και των πλαισιώσεων του.. Ο Οδυσσέας Ελύτης 'εξεγερτικοποιεί' έως το σημείο της πρωταρχικής εκκίνησης: 'άνοιξη' του ανθρώπινου πνεύματος, αντηχήσεις των ανθρώπινων υποκειμένων-σωμάτων που ερωτοτροπούν με το ατελές και την ατέλεια, σώματα τα οποία αναπαριστούν την εν κινήσει 'μαθητεία' στην ποίηση..

Η ποιητική συλλογή 'Μαρία Νεφέλη' διεισδύει στο πεδίο-περιβάλλον της 'νέας λιθίνης εποχής', ανασημασιοδοτεί τον ιστορικό καιρό που αναπαράγει φόβους, προτροπές (κάνε το), προσδιορισμούς και απαγορεύσεις, εδραζόμενη σε μία λογοθετική σχεσιακότητα που διεκδικεί να καταστεί 'ορατή' και να αφεθεί να 'ομιλήσει', στην τριβή των σωμάτων που, φέροντας την φθορά επιδιώκουν να αντισταθούν σε αυτήν, όπως και στις υψηλές προτεραιότητες της κάθε υψηλής πύλης..

Εντός του πολέμου και των ερειπίων που αφήνει πίσω του, ο Ελύτης παρουσιάζει τον άνθρωπο και το μαρτύριο του μέσα σε αυτόν, την ποίηση ως δομή ανάθεσης της ευθύνης, ως 'εργαλείο' ελεύθερης ηθικής ή μίας ηθικής που δίνει στην ποίηση το πρωτείο της ανάλυσης & της προσέγγισης..

«Η Μαρία Νεφέλη λέει: θέλει πήδημα μες στις ιδέες. Όσο υπάρχουνε Αχαιοί θα υπάρχει μία ωραία Ελένη και ας είναι αλλού το χέρι αλλού ο λαιμός Κάθε καιρός κι ο Τρωικός του πόλεμος. Μακριά μέσα στ’ απώτατα βάθη του Αμνού ο πόλεμος συνεχίζεται».[1]

Η Ελένη πάνω στο δικό της υψηλό βάθρο, διεκδικείται από όλους. Από φίλους και εχθρούς.. Ερωτικό υποκείμενο, που εξελίσσει και διευρύνει την ιστορία. Μέσα από την Ελένη του παρελθόντος και του παρόντος, ο άνθρωπος διαβλέπει τον εαυτό του, το αίμα που χάσκει ως εικόνα και ως μνήμη..

Οι ρόλοι αντιστρέφονται και κάλλιστα η ‘Μαρία Νεφέλη’ δύναται να είναι ο ‘Αντιφωνητής’, ο οποίος επικοινωνώντας με τις ίδιες τις καταλήξει της ποίησης, καθίσταται ο μνημειώδης άλλος: του εαυτού, της ιστορίας, της ποίησης. Η ‘Μαρία Νεφέλη’, σωματική, παράφορα ερωτική, ονοματοδοτεί πτυχές του ιστορικού-ανθρώπινου βίου, συγκροτεί το δυϊσμό: άρνηση και πάλι άρνηση, μέχρι να προκύψει κάτι νέο, κάτι καινούργιο, μέσα από την πρωταρχική ‘μήτρα’ και τις «πολύσημες» ωδίνες της ιστορίας.. Και ο «έρωτας» με την αντίστροφη λογική θα μπορούσε να είναι η απαρχή της ποίησης..

 Όπως αναφέρει ο ποιητής, μέσω του ‘Αντιφωνητή’: «Αν είσαι απ’ τους Ατρείδες άμε σ’ άλλα μέρη να ολολύξεις.. Πυρά τέτοια τον ήλιο δεν ανάβει εδώ που ανάτειλε η συνείδηση κι έλαβε σώμα Κόρης υπαρχτό με λάμψεις από την απέραντη πεδιάδα- Κοίταξε: πως η μνήμη δένει τα μαλλιά πίσω και αφήνει εμπρός να πέφτουν τα ματόκλαδα τρέμοντας απ’ την τόση αλήθεια· πως τσιτώνει το δέρμα στους ώμους στις λαγόνες· κάτι θαμπωτικό και όπου δε γίνεται ποτέ κανείς να’ ναι γενναίος και δυνατός. Να υπάρχει μόνον. Όπως το αίμα. Όπως τα σταφύλια. Ο μακρύς δρόμος του ανθρώπου από το δνοφερόν στο αείφωτον ψαύοντας δάχτυλο το δάχτυλο εωσότου ο κόλπος όλος ερευνηθεί και ανοίξει το αίνιγμα που σφιγμένο κρατούν οι ωραίοι μηροί· ο γυαλός ο αμύθητος από την υψηλή μασχάλη έως τα πέλματα».[2]

«Όπως το αίμα» & τα «σταφύλια» μένει η συγκρότηση του κόσμου εντός ποίησης, η «ανασυγκρότηση» του ανθρώπου που δρα, των συμβόλων και των συμβολισμών που δεικνύουν τις εξελίξεις.. Και με την παρομοίωση (ή και την παραπομπή) στον γυναικείο κόλπο, το γίγνεσθαι, ατελεύτητο όσο ο κόλπος, περιλαμβάνει τα ψηφιδωτά παρουσίας, εκεί όπου ο ποιητικός λόγος δύναται να ‘αμυνθεί’, να διευρύνει και να διευρυνθεί. Η ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη κατασκευάζει κάθε στιγμή το έλασσον και το μείζον, ‘φυσικοποιεί’ τον άνθρωπο, μένει ως έχει: πρωταρχικότητα της στιγμής και της καταγραφής της, της τοποθέτησης του υποκειμένου εντός στιγμής.

«Και ο Αντιφωνητής: ξορκίζουμε τις νύχτες όρθιοι κατάντικρυ της ταραγμένης θάλασσας ξέμπαρκοι ναυτικοί που εχάσαμε το θείο ναυάγιο για πάντα. «Φτασμένες οι προλήψεις σε μια καθαρότητα  μαθηματική θα μας βοηθούσανε να κατανοήσουμε τη βαθύτερη δομή του κόσμου».[3]

Και η «βαθύτερη δομή», στη ‘Μαρία Νεφέλη’ είναι το αθέατο βάθος-χάσμα που προσεγγίζεται διαμέσου του διαπερατού τραύματος.. Η ‘Μαρία Νεφέλη’ συνιστά ένα ταυτοτικό έργο του Οδυσσέα Ελύτη, το οποίο ταυτόχρονα επιδιώκει να εμβαθύνει στην περίληψη και στη συγκέντρωση του όλου, στην αναπαραγωγή «φτασμένων» μύθων, στην αποτύπωση της σύγχρονης ιστορίας  ως αντανακλαστική όψη του ανθρώπινου αίματος-θρήνου. Και μέσα από αυτές τις πτυχές δύναται να αναγνωστεί η ιστορία, οι απολήξεις της δικαιοσύνης, της ερωτικής και μη ισότητας, της προσδοκίας για το ίχνος του διαφορετικού.. Ο ποιητής προκαλεί τον ίδιο του τον εαυτό, τις λεκτικές του καταβολές: μίλα σαν να μην υπάρχει αύριο, ή σαν να αρχίζουν πάλι όλα από την αρχή. Το δικό του πένθος «κινεί», στοχάζεται επί των υπαρκτών ορίων, φαντασιακά προστρέχει και αναφέρει.. Και εμμένει η ποίηση ως ‘επιστήμη’ των αντιθέσεων να καταγράφει και να επιδιώκει να ερμηνεύσει, νοητικά..

Η ‘Μαρία Νεφέλη’ παραπέμπει σε μία ‘κοινότητα λέξεων’, στις διαστάσεις του όλου, στην  υποκρύπτουσα αθωότητα, στην κατάληξη που έχουν οι δύο πρωταγωνιστές, η ‘Μαρία Νεφέλη’ & ο ‘Αντιφωνητής’: να προβάλλουν το νόημα του λόγου που ειπώθηκε σε στιγμές απώλειας, ενώπιον μηχανών που ‘αλέθουν’.. Η εξέγερση του Οδυσσέα Ελύτη είναι η εξέγερση του πνεύματος που εισχωρεί στο πεδίο της ποίησης, εξέγερση που εγκολπώνεται ‘αφιερώσεις’ στο φαντασιακό και στο πραγματικό.. Όπως γράφει ο ποιητής Νίκος Καρούζος: «Ουρανός επί λέξει. Κι ακόμη διάφωνα στον αχερώνα του αιώνα. Το Σύμπαν έχει ασυνταξίες».[4]

Η ‘Μαρία Νεφέλη’ συνιστά την κουλτούρα της ποίησης που έμπρακτα αποϊεροποιεί, διαμορφώνει την δική την ‘αξία χρήσης’, καθίσταται ποίηση ρέουσα.. Και όπως ομιλεί ο ποιητής: «Η Μαρία Νεφέλη λέει: THROUGH THE MIRROR  Ψαρεύοντας έρχεται η θάλασσα κι είναι στη μυρωδιά της μέσα που το ψάρι αστράφτει μάταια μην ψάχνεις Κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη πρέπει να παράπεσε η αληθινή σου μέρα Υπερούσιος πας ενώ πάνω από το κεφάλι σου απλώνεται ο βυθός με τα χρωματιστά του βότσαλα σαν άστρα».[5]

Ο Οδυσσέας Ελύτης μετουσιώνει την αλήθεια, την δική του και των άλλων, σε συνθήκη, ιδεατή και μη.. Προστρέχει στα πρόσωπα που επικοινωνούν, ενέχουν τον λόγο ως ποίηση και την ποίηση ως λόγο, που εκτίθενται στις προβολές του χρόνου, στις πτυχώσεις μίας ποίησης, η οποία όσο φέρει το δυνητικό, το ακέραιο,   άλλο τόσο φέρει και το υπαρκτό θραύσμα. Και η ιδιαίτερη σημαντικότητα της έγκειται στις δυνατότητες ‘κατακερματισμού’ του προφανούς, στις όψεις ανάδυσης μίας δι-ιστορικής ανθρωπινότητας η οποία  διαλέγεται και διαμεσολαβείται από το όριο της ύπαρξης: την τομή..

Θα μπορούσαμε να πούμε πως  ο Οδυσσέας Ελύτης με την ‘Μαρία Νεφέλη’, συστηματοποιεί τον δυϊσμό ρητό-άρρητο, ενέχοντας παράλληλα μία ουσιαστική αναφορά: το ότι η ποίηση και ο ποιητικός λόγος (ως συγκροτούμενο συμβάν) δομούνται εντός μαρτυρικών εγκλήσεων, διάστικτων από «ορατές» και «αόρατες» κινήσεις. «Διότι η οδύνη είναι ζωή», αναφέρει ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι στους ‘Αδελφούς Καραμάζοφ».[6] Και η ποίηση δύναται να εμβαθύνει στους κανόνες της οδύνης, του ‘τραύματος’ που περιλαμβάνει την μνήμη. Ο ποιητής επιδιώκει να προσδιορίσει τις δυνατότητες που έχει το ‘τραύμα’ να καταστεί οικείο, να επανεγγράψει το απαγορευμένο..

Αναφέρει η Τζούντιθ Μπάτλερ: «Το γεγονός ότι βρισκόμαστε πάντα σε κοινότητες με άλλες μορφές ζωής, σε κοινωνικές σφαίρες συνυφασμένων και διαφορετικά ενσαρκωμένων σωμάτων, λειτουργεί εξαρχής ως ένας παράγοντας που κλονίζει τη φαντασίωση του αυτάρκους ανθρώπινου υποκειμένου».[7]  Η ποίηση της ΄Μαρίας Νεφέλης’ ή η ποίηση στη ‘Μαρία Νεφέλη’ τείνει να αποδομήσει την έννοια του «αυτάρκους», του οριζόμενου ως ‘διαλεκτικά κανονικού’, ανατρέποντας την σειρά των πραγμάτων και διηγούμενη αντεστραμμένα: από την αρχή, αλλά όχι προς το τέλος, αλλά προς μία αρχή που μένει να πραγματοποιηθεί.. Μία ζωή και πολλές ζωές.[8]

Θέτοντας το  με άλλους όρους, τα δύο μείζονα ποιητική υποκείμενα (Μαρία Νεφέλη & Αντιφωνητής) ακέραια στο ύψος της δομής, αίρονται μαζί με την ακεραιότητα, για να ακουστεί όχι η απλή αφήγηση, αλλά ο ποιητικός λόγος επί των πραγμάτων, των συμβάντων και των ερωτικών πλεύσεων.. Ο Οδυσσέας Ελύτης  επαναφέρει στο πεδίο την διαρκή προσπάθεια για την συγκρότηση του ΄μνημονικού’ υποκειμένου. Η ‘Μαρία’ Νεφέλη’ συνιστά την συνήχηση των καιρών, την απόδοση της ποιητικής μαρτυρίας που κλίνει το γόνυ στην οριστική ‘αμαρτία’..

 Με τα λόγια του Σουδανού ποιητή Αλ Σαντίκ αλ Ράντι: «Το σώμα ενός πουλιού σπαρταρά στο σώμα μου ψελλίζοντας τραγούδια. Τα μάτια του αντανακλούν φως σκληρό κι απογυμνωμένο. ‘Πρέπει να διαρρήξεις τον ορίζοντα έστω μια φορά, γιατί μόνο έτσι θα αφυπνιστείς. Να ανοίξεις ένα ένα τα παράθυρα να στηρίξεις εσύ τους τοίχους σου’».[9]

Η ‘Μαρία Νεφέλη’ είναι η παρουσία και η ταυτόχρονη απουσία του δικαίου, η ενσάρκωση της ‘λεπτής’ περιοδολόγησης του χρόνου, της ενίοτε ακανόνιστης αίσθησης της ψηλάφησης..

via

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2022

Ναζίμ Χικμέτ Τούρκος ποιητής, από τις σημαντικότερες φωνές της τουρκικής λογοτεχνίας τον 20ο αιώνα.

Ο Ναζίμ Χικμέτ, αριστοκρατικής καταγωγής, γεννήθηκε το 1902 στη Θεσσαλονίκη. Γρήγορα η οικογένειά του μετακόμισε στο Καντικιόι της Κωνσταντινούπολης. Το 1912 φοιτά σε ιδιωτικό σχολείο. Ο επόμενος όμως χρόνος τον βρίσκει σε δημόσιο σχολείο. Το 1917 μπαίνει στη σχολή αξιωματικών του ναυτικού και φοιτά ως δόκιμος. Μια επίμονη πλευρίτιδα του στερεί τη δυνατότητα να υπηρετήσει τη θητεία του ως αξιωματικός.

Το 1921 ο Χικμέτ αποφασίζει να ενταχθεί στον «Πόλεμο Ανεξαρτησίας» του Κεμάλ, στην Ανατολή. Στο δρόμο συναντιέται με Τούρκους Σπαρτακιστές φοιτητές, που είχαν απελαθεί από τη Γερμανία. Απ’ αυτούς μαθαίνει για τους Μαρξ, Ενγκελς κι έρχεται σε επαφή με την κομμουνιστική ιδεολογία. Στην πεζοπορία του προς την Αγκυρα γίνεται μάρτυρας της φτώχειας και δυστυχίας των αγροτών της Ανατολής και συνειδητοποιεί το μέγεθος των κοινωνικών προβλημάτων της χώρας.

Την ίδια στιγμή, η αστική επανάσταση του Κεμάλ δεν μπορεί να καταργήσει τις ταξικές διαφορές, πράγμα αντικειμενικό, κάτι που διαπιστώνει και ο ίδιος. Ενώ ζητά να σταλεί στο μέτωπο, τελικά στέλνεται ως δάσκαλος στην πόλη Μπολού. Εκεί ενημερώνεται για την Οχτωβριανή Επανάσταση και αποφασίζει να ταξιδέψει στην ΕΣΣΔ. Στο ταξίδι του πληροφορείται τη δολοφονία του ιδρυτή του Τουρκικού Κομμουνιστικού Κόμματος Μουσταφά Σουπχί και 14 συντρόφων του.

Το 1922 γίνεται μέλος του Κόμματος των Μπολσεβίκων – ΠΚΚ (μπ) και του Κομμουνιστικού Κόμματος Τουρκίας. Σπουδάζει στο Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των Εργατών της Ανατολής (ΚΟΥΤΒ). Γνωρίζεται με τον Μαγιακόφσκι, με φουτουριστές και κονστρουκτιβιστές καλλιτέχνες.

Το 1924 πεθαίνει ο Λένιν. Ο Ναζίμ στέκεται τιμητική φρουρά στο φέρετρο.

«Είμαι ένας κομμουνιστής ποιητής …»

Επιστρέφει στην Τουρκία και το 1925 συνεργάζεται με τα πολιτικά περιοδικά «Διαφώτιση» και «Σφυροδρέπανο», προσκείμενα στο ΤΚΚ. Κηρύσσεται στρατιωτικός νόμος, καταργείται η ελευθερία του Τύπου και διώκονται οι κομμουνιστές. Ο Ναζίμ διαφεύγει στη Σμύρνη. Αποστολή του η οργάνωση παράνομου κομματικού τυπογραφείου. Καταδικάζεται, ερήμην, σε 15 χρόνια φυλακή. Μεταμφιεσμένος και χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα δραπετεύει στην ΕΣΣΔ, όπου συνθέτει ποιήματα και πάνω από 30 θεατρικά, που όμως δε διασώζονται.

Στην Τουρκία ξεκινούν καινούργιες δίκες κομμουνιστών. Το 1928 καταδικάζεται, ερήμην, σε 3 μήνες φυλακή. Τον Ιούλη, επιστρέφοντας παράνομα στην Τουρκία, συλλαμβάνεται στα σύνορα και φυλακίζεται στην Αγκυρα απ’ όπου αποφυλακίζεται μετά από 7μηνη κράτηση.

Το 1929 κυκλοφορεί η πρώτη του ποιητική συλλογή σε λατινικό αλφάβητο «835 στίχοι». Η συλλογή περιλαμβάνει ποιήματα γραμμένα στην ΕΣΣΔ με έντονη τη σφραγίδα του κονστρουκτιβισμού. Σημειώνει μεγάλη επιτυχία για τις καινοτομίες που εισάγει στη μορφή και στο περιεχόμενο της τουρκικής ποίησης. Παρά την αναγνώρισή του, δεν βρίσκει δουλειά λόγω της κομμουνιστικής του στράτευσης.

Στο μακροσκελές του ποίημα «Η Τζοκόντα και ο Σι-Για-Ου» καλεί την Τέχνη να συμμετέχει στον επαναστατικό αγώνα. Το 1930 κυκλοφορεί δίσκος με τον ποιητή να διαβάζει ποιήματά του.
Για την ποιητική του συλλογή «Η πόλη που έχασε τη φωνή της», εμπνευσμένη από απεργία στα μέσα μεταφοράς, συλλαμβάνεται, αφήνεται όμως ελεύθερος λόγω πίεσης του μεγάλου λαϊκού ακροατηρίου της δίκης. Στην απολογία τουμ το 1931 ο Χικμέτ αναφέρει: «Είμαι ένας Κομμουνιστής ποιητής και κάθε μέρα προσπαθώ να γίνω καλύτερος Κομμουνιστής και καλύτερος ποιητής».

Το 1933 συλλαμβάνεται ξανά και απαγορεύεται η κυκλοφορία ποιητικής του συλλογής. Υπόδικος μεταφέρεται από την Κωνσταντινούπολη στις φυλακές της Προύσας, όπου ξεκινά τη συγγραφή του εξαιρετικού «Το έπος του Σεΐχη Μπεντρεντίν». Ο δημόσιος κατήγορος απαιτεί να καταδικαστεί σε θάνατο.

Τον Γενάρη 1934 καταδικάζεται σε 5 χρόνια φυλάκιση, τον Αύγουστο αποφυλακίζεται με γενική αμνηστία. Προσλαμβάνεται ως συντάκτης στις εφημερίδες «Απογευματινή» και «Αυγή» όπου υπογράφει με το ψευδώνυμο Ορχάν Σελίμ. Γράφει κινηματογραφικά σενάρια. Στα περισσότερα το όνομά του δεν αναφέρεται ή υπογράφει με ψευδώνυμο είτε για λόγους πολιτικούς, είτε γιατί το περιεχόμενό τους δεν τον εκφράζει.

Το 1935 δημοσιεύει το αφηγηματικό του ποίημα «Γράμματα στην Ταράντα – Μπαμπού», για την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας στην Αιθιοπία. Το 1936 στην μπροσούρα «Γερμανικός φασισμός και ρατσισμός» καταγγέλλει τη στενή σχέση φασισμού, καπιταλιστικών συμφερόντων και πολέμου. Στο «Επος του Σεΐχη Μπεντρεντίν» ο Χικμέτ ιστορικοποιεί την αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Δώδεκα χρόνια στη φυλακή

Στις 17 Γενάρη του 1938 συλλαμβάνεται ξανά στη βάση σκευωρίας και περνά Στρατοδικείο, κατηγορούμενος για υποκίνηση των δοκίμων σε ανταρσία. Καταδικάζεται σε 15 χρόνια φυλακή.
Το 1939 καταδικάζεται σε ακόμα 20 χρόνια φυλακή. Το 1940 οδηγείται στις φυλακές της Προύσας.

Η επαφή του με τους λαϊκούς ανθρώπους επιδρά στην ωρίμανση της γλώσσας και της ποίησής του, που γίνεται πιο μεστή και απλή. Ο Χικμέτ, ακολουθώντας τη διεθνή πρακτική των φυλακισμένων κομμουνιστών, μετατρέπει τη φυλακή σε ένα πραγματικό σχολείο για τους συγκρατούμενούς του με μαθήματα γλώσσας, λογοτεχνίας, Γαλλικών, αλλά και βασικών αρχών μαρξισμού.

Το 1941 ξεκινά τη συγγραφή του μνημειώδους έπους «Ανθρώπινα τοπία». Συνεχίζει τις μεταφράσεις, γράφει κινηματογραφικά σενάρια, φτιάχνει ξυλόγλυπτα και ζωγραφίζει πίνακες για βιοπορισμό. Υποφέρει από παθήσεις και αϋπνίες.

Το 1945 ξεκινά τη συγγραφή μιας σειράς ποιημάτων με τη μορφή επιστολών προς τη γυναίκα του, που ξεπερνούν τα όρια της προσωπικής σχέσης τους, με τον τίτλο «Ποιήματα των 9 και 10 μ.μ.». Συνεχίζει με τα «Ανθρώπινα τοπία», και παράλληλα με τα «Ρουμπαγιάτ» με παραδοσιακή μορφή περσικών τετράστιχων, αλλά με σύγχρονο διαλεκτικό – υλιστικό, κοινωνικό και επαναστατικό περιεχόμενο.

Το 1948 τα προβλήματα υγείας του επιδεινώνονται. Ξεσπά κύμα διεθνιστικής αλληλεγγύης για την απελευθέρωσή του. Διανοητές όπως οι Ελυάρ, Κιουρί, Νερούντα, Σαρτρ, Πικάσο ζητούν την απελευθέρωσή του. Το 1950, μετά από επαναλαμβανόμενες απεργίες πείνας, κατακτά την αποφυλάκισή του.

Το Νοέμβρη του ’50 τού απονέμεται στη Βαρσοβία το Παγκόσμιο Βραβείο Ειρήνης μαζί με τους Πικάσο, Ρόμπσον, Γουάντα Τζακουμπόσκα και Νερούντα. Στον ίδιο απαγορεύεται να παραβρεθεί στην τελετή.

«Πρεσβευτής» του σοσιαλισμού και της ειρήνης

Το 1951 ο Ναζίμ καλείται στην Αγκυρα για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία με στόχο να χαθεί κάπου στα βάθη της Ανατολής. Εγκαταλείπει την Τουρκία. Στα διεθνή ύδατα επιβιβάζεται σε ρουμάνικο πλοίο. Το τουρκικό Κοινοβούλιο τον ανακηρύσσει προδότη και του αφαιρεί την τουρκική υπηκοότητα. Μέσω Βουκουρεστίου φθάνει στη Μόσχα. Τον υποδέχεται με τιμές η Ενωση Συγγραφέων.

Στη Μόσχα δημοσιεύει έργα του, ανεβάζει θεατρικά και αρθρογραφεί στον Τύπο. Συμμετέχει στο Φεστιβάλ Νεολαίας στο Βερολίνο και στο Συνέδριο για την Ειρήνη στη Βιέννη.
Τον επόμενο χρόνο, στο Πεκίνο παθαίνει την πρώτη καρδιακή προσβολή που ακολουθείται από δεύτερη στο Βερολίνο, σε πορεία ενάντια στον πόλεμο της Κορέας.
Το 1953 συμμετέχει στο δεύτερο Παγκόσμιο Συνέδριο Ειρήνης. Συναντάται με τους Αραγκόν, Σαρτρ, Ριβέρα, Νερούντα.

Το 1954 τον βρίσκει να γράφει σειρά ποιημάτων με έντονη νοσταλγία για τα αγαπημένα πρόσωπα και τον τόπο του, αλλά και ποιήματα εμπνευσμένα από τα ιδανικά του σοσιαλισμού και της αντιιμπεριαλιστικής πάλης. Παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας ταξιδεύει και στηρίζει τους λαούς που υποφέρουν, που αγωνίζονται. Μόνο οι ΗΠΑ τού αρνούνται τη βίζα.

Γνωρίζεται με τον Γιάννη Ρίτσο. Το 1956 γράφει το θεατρικό «Υπήρξε ή όχι ο Ιβάν Ιβάνοβιτς;» Το 1958 συμμετέχει στο συνέδριο των Ανατολικών Συγγραφέων στην Τασκένδη. Το 1961 ταξιδεύει στην Κούβα της Επανάστασης και συνθέτει το «Ρεπορτάζ στην Αβάνα» και την «Αυτοβιογραφία».

Το 1962 ανακηρύσσεται Σοβιετικός πολίτης. Ξεκινά το μοναδικό του μυθιστόρημα με έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία «Η ζωή είναι ωραία, αδελφέ μου», που στην ΕΣΣΔ εκδόθηκε ως «Οι Ρομαντικοί».

Το 1963 συμμετέχει στο Συνέδριο Ασιατών και Αφρικανών συγγραφέων στην Τανζανία, γράφει το ποίημα «Ρεπορτάζ από την Τανγκανίκα» και ολοκληρώνει το μυθιστόρημα «Οι Ρομαντικοί».

Πεθαίνει από καρδιακή προσβολή στις 3 Ιούνη 1963, στη Μόσχα.

Αυτό Είναι

Είμαι μέσα στο φως που προχωρεί
Tα μάτια μου είναι πλημμυρισμένα από πόθους
Ειν’ ωραίος ο κόσμος
Ειν’ ωραίος ο κόσμος

Τα μάτια μου δεν κουράζονται να βλέπουνε τα δέντρα
Τα δέντρα τα τόσο γεμάτα από ελπίδα
Τα δέντρα τα τόσο πράσινα

Ένα μονοπάτι ηλιόλουστο τραβάει μέσα απ’ τις μουριές
είμαι στο παράθυρο του νοσοκομείου
Δε νιώθω τη μυρωδιά των γιατρικών
Κάπου πρέπει ν’ ανθίζουν τα γαρούφαλα
Δε νιώθω τη μυρωδιά των γιατρικών

Το ζήτημα δεν είναι να είσαι αιχμάλωτος
Το να μην παραδίνεσαι αυτό είναι

 via

Πασχαλινές κατασκευές για παιδιά

Ήρθε η ώρα για φανταστικές παιδικές κατασκευές που θα γεμίσουν δημιουργικά και τον χρόνο των παιδιών σας! 15 παιδικές πασχαλινές κατασκευές ...