Πέμπτη 4 Μαΐου 2023

Αμος Οζ: Η ιστορία πίσω από έναν εμβληματικό συγγραφέα - Η αυτοκτονία της μητέρας, η ρήξη με την κόρη

Πίσω από την παγκόσμια επιτυχία του, ελλοχεύει μία διπλή τραγωδία - Λίγο πριν πεθάνει, ο διάσημος συγγραφέας αφηγήθηκε την τελευταία του ιστορία… τη δική του

Ο Αμος Οζ (1939-2018) ήταν ένας συγγραφέας που αγαπήθηκε από εκατομμύρια αναγνώστες σε όλο τον κόσμο, ενώ για την πατρίδα του το Ισράηλ υπήρξε εμβληματική φιγούρα όχι μόνο της λογοτεχνίας αλλά και γενικότερα της δημόσιας σφαίρας.

Η προσωπικότητά του χαρισματική, η αύρα του γοητευτική (βοηθούσε σε αυτό το πολύ όμορφο παρουσιαστικό του), το ταλέντο του με τις λέξεις απαράμιλλο.

Ο Οζ πέθανε από καρκίνο το 2018, θέλησε ωστόσο τις τελευταίες του στιγμές να δώσει οδηγίες σε μία αγαπημένη του φίλη για να πει την ιστορία του, αληθινά όσα είχε μέσα του, όσα αποτέλεσαν άλλοτε οδηγό, άλλοτε εμπόδιο, άλλοτε ρότα ζωής. Αυτή ακριβώς την ιστορία διηγείται το ντοκιμαντέρ «Το Τέταρτο Παράθυρο» του Ισραηλινού Γιαϊρ Κεντάρ, το οποίο έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο 23ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης που είναι σε εξέλιξη αυτή την εβδομάδα με πλήθος προβολών, σε θερινά σινεμά της πόλης αλλά και μέσω διαδικτύου.

 
Τι δείχνει το ντοκιμαντέρ αυτό; «Πίσω από την παγκόσμια επιτυχία του Αμος Οζ, συμβόλου της ισραηλινής συνείδησης και συγγραφέως μεταφρασμένου σε 45 γλώσσες, ελλοχεύει μία διπλή τραγωδία. Όταν ήταν 12 ετών, η μητέρα του αυτοκτόνησε, ενώ λίγα χρόνια πριν από τον θάνατό του κατηγορήθηκε για σωματική και ψυχολογική βία από την κόρη του, η οποία έθεσε τέλος στις σχέσεις τους. Μέσα από μια σειρά συζητήσεων με την τελευταία του βιογράφο, συνυφαίνοντας αυτοβιογραφικές αφηγήσεις, κείμενα και συζητήσεις με τους οικείους του, ο Αμος Οζ αφηγείται την τελευταία του ιστορία».

Όπως ακούγεται ο ίδιος να λέει, για να γίνεις συγγραφέας πρέπει να έχεις κάποιο τραύμα και η αλήθεια είναι πως η ζωή του σπουδαίου αυτού συγγραφέα στιγματίστηκε από πολύ δύσκολες στιγμές. Καθοριστική για την όλη του πορεία υπήρξε η απώλεια της μητέρας του, όταν εκείνος ήταν μόνο 12 ετών.

Η μητέρα του ήταν μία ιδιαίτερη γυναίκα. Καταγόταν από την Πολωνία και είχε πανεπιστημιακή μόρφωση και βαθιά καλλιέργεια, ωστόσο πάλευε σε όλη της τη ζωή με την κατάθλιψη, μέχρι που πριν γίνει 40 ετών αυτοκτόνησε.


Ο θάνατος αυτός ήρθε να καταστρέψει ό,τι όριζε μέχρι τότε ως κόσμο και να τον ξυπνήσει βίαια από ένα περιβάλλον στο οποίο μεγάλωνε ως ξεχωριστό, χαρισματικό παιδί που «έπρεπε» -κατά δήλωσή του- να συναρπάζει τους πάντες.

Δύο χρόνια μετά ήρθε η σειρά του να κινήσει τα νήματα. Αποφάσισε να γυρίσει την πλάτη στη ζωή της Ιερουσαλήμ και το κουλτουριάρικο περιβάλλον που είχε «χτίσει» ο καθηγητής πατέρας του για να πάει να ζήσει σε κιμπούτς* και να ασχοληθεί με γεωργικές εργασίες. Με περηφάνια αλλά και στόχο να πληγώσει την πατρική φιγούρα και όσα συμβόλιζε δήλωνε οδηγός τρακτέρ και έζησε σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας, μη μπορώντας όμως τελικά να διώξει από το μυαλό του ούτε τη μορφή της μητέρας, ούτε τον ήχο των λέξεων που χόρευαν μέσα του.

Λέξεις που χρόνια αργότερα δεν θα μπορούσε άλλο να κρατάει στο μυαλό του και θα έβαζε σε χαρτί. Το κιμπούτς όπου ζούσε και οι πολλές ώρες εργασίας δεν κατάφεραν να περιορίσουν την ανάγκη για γραφή, ούτε θα απέτρεπαν λίγα χρόνια μετά τους κριτικούς των New York Times να θαυμάσουν την πένα του Άμος Οζ έτσι όπως αποτυπώθηκε στο «Ο Μιχαέλ μου», το βιβλίο που τον καθιέρωσε ως τον σημαντικότερο σύγχρονο Ισραηλινό συγγραφέα.

Παντρεμένος με παιδιά, έγραφε αχόρταγα και κέρδιζε φήμη και δόξα, φέρνοντας πολλά λεφτά και στην κολλεκτίβα, όπου ζούσε. Το άσθμα του γιου του ήταν εκείνο που λειτούργησε ως η αφορμή για να φύγει από το κοινόβιο και να επιστρέψει στη ζωή που είχε απαρνηθεί στην ηλικία των 14.


Η μητέρα του δεν ήταν η μόνη γυναίκα που έμελλε να χάσει. Η δεύτερη τραγωδία που σημάδεψε τη ζωή του ήταν η σύγκρουση με την κόρη του Γκάλια, μία ρήξη που ράγισε και το δικό του είδωλο και για πολλούς τον έχει μετατρέψει σε persona non grata.

Η Γκάλια εξέδωσε την αυτοβιογραφία της με τίτλο «Κάτι μεταμφιεσμένο σαν αγάπη», στην οποία περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες πώς ο πατέρας της, ο διάσημος Άμος Οζ, που λατρεύεται σε όλο τον κόσμο και υπήρξε υπέρμαχος της ειρήνης και της συμφιλίωσης του ισραηλινού με τον παλαιστινιακό λαό, φέρθηκε στην ίδια σαν σκουπίδι. Εγραψε ότι την κακοποιούσε τόσο σωματικά, όσο και ψυχικά, περιγράφοντας τον ως ένα τέρας δίχως φραγμούς και όρια.


«Στην παιδική μου ηλικία, ο πατέρας μου με χτυπούσε, με έβριζε και με εξευτέλιζε. Ηταν δημιουργικός στην εύρεση τρόπων για να με κακοποιήσει. Με έσερνε σε όλο το σπίτι και με πέταγε έξω. Με αποκαλούσε σκουπίδι. Δεν έχανε την ψυχραιμία του και δεν επρόκειτο για ένα περιστασιακό χαστούκι στο πρόσωπο, μα για μία ρουτίνα σοβαρής κακοποίησης. Το έγκλημά μου ήταν ότι είμαι εγώ, έτσι η τιμωρία μου δεν είχε τελειωμό. Επρεπε να βεβαιωθεί ότι είχα σπάσει» αναφέρει η Γκάλια. Η συγγραφέας Γιεχούντα Ατλας, φίλη της Γκάλια, έχει βγει στα ΜΜΕ του Ισραήλ για να υποστηρίξει την ιστορία της αναφέροντας: «Τις ήξερα αυτές τις ιστορίες. Είναι δύσκολο για εμάς τους αριστεριστές, γιατί ο Αμος Οζ ήταν ο χρυσός μας πρίγκιπας, αλλά φαίνεται πως το φεγγάρι έχει και τη σκοτεινή του πλευρά».

Ωστόσο η χήρα του Οζ και τα άλλα δύο του παιδιά έχουν αντικρούσει κάθε κατηγορία εις βάρος του, λέγοντας πως υπήρξε ένας πολύ ζεστός, δοτικός πατέρας που αγαπούσε την οικογένειά του.

Ο ίδιος μιλάει στο ντοκιμαντέρ για την κόρη του, προσπαθώντας να ισορροπήσει σε τεντωμένο σκοινί, έχοντας κατά νου και την υστεροφημία του. Προσπαθεί να πείσει ότι τα περιστατικά βίας ήταν πολύ μικρά και πως δεν μπορεί να καταλάβει γιατί η κόρη του έχει αντιδράσει έτσι. Στην ίδια ισορροπία κινείται και η βιογράφος του, η οποία ναι μεν λέει ότι πιστεύει την κοπέλα, από την άλλη όμως λατρεύει τον Οζ και πιστεύει και σε εκείνον, με αποτέλεσμα να αφήνεται ο τηλεθεατής να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα.

Οποια και αν είναι η αλήθεια, το «Τέταρτο Παράθυρο» είναι ένα ξεχωριστό ντοκιμαντέρ που διαπερνά όχι μόνο τη ζωή του Οζ αλλά και την ιστορία του κράτους του Ισραήλ, δίνοντας μία σφαιρική ματιά στην προσωπικότητα του συγγραφέα που έχει αγαπηθεί πολύ και στην Ελλάδα.

Το κιμπούτς είναι ισραηλινή συλλογική κοινότητα.  Παρέχει στα μέλη του τα πάντα σε αντάλλαγμα για τη στήριξή τους στην κοινότητα μέσω της εργασίας τους.



 "Στο σπίτι μας μόνο βιβλία είχαμε μπόλικα, αλογάριαστα, από τοίχο σε τοίχο, στο διάδρομο, στην κουζίνα, στην είσοδο, στα περβάζια των παραθύρων και πού δεν είχαμε. Χιλιάδες βιβλία σε κάθε γωνιά του σπιτιού. Υπήρχε μια αίσθηση ότι οι άνθρωποι έρχονται και παρέρχονται, γεννιούνται και πεθαίνουν, τα βιβλία όμως είναι αθάνατα. Όταν ήμουν μικρός, έλπιζα να μεγαλώσω και να γίνω βιβλίο. Όχι συγγραφέας, αλλά βιβλίο: ανθρώπους μπορείς να σκοτώσεις σαν μυρμήγκια. Και συγγραφείς δεν είναι δύσκολο να σκοτώσεις. Τα βιβλία όμως, ακόμα και αν τα καταστρέφουν συστηματικά, πάντα υπάρχει πιθανότητα να σωθεί κάποιο αντίτυπο και να συνεχίσει να ζει πάνω στο ράφι, μια αιώνια σιωπηλή ζωή σε κάποιο ξεχασμένο ράφι σε κάποια μακρινή βιβλιοθήκη, στο Ρέικιαβικ, στο Βαγιαντολίδ ή στο Βανκούβερ.
| Ιστορία αγάπης και σκότους | μτφρ.: Ιακώβ Σιμπή | εκδόσεις Καστανιώτη |"

Τετάρτη 3 Μαΐου 2023

ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ - ΜΗΝ ΤΟΝ ΡΩΤΑΣ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ


Ένα από τα τραγούδια-διαμάντια της Ελληνικής δισκογραφίας, που παραμένει ανεξίτηλο στο χρόνο, είναι αναμφισβήτητα η δημιουργία του Μάνου Χατζιδάκι «Μη τον ρωτάς τον ουρανό».


Από την υπέροχη κινηματογραφική ερμηνεία της Τζένης Καρέζη μέχρι σήμερα έχει γνωρίσει εκατοντάδες επανεκτελέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, αποτελεί αγαπημένο τραγούδι στα live ρεπορτόρια, σχεδόν όλων των Ελλήνων καλλιτεχνών και ίσως είναι από τα ελάχιστα Ελληνικά τραγούδια με παγκόσμια αναγνωρισιμότητα.


Ψάχνοντας στο διαδίκτυο για περισσότερες πληροφορίες, βρήκα στην ιστοσελίδα www.glikiazoi.gr απόσπασμα από το βιβλίο του Ζάχου Χατζηφωτίου «Η Τζένη Καρέζη όπως την γνώρισα» (εκδόσεις ΩΚΕΑΝΙΔΑ 1998) που αναφέρεται στην ιστορία του τραγουδιού και την αναδημοσιεύω:


«.....Η ταινία λεγόταν, "Το νησί των γενναίων" και είχε πολλά γυρίσματα στην Κρήτη, όπου η Τζένη, πετιόταν τις Δευτέρες με το αεροπλάνο και γύριζε την Τρίτη.


Τη μουσική της ταινίας, έγραφε ο Χατζιδάκις. Μια Δευτέρα πρωί λοιπόν, την εποχή που γύριζαν την ταινία, η Τζένη, θα έφευγε με το αεροπλάνο στις δέκα το πρωί. Αλλά πριν πάει στο αεροδρόμιο θα πέρναγε από το σπίτι του Χατζιδάκι να πάρει μια κασέτα με ένα τραγούδι που θα 'γραφε ο Μάνος, το οποίο θα τραγούδαγε σε ένα από τα πλάνα που θα γύριζαν στην Κρήτη εκείνη την Δευτέρα. Της είπα λοιπόν, -ευγενώς προσφερθείς- ότι θα την πήγαινα εγώ στο αεροδρόμιο, αφού θα πηγαίναμε πρώτα από τον Χατζιδάκι, και μετά θα πήγαινα εγώ στον Πειραιά και στην δουλειά μου. Ξυπνήσαμε λοιπόν πρωί και στις οκτώ, φύγαμε από το σπίτι και πήγαμε στην Βασιλέως Κωνσταντίνου, όπου εκεί έμενε τότε ο Χατζιδάκις. Ώσπου να παρκάρω στην γωνία, Η Τζένη είχε κατέβει και χτύπαγε το κουδούνι του Χατζιδάκι από κάτω, στην εξώπορτα της πολυκατοικίας. Όταν έφτασα κι εγώ στην πόρτα, η Τζένη ήταν ήδη εκνευρισμένη και χτύπαγε για τρίτη φορά το κουδούνι, μετά μανίας.


“Να δεις που κοιμάται ακόμα και δεν ακούει και θα χάσω το αεροπλάνο” Προσπάθησα να την καθησυχάσω λέγοντας: ‘Ηρέμησε και μη σε πιάνει πανικός, έχουμε πολύ ώρα ακόμη”


“Μα χρυσό μου …” ξεκίνησε να μου λέει-και το χρυσό μου, έμπαινε όταν άρχιζαν τα νεύρα της-και ω του θαύματος, ένας κύριος έβγαινε και άνοιξε η κάτω πόρτα. Αυτό ήταν ένα βήμα μπροστά στο πρόβλημά μας. Μπήκαμε και ανεβήκαμε τρέχοντας στο δεύτερο πάτωμα, που έμενε ο Μάνος. Η Τζένη ήξερε την πόρτα, έτρεξε και άρχισε αμέσως να χτυπάει το κουδούνι. Και το μεν κουδούνι ακουγόταν στο διάδρομο που χτύπαγε δυνατά, από μέσα όμως, καμία κίνηση. Η Τζένη, άρχισε να δείχνει σημεία παράκρουσης ”Δεν είναι δυνατόν…”, έλεγε, ”χθες το βράδυ συνεννοηθήκαμε να 'ναι έτοιμη η κασέτα”.




Άναψε τσιγάρο κι άρχισε να ξεφυσάει έξαλλη και με το δίκιο της. Τότε έβγαλα τα κλειδιά μου κι άρχισα να χτυπώ δυνατά την πόρτα με ένα μεγάλο κλειδί και προφανώς ο ήχος αυτός, ενήργησε ευεργετικά-για εμάς- στα αυτιά του Χατζιδάκι διότι σε λίγο ακούστηκε ένας βήχας, μετά, το γνωστό σύρσιμο της παντόφλας κι ένα βραχνό “έχομαι” δεδομένου ότι το γράμμα “ρο” για τον Χατζιδάκι, ήταν τελείως άγνωστο.


Άνοιξε η πόρτα κι εμφανίστηκε ένας Χατζιδάκις απότομα ξυπνημένος, με ένα τσιγάρο μόλις αναμμένο να κρέμεται στο στόμα, με τα μάτια ακόμα μισόκλειστα αλλά με έκφραση έκπληξης δηλαδή: Τι γυρεύετε πρωί πρωί και χτυπάτε έτσι την πόρτα; Και ακολούθησε ο παρακάτω ιστορικός, τραγικός αλλά και παρανοϊκός διάλογος.


Τζένη: Μάνο την κασέτα, Μάνο, και θα χάσω το αεροπλάνο.


Μάνος: Ποια κασέτα χρυσό μου πρωί πρωί;


Τζένη (έξαλλη): Την κασέτα με το τραγούδι, που θα πω στο γύρισμα στην Κρήτη τώρα…και θα χάσω το αεροπλάνο.


(Η Τζένη απο την αγωνία της, είχε μια ελαφρά ασυναρτησία στα λεγόμενα της. Πάντως ο Μάνος, αντελήφθη. Και ήρεμος της λέει)
Μάνος: Πάμε μέσα να πιούμε έναν καφέ και θα στην δώσω.


Με το "θα στη δώσω" ο Μάνος εννοούσε… θα στη γράψω τώρα!


Και η μεν Τζένη πήγε μέσα στο κουζινάκι τρέμουσα και του έφτιαχνε καφέ, ο δε Μάνος, με το τσιγάρο πάντα στο στόμα, έκατσε στο πιάνο και άρχισε να πηγαινοφέρνει τα δάκτυλα του στα πλήκτρα. Μια λοιπόν έπαιζε μερικά μέτρα μουσικής στο πιάνο, μια έγραφε με ένα μολύβι πάνω σε ένα τσαλακωμένο φύλλο χαρτί πενταγράμμου κάποιες νότες, και μια διάβαζε τους στίχους που του είχε δώσει από καιρό η Τζένη και τους είχε πάνω στο πιάνο. Κάποια στιγμή έφτασε και ο καφές. Ήπιε δυο γουλιές καφέ και μετά πάτησε μια νότα και της λέει της Τζένης:


-Για τραγούδα αυτή τη νότα.


Η Τζένη έκανε, α, α, α,..


-Εντάξει της λέει ο Μάνος. “μπορείς να το πεις” Και τότε, το έπαιξε όλο μαζί!!!


Μέσα σε αυτά τα δέκα λεπτά, μόλις είχε ξυπνήσει, έγραψε αυτό το θείο τραγούδι που λέει: Μην τον ρωτάς τον ουρανό, το σύννεφο και το φεγγάρι, το βλέμμα σου το φωτεινό, κάτι από τη νύχτα έχει πάρει.. λα,λα,λα…λαλα” και λοιπά”.


Τώρα η Τζένη είχε μείνει άφωνη. Τις είχε φύγει και ο εκνευρισμός κι άκουγε τη μουσική μαγεμένη. Ο Μάνος, πάτησε το μαγνητόφωνο που είχε πάνω στο πιάνο, ξανάπαιξε το κομμάτι όλο, με όλες του τις λεπτομέρειες και τα ακομπανιαμέντα και το 'γραψε.


Έβγαλε την κασέτα, την έδωσε στην Τζένη, τη φίλησε και της είπε: ”Άντε στο καλό και να το μάθεις μέσα στο αεροπλάνο” Η Τζένη πήρε την κασέτα, αλλά άρπαξε και το μαγνητοφωνάκι, για να το παίζει μέσα στο αεροπλάνο. Τον φίλησε και του είπε χαμογελώντας: “Πάρε άλλο, ώσπου να στο φέρω πίσω..” και φύγαμε τρέχοντας για το αεροδρόμιο. Αυτός ήταν ο Χατζιδάκις με το πληθωρικό ταλέντο...»


Το 1959 ο Ντίμης Δαδήρας σκηνοθετεί την ταινία Το νησί των Γενναίων (ΟΛΥΜΠΙΑ FILM) με πρωταγωνιστές την Τζένη Καρέζη και τον Αλέκο Αλεξανδράκη. Την μουσική της ταινίας γράφει ο Μάνος Χατζιδάκις. Στην ταινία ακούγεται το υπέροχο τραγούδι «Μην τον ρωτάς τον ουρανό» από τη φωνή της Τζένης Καρέζη, η οποία το ερμηνεύει μοναδικά.


Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί σε δίσκο 45 στροφών με ερμηνεύτρια τη Μαίρη Λω από την εταιρεία Fidelity.


Το 1962 κυκλοφορεί με την Brenda Lee και το τίτλο "All Alone Am I" σε στίχους του Arthur Altman, φτάνοντας στην τρίτη θέση του αμερικανικού TOP-100 το Νοέμβριο του 1962 και στην έβδομη στα charts της Μεγάλης Βρετανίας τον Φεβρουάριο του 1963.


Οι ελληνικοί στίχοι είναι των Γιάννη Ιωαννίδη και Παναγιώτη Κοκοντίνη.


Λόγο στο λόγο και ξεχαστήκαμε
μας πήρε ο πόνος και νυχτωθήκαμε
σβήσε το δάκρυ με το μαντίλι σου
να πιω τον ήλιο μέσα απ' τα χείλη σου


Μην τον ρωτάς τον ουρανό
το σύννεφο και το φεγγάρι
το βλέμμα σου το σκοτεινό
κάτι απ' τη νύχτα έχει πάρει


Ό,τι μας βρήκε κι ό,τι μας λύπησε
σαν το μαχαίρι κρυφά μας χτύπησε
σβήσε το δάκρυ με το μαντίλι σου
να πιω τον ήλιο μέσα απ' τα χείλη σου


Μην τον ρωτάς τον ουρανό
το σύννεφο και το φεγγάρι
το βλέμμα σου το σκοτεινό
κάτι απ' τη νύχτα έχει πάρει


Πολύτιμη Βοήθεια:
www.glikiazoi.gr
Μουσικό Ιστολόγιο: love4music


 

via

 

Ο Άγιος της Ομόνοιας-όσιος Πορφύριος | π.Βασίλειος Χριστοδούλου |κείμενο Μαρίας Μουρζά | Σοφία Χατζή

Ο Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης (κατά κόσμον Ευάγγελος Μπαϊρακτάρης, Άγιος Ιωάννης Εύβοιας, 7 Φεβρουαρίου 1906 - Άγιο Όρος, 2 Δεκεμβρίου 1991), ήταν Έλληνας ιερομόναχος που και έγινε ευρέως γνωστός για το βίο και το έργο του. Ανακηρύχθηκε άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις 27 Νοεμβριου 2013.

Γεννήθηκε στο χωριό Άγιος Ιωάννης του σημερινού Δήμου Ταμιναίων της Εύβοιας. Το κοσμικό όνομά του ήταν Ευάγγελος Μπαϊρακτάρης και από πολύ νωρίς έδειξε έφεση προς το μοναχισμό. Σε ηλικία 13 χρόνων και έχοντας τελειώσει μόνο την Β' Δημοτικού, μετέβη στη σκήτη της Αγίας Τριάδος, τα γνωστά Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου έζησε τα επόμενα 6 χρόνια, ως υποτακτικός σε δύο γέροντες μοναχούς, λαμβάνοντας το όνομα Νικήτας. Κατόπιν, λόγω σοβαρής ασθένειας, αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Εύβοια, όπου και εγκαταστάθηκε στην Ιερά Μονή Αγίου Χαραλάμπους Λευκών Ευβοίας, στο Αυλωνάρι της Εύβοιας.

Σε ηλικία 20 ετών συναντήθηκε με τον Αρχιεπίσκοπο του Σινά Πορφύριο, ο οποίος τον χειροτόνησε πρεσβύτερο, δίνοντάς του και το όνομα με το οποίο έγινε γνωστός. Τα επόμενα χρόνια, επειδή το μοναστήρι του Αγίου Χαραλάμπους Λευκών έγινε γυναικείο, ο Πορφύριος εγκαταστάθηκε στη Μονή Αγίου Νικολάου, στην Άνω Βάθεια του σημερινού Δήμου Αμαρυνθίων, στην Εύβοια.

Το 1940, σε ηλικία 34 ετών, μετέβη στην Αθήνα, όπου στις 12 Οκτωβρίου διορίστηκε εφημέριος στην εκκλησία του Αγίου Γερασίμου, στην Πολυκλινική Αθηνών, στην Ομόνοια.

Στις 16 Μαρτίου 1970, έχοντας συμπληρώσει 35ετία, έλαβε μικρή σύνταξη από το Ταμείο Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος και αποχώρησε από τη θέση του εφημερίου, όπου όμως συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως το 1973. Τη χρονιά εκείνη έφυγε από την Αθήνα για να εγκατασταθεί αρχικά στον Άγιο Νικόλαο, στα Καλλίσια (σημερινή Καλλιθέα) της Πεντέλης και μετά από μερικά χρόνια στο Μήλεσι της Μαλακάσας, όπου και οικοδόμησε το Ιερό Ησυχαστήριο της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Απέκτησε σημαντική φήμη και πολλοί πιστοί τον επισκέπτονταν στον τόπο διαμονής του.

Το Νοέμβριο του 1991 μετέβη στο παλαιό κελί του, στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου και κοιμήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.

Κατατάχθηκε στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στη συνεδρίασή της που διεξήχθη στις 27 Νοεμβρίου 2013.[1


]Ο Άγιος της Ομόνοιας-όσιος Πορφύριος | π.Βασίλειος Χριστοδούλου |κείμενο Μαρίας Μουρζά | Σοφία Χατζή

Οδυσσέας Ελύτης – Αναρωτιέμαι / Το παράπονο Αναρωτιέμαι

 

«Αναρωτιέμαι μερικές φορές: είμαι εγώ που σκέφτομαι καθημερινά πως η ζωή μου είναι μία; Όλοι οι υπόλοιποι το ξεχνούν; Ή πιστεύουν πως θα έχουν κι άλλες, πολλές ζωές, για να κερδίσουν τον χρόνο που σπαταλούν;
Μούτρα. Ν’ αντικρίζεις τη ζωή με μούτρα. Τη μέρα, την κάθε σου μέρα. Να περιμένεις την Παρασκευή που θα φέρει το Σάββατο και την Κυριακή για να ζήσεις. Κι ύστερα να μη φτάνει ούτε κι αυτό, να χρειάζεται να περιμένεις τις διακοπές. Και μετά ούτε κι αυτές να είναι αρκετές. Να περιμένεις μεγάλες στιγμές. Να μην τις επιδιώκεις, να τις περιμένεις. Κι ύστερα να λες πως είσαι άτυχος και πως η ζωή ήταν άδικη μαζί σου.

Και να μη βλέπεις πως ακριβώς δίπλα σου συμβαίνουν αληθινές δυστυχίες που η ζωή κλήρωσε σε άλλους ανθρώπους. Σ’ εκείνους που δεν το βάζουν κάτω και αγωνίζονται. Και να μην μαθαίνεις από το μάθημά τους. Και να μη νιώθεις καμία φορά ευλογημένος που μπορείς να χαίρεσαι τρία πράγματα στη ζωή σου, την καλή υγεία, δυο φίλους, μια αγάπη, μια δουλειά, μια δραστηριότητα που σε κάνει να αισθάνεσαι ότι δημιουργείς, ότι έχει λόγο η ύπαρξή σου.

Να κλαίγεσαι που δεν έχεις πολλά. Που κι αν τα είχες, θα ήθελες περισσότερα. Να πιστεύεις ότι τα ξέρεις όλα και να μην ακούς. Να μαζεύεις λύπες και απελπισίες, να ξυπνάς κάθε μέρα ακόμη πιο βαρύς. Λες και ο χρόνος σου είναι απεριόριστος.

Κάθε μέρα προσπαθώ να μπω στη θέση σου. Κάθε μέρα αποτυγχάνω. Γιατί αγαπάω εκείνους που αγαπούν τη ζωή. Και που η λύπη τους είναι η δύναμή τους. Που κοιτάζουν με μάτια άδολα και αθώα, ακόμα κι αν πέρασε ο χρόνος αδυσώπητος από πάνω τους. Που γνωρίζουν ότι δεν τα ξέρουν όλα, γιατί δεν μαθαίνονται όλα.

Που στύβουν το λίγο και βγάζουν το πολύ. Για τους εαυτούς τους και για όσους αγαπούν. Και δεν κουράζονται να αναζητούν την ομορφιά στην κάθε μέρα, στα χαμόγελα των ανθρώπων, στα χάδια των ζώων, σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία, σε μια πολύχρωμη μπουγάδα».


Οδυσσέας Ελύτης


Ο Ευγένιος Αρανίτσης γράφει για τον Θανάση Βέγγο (29 Μαΐου 1927 - 3 Μαΐου 2011) αμέσως μετά τον θάνατό του | εφημερίδα Ελευθεροτυπία, 07.05.2011 |

Για να καταφεύγει ο Βέγγος τόσο συχνά στην προσφώνηση "Καλοί μου άνθρωποι!", πά' να πει ότι υπήρχαν και κακοί -διαφορετικά η διευκρίνιση θα περίττευε.
Τώρα οι κακοί, οι άπληστοι, οι πωρωμένοι, οι μηδενιστές και οι τεχνοκράτες επελαύνουν κερδίζοντας τις μάχες σε όλα τα μέτωπα, ενώ ο Βέγγος χάνεται μαζί με την τελευταία συγκινησιακή ανταύγεια της δεκαετίας του '60, στην ψυχική ευρυχωρία της οποίας είχε τρέξει και ξανατρέξει αλωνίζοντας και καλώντας τους πάντες σε επαγρύπνηση εν όψει μιας απειλής που ουδέποτε κατονόμαζε. Εκ των υστέρων, έχουμε αμέτρητους λόγους να υποθέσουμε πως η τελευταία δεν ήταν παρά ο κίνδυνος να αποκοπούμε απ' το συναισθηματικό φως του παρελθόντος της ζωντανής γειτονιάς.
Πράγματι, το τρέξιμο του Βέγγου στην πόλη, η αδιάκοπη κίνηση πάνω-κάτω και γύρω απ' την εστία κάθε μικροσυμβάντος είναι μια τρελή τροχιά απείρως πιο αγωνιώδης και ομιλητική απ' ό,τι των διάσημων συναδέλφων του της κινηματογραφικής κωμωδίας, όπως ο Λουί ντε Φινές ή, παλαιότερα, ο Τσάπλιν. Μ' αυτούς μοιράζεται, φυσικά, τη σπασμωδική τεθλασμένη και την ταχύτητα μιας κίνησης που προκύπτει απ' την καταδίωξη: όλοι αυτοί οι κωμικοί τρέχουν σαν να τους κυνηγούν, για να μην πούμε ότι τους κυνηγούν όντως κάθε είδους απειλές και παρεξηγήσεις, αντικείμενα που ξεφεύγουν από τον έλεγχο και παλιάνθρωποι. Ωστόσο υπάρχει στον Βέγγο, επιπλέον -και κυρίως-, μια δόση αστείρευτης αγάπης για εκείνους που αναλαμβάνει να προστατέψει και που δεν είναι παρά οι ίδιοι οι θεατές: ο Βέγγος τρέχει θέλοντας να προειδοποιήσει για μιαν επερχόμενη καταστροφή, τρέχει αντιστεκόμενος στην εισβολή ενός παράλογου τρόπου ζωής που έρχεται απ' το μέλλον και που ήδη έχει κατακτήσει, στις ταινίες εκείνες, το εσωτερικό των σαλονιών της ανώτερης τάξης με τη γοητεία των πλαστικοποιημένων επιφανειών και την υπνωτιστική επιρροή των επίπλων ντιζάιν στις αποφάσεις του Κωνσταντάρα και της Μάρως Κοντού. Εν ολίγοις, ο Βέγγος τρέχει, όχι μόνον επειδή δεν τον χωράει ο τόπος, αλλά επίσης για να σημάνει συναγερμό.
Τρέχει και τρέχει θέλοντας να μας πει ότι η συμφορά δεν είναι αυτή που μας βρήκε αλλά εκείνη που πρόκειται να μας βρει όταν θα λησμονηθεί οριστικά και αμετάκλητα το περίφημο εκείνο κάτι, αυτός ο προ πολλού μισοχαμένος θησαυρός που ο ίδιος ψάχνει εδώ κι εκεί και που δεν είναι άλλος απ' τη διαπροσωπική συμπάθεια ως ιδανική ρίζα κάθε επιθυμίας και κάθε αιτιότητας. Τρέχει διαλαλώντας ότι η ευτυχία τού να περιστοιχίζεσαι από καλούς ανθρώπους εκπνέει όπου να 'ναι, σημαδεμένη από την ημερομηνία λήξης της διαφαινόμενης αλματώδους προόδου στην τεχνολογία των τηλεοράσεων και των ψυγείων. Τρέχει σπάζοντας όλα τα ρεκόρ νευρικότητας και υπερδιέγερσης για να μας μεταδώσει, με κωμικό τρόπο, το νόημα της τελευταίας ευρωπαϊκής τραγωδίας: δηλαδή την επίγνωση ότι κάθε ρεκόρ, κάθε επίτευγμα έχει χαρακτήρα αποχαιρετιστήριο. Σ' αυτό συνίσταται η ιδιοφυΐα του.
Αποδείχτηκε προφήτης. Ήταν ο πιο ενστικτώδης, καλόκαρδος και ταλαντούχος ταχυδρόμος που είχαμε ποτέ.

| Ο Ευγένιος Αρανίτσης γράφει για τον Θανάση Βέγγο (29 Μαΐου 1927 - 3 Μαΐου 2011) αμέσως μετά τον θάνατό του | εφημερίδα Ελευθεροτυπία, 07.05.2011 |

Δευτέρα 24 Απριλίου 2023

Η ζωή είναι μικρά πολύ μικρά καθημερινά πράγματα. Εκεί είναι η ομορφιά της. Zήσε το παρόν εάν θες να έχεις αύριο..

Μια από την βασικές αιτίες που δεν χαιρόμαστε στην ζωή μας, είναι ότι περιμένουμε να συμβεί κάτι σπουδαίο, μεγάλο, φοβερό κι εκπληκτικό, για να πούμε έχω αιτία να είμαι χαρούμενος.

Όμως δεν πρόκειται να συμβεί τίποτα. Άδικα περιμένουμε.


Ούτε όλα τα προβλήματα μας θα λυθούν ούτε κάτι φοβερό θα γίνει.


Η ζωή είναι μικρά πολύ μικρά καθημερινά πράγματα. Εκεί είναι η ομορφιά της.

Μαθαίνουμε λοιπόν να μην αναβάλουμε την χαρά, περιμένοντας την μεγάλη στιγμή και μεταμορφώνουμε με απλές κινήσεις και επιλογές την καθημερινότητα μας.


Η χαρά είναι κρυμμένη στο πρωινό ξύπνημα, στο καφέ ή τσάι που φτιάχνεις και πίνεις.
Στο νερό που αγγίζει το δέρμα σου.

Στα πρώτα βήματα που ορίζουν την γή σου.

Στην προσευχή που θυμίζει την αιώνια καταγωγή σου.

Σε λόγια και σκέψεις ευχαριστίας για την ύπαρξη σου.

Σε ένα καντήλι που θα ανάψεις, σε ένα λιβάνι που θα μυρίσεις, στο φαγητό που ετοιμάζεις για σένα ή την οικογένεια σου.

Στην δουλειά που κάνεις ή μοιράζεσαι με άλλους ανθρώπους.
Στον περίπατο με έναν φίλο ή με το αγαπημένο σου ζωο.

Στην βροχή που σε πλένει, στην γη που σε κρατά, στον αέρα που σε σκορπά, στην φωτιά που μέσα σου κεντά.

Στην χειραψία που είσαι παρών. Στην αγκαλιά που δεν είσαι απών. Στο φιλί που λαχταράς, στην ψυχή που αγαπάς στο έρωτα που δεν ρωτά.

Πάψε να τα αναβάλεις όλα για "μετά". Το "μετά" υπάρχει μόνο στον νου σου. Τώρα αποφάσισε να ζήσεις το δώρο της ύπαρξης. Είσελθε στο "παρόν" και ζήσε το ως αιωνιότητα.

Θα μου πεις "ναι αλλά τώρα δεν νιώθω καλά". Αλήθεια είναι, αλλά ακόμη κι εάν το παρόν σου δεν είναι το καλύτερο σήμερα είναι το μόνο πάνω στο οποίο μπορείς να κτίσεις ένα καλύτερο αύριο.

Οπότε ζήσε το παρόν εάν θες να έχεις αύριο..


π. Λίβυος

Παρασκευή 21 Απριλίου 2023

3 προορισμοί για το τριήμερο της Πρωτομαγιάς -Μία πόλη, ένα νησί, ένα χωριό

Η έξοδος των εκδρομέων του εφετινού Πάσχα ήταν από τις μαζικότερες των τελευταίων ετών. Η επόμενη αργία δεν αργεί, έτσι όσοι δεν κατάφεραν να ταξιδέψουν θα έχουν την ευκαιρία να το κάνουν σύντομα. Εφέτος, η ημερομηνία της Πρωτομαγιάς δίνει τη δυνατότητα για ένα long weekend στην καρδιά της άνοιξης.

Παρακάτω παρουσιάζονται τρεις προορισμοί που αξίζει να επισκεφτείτε τις μέρες που η Ανοιξη θα βρίσκεται στα καλύτερά της. Μία πόλη που συνδυάζει την γαστρονομία με την κοντινή απόσταση σε υπέροχες παραλίες και δασωμένα βουνά. Ένα νησί με κυκλαδίτικη γοητεία και μια από τις ωραιότερες Χώρες του Αιγαίου. Ένα παραθαλάσσιο χωριό όπου τα νερά έχουν αδιανόητα καταγάλανο χρώμα σε μια από τις πιο ιδιαίτερες περιοχές της χώρας. Αν και ήδη οι προορισμοί έχουν σημαντικές πληρότητες, αυτό δεν σημαίνει ότι αν κινηθείτε εγκαίρως δεν θα βρείτε κατάλυμα.

Βόλος

Η πρωτεύουσα της Μαγνησίας έχει το πλεονέκτημα της γεωγραφικής τοποθεσίας. Στο κέντρο της χώρας, στις ακτές του Παγασητικού, σε σχεδόν ίση απόσταση και από την Αθήνα και από τη Θεσσαλονίκη. Είναι ένας τόπος που συνδυάζει τα πλεονεκτήματα μιας μεγάλης πόλης, όπως γαστρονομία, πολιτισμό και επιλογές διασκέδασης, ενώ την ίδια στιγμή περιβάλλεται από τη μαγευτική φύση του βουνού των Κενταύρων, του Πηλίου. Εμείς κάθε φορά που επιστρέφουμε στην πόλη της Θεσσαλίας ξεκινάμε την εκδρομή μας με μία βόλτα στην παραλία.

Μία φαρδιά εσπλανάδα ανάλογη με αυτή που υπάρχει σε άλλες ευρωπαϊκές παραθαλάσσιες πόλεις,η οποία έχει καταφέρει να προσαρμόζεται στις επιταγές των καιρών με τα πραγματικά πολλά τσιπουράδικα, καφέ και εστιατόρια και τα εντυπωσιακά κτίρια μπροστά της.

Όποιος επισκέπτεται τον Βόλο πρώτη φορά, εντυπωσιάζεται και από την Αργώ, το αντίγραφο του πλοίου, το οποίο μετέφερε τον Ιάσωνα και τους αργοναύτες στην Κολχίδα στην αναζήτηση του χρυσόμαλλου δέρατος. Το πλοίο είναι έργο του γλύπτη Νικόλα και κατασκευάστηκε από ξύλο πεύκου από το Πήλιο, όπως άλλωστε αναφέρεται στη μυθολογία και για το πρωτότυπο.

Αξίζει να περπατήσετε την πόλη του Βόλου καθώς όλη είναι σπαρμένη με αρχιτεκτονικές ομορφιές. Ενδεικτικά, αναφέρουμε τον σιδηροδρομικό σταθμό έργο του Ιταλού μηχανικού Εβαρίστο ντε Κίρικο (πατέρα του διάσημου ζωγράφου) και το κτίριο Παπαστράτου. Το βιομηχανικό μνημείο με τους χαρακτηριστικούς τρούλους έχει γίνει το έμβλημα του Βόλου, μαζί με την Αργώ. Στέγαζε την καπναποθήκη Παπαστράτου από το 1935, αγοράστηκε και ανακαινίστηκε από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και σήμερα φιλοξενεί την Πρυτανεία και διοικητικές υπηρεσίες.

Αξίζει μια επίσκεψη στο εκπληκτικό μουσείο της πόλης που βρίσκεται στην οδό Φερών, πίσω από τον σιδηροδρομικό σταθμό. Στον πανέμορφο αυτό δρόμο υπάρχουν ωραία μαγαζιά και ένας τοίχος με εντυπωσιακά graffiti. Υποθέτουμε ότι αν έρχεστε από την Αθήνα για λίγες μέρες, θα προτιμήσετε να έχετε την πόλη σαν βάση εστίασης και διασκέδασης για να κάνετε γρήγορες εξορμήσεις στις παραλίες του Πηλίου ή στα φημισμένα πηλιορείτικα χωριά, όπως η Πορταριά και η Μακρινίτσα. Οσον αφορά τα διάσημα τσιπουράδικα της πόλης, υπάρχουν πραγματικά πολλές επιλογές. Μερικές σίγουρες προτάσεις είναι ο Κάβουρας, ο Δεμίρης και το new age τσιπουράδικο Μεζέν.

Σέριφος

«Μπροστά στη ράχη της Σέριφος όταν ανεβαίνει ο ήλιος τα πυροβόλα όλων των μεγάλων κοσμοθεωριών παθαίνουν αφλογιστία», έγραφε ο Οδυσσέας Ελύτης και κάθε φορά που το πλοίο φτάνει στο λιμάνι του νησιού και το αντικρίζουμε θυμόμαστε αυτή τη φράση και του δίνουμε δίκιο,

Η Σέριφος δεν έχει την πολυκοσμία άλλων κυκλαδίτικων νησιών, όπως η Πάρος και η Μύκονος ή ακόμα και το πρόσφατο hip της γειτονικής της Κύθνου. Ο μικρός αυτός και κατά βάση άγονος τόπος έχει το πλεονέκτημα ενός εκπληκτικού ανάγλυφου αλλά και μίας πανέμορφης Χώρας, από τις ωραιότερες των ελληνικών νησιών. Διαθέτει δεκάδες παραλίες, βέβαια, οι περισσότερες από αυτές είναι προσβάσιμες μόνο με σκάφος, ενώ σε άλλες θα χρειαστεί να περπατήσετε αρκετά αφού παρκάρετε το αυτοκίνητο. Ξεχωρίζουμε το Γάνεμα με την μποέμ σοφιστικέ ατμόσφαιρα και την Ψιλή Άμμο ενώ πιο οργανωμένη είναι η κατάσταση στη Βάγια και το Μεγάλο Λιβάδι.

Όπως προαναφέρθηκε, το νησί ήταν άγονο για καλλιέργειες αλλά πλούσιο σε μεταλλεύματα. Από τα μέσα του 19ου αιώνα και για περίπου 100 χρόνια, τα μεγάλα κοιτάσματα σιδήρου ανάμεσα στον Κουταλά και το Μεγάλο Λιβάδι θα προσελκύσουν επενδυτές και εκατοντάδες εργάτες. Οδηγώντας προς το Μεγάλο Λιβάδι, θα δείτε σκόρπια απομεινάρια αυτής της εποχής, κομμάτια σιδηροδρόμου, βαγονέτα και σκάλες φόρτωσης. Στο Μεγάλο Λιβάδι θα δείτε και μνημείο αφιερωμένο στους νεκρούς εργάτες της απεργίας του 1916.


Δεν γίνεται να έρθετε στη Σέριφο και να μην κάνετε τουλάχιστον μία γαστρονομική στάση στην ταβέρνα «Της Καλής» και μην παραλείψετε να δοκιμάσετε την φοβερή πορτοκαλόπιτα που σερβίρεται με σπιτικό παγωτό κανέλας. Ο Υδρόλιθος είναι μια ακόμα εξαιρετική επιλογή για φαγητό. Και ένα τελευταίο tip. Η Χώρα της Σερίφου είναι πανέμορφη αλλά πραγματικά υποφέρει από τους ανέμους σχεδόν καθόλη τη διάρκεια του χρόνου. Οπότε να το λάβετε αυτό υπόψη σας όταν ετοιμάζετε τη βαλίτσα σας.

Λιμένι

Η Μάνη είναι από τους προορισμούς που η ακατέργαστη ομορφιά του φυσικού τοπίου έχει παντρευτεί με την τοπική αρχιτεκτονική που αξιοποιεί την πέτρα της περιοχής και το ξύλο. Το ίδιο μπορεί να πει κάνεις για τη γαστρονομία της. Λιτή αλλά πεντανόστιμη, εκμεταλλεύεται τα (λίγα) που προσφέρει η άγονη γη. Το Λιμένι, το επίνειο της Αρεόπολης, θα σας εντυπωσιάσει όσο πλησιάζετε σε αυτό. Ο ίδιος ο οικισμός δεν έχει παραλία αλλά το βέβαιο είναι ότι αν ο καιρός είναι ζεστός, θα θελήσετε να βουτήξετε στη θάλασσα από κάποιο βράχο ή κάποια προβλήτα.


Η Μάνη και ειδικά το Λιμένι, είναι συνδεδεμένη απόλυτα με το όνομα της οικογένειας Μαυρομιχάλη, με την γνωστή συμβολή της στην Επανάσταση και τον σημαντικό ρόλο στην πολιτική ιστορία των πρώτων χρόνων ζωής του ελληνικού κράτους. Όλα αυτά τα γράφουμε γιατί στον κεντρικό δρόμο του οικισμού δεσπόζει ο Πύργος του Μαυρομιχάλη, ένα εντυπωσιακό κτίσμα, το πρώτο κομμάτι του οποίο, χτίστηκε τις πρώτες δεκαετίες του 18ου αιώνα, σταδιακά επεκτάθηκε και από το 2011 λειτουργεί ως boutique ξενοδοχείο. Επομένως αν το επιλέξετε, θα μείνετε σε ένα κατάλυμα που φιλοξενείται σε ένα σπίτι ζυμωμένο με την ελληνική ιστορία.

Με αφετηρία το Λιμένι, μπορείτε να γνωρίσετε όλη την περιοχή. Από εκπληκτικές παραλίες όπως η Αλύπα, έως την πανέμορφη Αρεόπολη, το Οίτυλο ή το Καραβοστάσι. Σε κάθε περίπτωση, σας προτείνουμε να βρίσκεστε στο Λιμένι λίγο πριν την δύση του ήλιου για να απολαύσετε ένα από τα ωραιότερα ελληνικά ηλιοβασιλέματα.

Διαβάστε ακόμα:

Σαββατοκύριακο στο Γύθειο της Ιστορίας και του Πολιτισμού

Tα διαφορετικά πρόσωπα της Χαλκιδικής -Ένα για κάθε εποχή

Οι καλύτερες επιλογές διαμονής στην Τήνο


via












Πασχαλινές κατασκευές για παιδιά

Ήρθε η ώρα για φανταστικές παιδικές κατασκευές που θα γεμίσουν δημιουργικά και τον χρόνο των παιδιών σας! 15 παιδικές πασχαλινές κατασκευές ...