Η λιβανέζικη ταινία «Καπερναούμ» της Ναντίν Λαμπακί συλλέγει παντού βραβεία και τις πλέον εγκωμιαστικές κριτικές. Κέρδισε το Ειδικό Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ Καννών του 2018 και είναι υποψήφια για το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας. Στην «Καπερναούμ» δεν θα δείτε την κοσμοπολίτικη Βηρυτό, την εύρωστη νεολαία της που λιάζεται στις πλαζ, τις ανέμελες και πλούσιες γειτονιές της Ασραφίγιε και της Χάμρα.
Θα δείτε την αθέατη πλευρά της, την πιο αδιανόητη φτώχεια, την πιο απωθητική βρόμα, βία, φωνές, απελπισία. Και πολλά παιδιά του δρόμου, ντυμένα με κουρέλια να αγωνιούν για την επιβίωσή τους, χωρίς κανέναν δίπλα τους.
Μια ταινία που κινείται μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας, μεταξύ ντοκιμαντέρ και μελοδράματος, όπου παρακολουθούμε την ιστορία του δωδεκάχρονου Ζέιν και της Ραχήλ, μιας παράνομης μετανάστριας από την Αιθιοπία, που έχει έναν γιο, τον Γιόνας, μόλις ενός έτους. Ο Ζέιν και η Ραχήλ, όπως και όλοι όσοι συμμετέχουν στην ταινία της Ναντίν Λαμπακί, δεν είναι ηθοποιοί, παίζουν τον εαυτό τους. Το πιο τρομερό είναι τα χιλιάδες παιδιά που κυκλοφορούν στους δρόμους του Λιβάνου. Παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς γονείς, χωρίς φροντίδα, χωρίς να πηγαίνουν σχολείο, χωρίς επίσημα έγγραφα. Κανένας δεν νοιάζεται γι' αυτά, είναι σαν αόρατα, τα αγνοούν τόσο οι άνθρωποι όσο και το επίσημο κράτος. Είτε γεννιούνται είτε πεθαίνουν, δεν έχει καμία σημασία. Αναπαριστούν τη ζωή τους σε βρόμικα σοκάκια, ελεεινά παραπήγματα, δίπλα σε εξατμίσεις αυτοκινήτων, μέσα σε φυλακές. Η σκηνοθέτις και οι συνεργάτες της αναζήτησαν τα πρόσωπα της ταινίας στις φτωχογειτονιές και στους δρόμους, ανάμεσα στους πρόσφυγες και στα αναμορφωτήρια, καταγράφοντας με ανατριχιαστική ακρίβεια τις απελπιστικές συνθήκες της διαβίωσής τους.
Ήθελα ένα όμορφο, έξυπνο αγόρι, που να μεγαλώνει στον δρόμο και να μπορεί να παίξει. Και βρέθηκε! Βέβαια, συγχρόνως ήξερα ότι θα ήταν πολύ δύσκολο και χρονοβόρο να δουλέψω με ερασιτέχνες ηθοποιούς που θα έπρεπε να παίξουν τον εαυτό τους. Στην «Καπερναούμ», όμως, η μεγάλη αποκάλυψη είναι ο Ζέιν Αλ Ραφέα. Ένα προσφυγόπουλο από τη Συρία, που στον ομώνυμο ρόλο ενός παιδιού του δρόμου, ενός «Όλιβερ Τουίστ της Μέσης Ανατολής», όπως έγραψε ο διεθνής Τύπος, δίνει την πιο αναπάντεχα συγκλονιστική ερμηνεία. Διαθέτει ένα πανέξυπνο και μονίμως οργισμένο μουτράκι, με θλιμμένα μάτια αλλά και την αλάνθαστη βεβαιότητα ότι θα ξεπεράσει όλα τα εμπόδια της άθλιας και απελπισμένης του ζωής. Το τελευταίο πλάνο, όπου για πρώτη φορά χαμογελάει, κοιτώντας κατάματα την κάμερα, είναι η δική του νίκη. Και το χαμόγελό του γεμίζει και φωτίζει όλη την οθόνη!
Μίλησα τηλεφωνικά με τη Ναντίν Λαμπακί που βρίσκεται στο Λονδίνο, λίγες ώρες πριν από τα βραβεία BAFTA, όπου η «Καπερναούμ» ήταν υποψήφια για το βραβείο Καλύτερης Ξένης Ταινίας. — Τι σας έκανε να δώσετε τον τίτλο «Καπερναούμ»; Συνδέεται με την αρχαία πόλη της «Καινής Διαθήκης»; Ο τίτλος ήταν το μόνο βέβαιο, πριν προκύψει οτιδήποτε άλλο. Απλώς ήξερα ότι ήθελα να κάνω μια ταινία που θα ονόμαζα «Καπερναούμ», που σημαίνει «χάος». Άλλωστε, τι άλλο δείχνει πέρα από χάος που επικρατεί! Αυτή η λέξη μου ήταν ανέκαθεν αγαπητή και τη χρησιμοποιούσα συχνά όταν πήγαινα στο γαλλικό σχολείο αντί του «χάους», για να εντυπωσιάζω τους καθηγητές μου. Από την άλλη, πράγματι η Καπερναούμ υπήρξε τόπος θαυμάτων. Εκεί ο Ιησούς έκανε το πρώτο του θαύμα. Μα, και η ταινία είναι γεμάτη θαύματα, συνέβησαν πολλά εκτός προγράμματος, ενώ τη γυρίζαμε... Στη διάρκεια της έρευνάς μου, όσες φορές ρώτησα αυτά τα παιδιά αν είναι ευτυχισμένα με τη ζωή τους, το 99% μου απαντούσε: «Όχι, δεν ξέρω γιατί με γέννησαν, γιατί βρίσκομαι εδώ, γιατί ζω».
— Καταρχάς, είναι θαύμα που βρήκατε τον Ζέιν, τον υπέροχο μικρό πρωταγωνιστή, πάνω στον οποίο είναι χτισμένη όλη η ταινία. Ακριβώς γι' αυτόν το λόγο λέω ότι είναι μια ταινία θαυμάτων! Ήταν όντως θαύμα που βρήκαμε τον Ζέιν αλλά και την ενός έτους Treasure και τους υπόλοιπους ηθοποιούς. Είχα, βέβαια, τη συνδρομή της εκπληκτικής casting director, της Τζένιφερ, και όλων όσοι βοήθησαν, οργώνοντας τους δρόμους της Βηρυτού και του Λιβάνου για να βρουν αυτά τα παιδιά και τους υπόλοιπους ηθοποιούς. Συχνά σκεφτόμουν ότι τους ζητούσα το αδιανόητο. Αναρωτιόμουν: «Τι τους ζητάω, πώς θα βρεθεί ο Ζέιν, όπως τον φαντάζομαι;». Ήθελα ένα όμορφο, έξυπνο αγόρι, που να μεγαλώνει στον δρόμο και να μπορεί να παίξει. Και βρέθηκε! Βέβαια, συγχρόνως ήξερα ότι θα ήταν πολύ δύσκολο και χρονοβόρο να δουλέψω με ερασιτέχνες ηθοποιούς που θα έπρεπε να παίξουν τον εαυτό τους. Τα προβλήματα που προέκυψαν μέσα στους έξι μήνες που κράτησαν τα γυρίσματα ήταν πολλά. Συχνά κάποιοι εξαφανιζόντουσαν, χανόντουσαν, έμπαιναν φυλακή γιατί δεν είχαν χαρτιά... Είναι θαύμα το πώς κατάφερε να ολοκληρωθεί η ταινία. Επίσης, σχετικά με την Treasure (που παίζει τον ρόλο του ενός χρόνου Γιόνας), δεν μπορούσαμε να ζητήσουμε από ένα μωρό να κάνει πράγματα, όπως από έναν ενήλικα. Έπρεπε να συντονιστούμε μαζί της, να ακολουθήσουμε τους δικούς της ρυθμούς και να είμαστε πανέτοιμοι να καταγράψουμε τη μοναδικότητα της στιγμής.
— Αυτές οι σοκαριστικές καταστάσεις ήταν γνωστές στην κοινωνία σας ή ήταν αποκάλυψη ακόμα και για εσάς; Ήταν σοκ για πολλούς Λιβανέζους. Γνωρίζουν ότι υπάρχει και αυτή η πλευρά, δεν την έχουν δει, όμως, και δεν θέλουν να την ξέρουν. Δεν μιλάνε για όλα αυτά, προτιμούν να τα κρύβουν. Αλλά αυτή είναι η κατάσταση και ήθελα να κάνω μια ταινία για όλα όσα συμβαίνουν τώρα. Δεν τα γνώριζα ούτε η ίδια, μεγάλωσα σε ευνοϊκές συνθήκες, τα ανακάλυψα πραγματοποιώντας λεπτομερή έρευνα στους δρόμους, στις φυλακές, στα αναμορφωτήρια, στις προσφυγικές συνοικίες, στις οργανώσεις, στα δικαστήρια. Όταν αποφάσισα ποια θα ήταν τα θέματα που θα έθιγα –προέκυψε, μάλιστα, μια ολόκληρη λίστα–, τότε ήταν που είπα ότι ήθελα να κάνω μια ταινία για το περιθώριο της πόλης, την περιφέρεια.
— Αναφέρεστε σε όλα τα τρομερά γεγονότα που παρακολουθούμε στην ταινία: αναλφαβητισμός, ανεξέλεγκτη τεκνοποίηση, παιδική εργασία, δουλεμπόριο, παράνομη διακίνηση βρεφών. Είναι η πραγματικότητα δίπλα στην οποία ζούμε! Προβλήματα για τα οποία δεν θέλει κανείς να μιλάει. Όπως λέτε, αναλφαβητισμός, μετανάστευση, παιδική εργασία, γάμοι σε νεαρή ηλικία. Επίσης, σε αυτές τις οικογένειες όλοι εργάζονται, χωρίς να έχουν καμία εκπαίδευση, και συχνά είναι αδήλωτοι. Το πιο τρομερό είναι τα χιλιάδες παιδιά που κυκλοφορούν στους δρόμους του Λιβάνου. Παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς γονείς, χωρίς φροντίδα, χωρίς να πηγαίνουν σχολείο, χωρίς επίσημα έγγραφα. Κανένας δεν νοιάζεται γι' αυτά, είναι σαν αόρατα, τα αγνοούν τόσο οι άνθρωποι όσο και το επίσημο κράτος. Είτε γεννιούνται είτε πεθαίνουν, δεν έχει καμία σημασία.
— Περίπου σαν την ιστορία του Ζέιν. Ο οποίος ήταν αναλφάβητος όταν τον βρήκαμε να δουλεύει στον δρόμο. Η μόνη διαφορά με τον ρόλο που παίζει στην ταινία είναι ότι οι γονείς του τον αγαπάνε και απολαμβάνει την προστασία τους. Αλλά και οι γονείς, όπως αυτοί της ταινίας, είναι θύματα του συστήματος. Όπως λένε: «Τι να κάναμε, τι ξέρουμε; Μας έμαθε κανείς να κάνουμε κάτι διαφορετικό;». Πράγματι, είναι τελείως αμόρφωτοι, οι περισσότεροι έχουν παντρευτεί σε νεαρή ηλικία, κανείς δεν νοιάζεται γι' αυτούς. Ο Ζέιν τους λέει στην ταινία «σταματήστε να γεννάτε παιδιά». Τους το λέει γιατί ακριβώς δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν και προσθέτει: «Τι έχετε να δώσετε στο νέο παιδί που περιμένετε;».
Ουσιαστικά, αυτό που θέλει να πει είναι «γιατί με φέρατε στον κόσμο αν δεν ξέρετε τι να με κάνετε, αν δεν μπορείτε να με φροντίσετε, αν δεν μπορείτε ούτε καν να με αγαπήσετε; Μην κάνετε παιδιά, εφόσον δεν υπάρχει τίποτα να τους δώσετε, παρά μόνο μια ζωή που δεν τους αξίζει». Στη διάρκεια της έρευνάς μου, όσες φορές ρώτησα αυτά τα παιδιά αν είναι ευτυχισμένα με τη ζωή τους, το 99% μου απαντούσε «όχι, δεν ξέρω γιατί με γέννησαν, γιατί βρίσκομαι εδώ, γιατί ζω». Γι' αυτό σκεφτήκαμε τη σκηνή του δικαστηρίου, όπου ήθελα να γίνεται αναφορά στα δικαιώματα των παιδιών σε υγιείς συνθήκες διαβίωσης και εκπαίδευση.
Κατά τα άλλα, η βασική μου επιδίωξη ήταν όλες οι σκηνές να είναι απολύτως ρεαλιστικές, να αποδίδουν ακριβώς όλα όσα περνάνε τα παιδιά στους δρόμους, εγκαταλελειμμένα και μόνα.
— Πόσο δύσκολο είναι να γυρίζεις ταινία ως γυναίκα σκηνοθέτις σε μια χώρα χωρίς κινηματογραφική βιομηχανία; Φοβερά δύσκολο. Όλη η ταινία έγινε μέσα στο σπίτι μας, είναι κυριολεκτικά μια χειροποίητη ταινία. Για δύο χρόνια ζούσαμε με μόνη έγνοια αυτή την ταινία. Ο σύζυγός μου, που είναι ο παραγωγός της, είναι συνθέτης και έγραψε τη μουσική της ταινίας, αλλά δεν είχε ξανακάνει παραγωγή κινηματογράφου. Δεν είχε ιδέα από αυτά κι έπρεπε να μάθει τα πάντα από την αρχή. Πίστευε, όμως, ότι ήταν μια ιστορία που έπρεπε να ειπωθεί. Κάναμε τα πάντα χωρίς καμία βοήθεια, βάλαμε υποθήκη το σπίτι μας, αλλά είχα ένα εκπληκτικό συνεργείο που μου στάθηκε σαν οικογένεια όλο το διάστημα των γυρισμάτων. Βρεθήκαμε σε μερικές από τις πιο επικίνδυνες περιοχές του Λιβάνου, ζήσαμε απίστευτες καταστάσεις. Στο τέλος είχαμε υλικό 500 ωρών και η πρώτη εκδοχή διαρκούσε 12 ώρες. Το μοντάζ συνεχίστηκε για ενάμιση χρόνο. Τελικά, ολοκληρώθηκε με βάρδιες και συνεχόμενη δουλειά μόλις δύο μέρες πριν από την υποβολή της ταινίας στις Κάννες.
— Έχετε πει ότι εμπνευστήκατε την ιστορία από τον μικρό Αϊλάν που ξέβρασε η θάλασσα στα παράλια της Τουρκίας, καθώς η οικογένειά του προσπαθούσε να αποδράσει στην Ευρώπη. Ο Ζέιν ζει πια στη Νορβηγία. Είναι λύση η προσφυγιά; Όχι, δεν είναι αυτή η λύση, να μεγαλώνεις σε ένα ξένο περιβάλλον, σε άλλη κουλτούρα. Αλλά ο Ζέιν και η οικογένειά του είναι πια ασφαλείς, έχουν ενταχθεί σε ευρωπαϊκά προγράμματα – μάλιστα και σε ένα ελληνικό. Ο Ζέιν παρακολουθεί ειδικό σχολικό πρόγραμμα και είναι πια ευτυχισμένος.
Η ταινία «Καπερναούμ» της Ναντίν Λαμπακί κυκλοφορεί στις 14 Φεβρουαρίου, σε διανομή Rosebud 21 / Seven Films.